Την Τρίτη το πρωί η Αμερική καλείται να πάρει μία μεγαλόψυχη απόφαση, πέρα από την απλή εκλογή προέδρου. Η χώρα βρίσκεται σε σταυροδρόμι, έτοιμη να διαλέξει ένα από τα δύο εκ διαμέτρου αντίθετα μονοπάτια.
Από τη μία πλευρά ο Τραμπ εμφανίζεται ως ένας ηγέτης που προβάλλει την ιδέα ενός ανύπαρκτου παραδείσου. Στο μήνυμά του επικαλείται τη νοσταλγία και κατασκευάζει ένα φλου αφήγημα για τις «παλιές καλές μέρες», παραμερίζοντας την πραγματικότητα και αποφεύγοντας τα αληθινά προβλήματα. Ο λόγος του καλεί τους Αμερικανούς να παραβλέψουν το παρόν και να ακολουθήσουν μια ουτοπία που προβάλλει την εικόνα ενός ισχυρού παρελθόντος. Με έμφαση στον φόβο και την απομόνωση, η ρητορική του αδυνατεί να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της σύγχρονης εποχής με τόλμη και εντιμότητα.
Απέναντί του η Κάμαλα Χάρις προβάλλει μια αντίθετη πολιτική ατζέντα. Δεν τάζει την επιστροφή σε έναν ιδεαλιστικό κόσμο που ποτέ δεν υπήρξε. Αντ’ αυτού, προτείνει ένα όραμα που αναγνωρίζει την πολυπλοκότητα της εποχής μας και δίνει έμφαση στην ενότητα και τη συνεργασία. Η Χάρις δεν εμφανίζεται ως η παντογνώστρια που έχει όλες τις απαντήσεις – προβάλλει, όμως, την ταπεινοφροσύνη και τη διάθεση να δουλέψει δίπλα στον πολίτη, να αποδεχθεί τα ανθρώπινα όρια και να προχωρήσει μπροστά, χωρίς να επιδίδεται στο blame game.
Η πορεία της Χάρις, βέβαια, δεν είναι ανεπίληπτη. Ως πρώην γενική εισαγγελέας της Καλιφόρνιας, έχει δεχθεί κριτική για τη σκληρή της στάση απέναντι στο έγκλημα, γεγονός που αντιφάσκει με την εικόνα της ως προοδευτικής πολιτικού. Αυτή η αντίφαση ίσως ανησυχήσει τις πιο ριζοσπαστικές φωνές των Δημοκρατικών, οι οποίες την κατακρίνουν πως δεν δείχνει αρκετή αποφασιστικότητα σε συγκεκριμένα κρίσιμα ζητήματα. Αν αποτύχει να κερδίσει την υποστήριξή τους, διατρέχει τον κίνδυνο να χάσει Πολιτείες που θα καθορίσουν το αποτέλεσμα.
Η εκλογή όμως της Χάρις θα μπορούσε να σηματοδοτήσει την αποδοχή της σύγχρονης αβεβαιότητας από τους Αμερικανούς και την υιοθέτηση ενός αφηγήματος που αντιμετωπίζει τα δύσκολα ζητήματα με θάρρος και διαφάνεια.
Η Αμερική καλείται να αφήσει την απομόνωση και να επενδύσει σε μία συλλογική πρόοδο που αγκαλιάζει την πολυφωνία και την ποικιλομορφία. Μεθαύριο θα ξέρουμε. Fingers crossed.