Το να γράψω για τον Χρήστο Λαμπράκη μοιάζει πολύ εύκολο αλλά και δύσκολο συνάμα. Εύκολο γιατί έχω πολλά να πω και, από την άλλη, δύσκολο γιατί λόγω της στενής σχέσης που είχαμε, είναι αδύνατο να παραμείνω αντικειμενική.
Ο Χρήστος Λαμπράκης υπήρξε μέντορας και φίλος, ήταν ο άνθρωπος που επηρέασε όσο κανείς άλλος τη ζωή μου καλλιτεχνικά αλλά και ως προσωπικότητα.
Η γνωριμία μας έγινε στον διαγωνισμό υποτροφιών «Μαρία Κάλλας» και έκτοτε εξελίχθηκε σε μία σχέση συναρπαστική. Γνώρισα κάποιον με βαθιά γνώση και κατανόηση της μουσικής, έναν λάτρη της όπερας και έναν σπουδαίο δάσκαλο. Και εκείνος διέκρινε το πάθος μου για την τέχνη μου, το πείσμα και την αποφασιστικότητά μου να τα καταφέρω και μου πρόσφερε απλόχερα τις γνώσεις του.
Με ενθάρρυνε να μελετώ και να δοκιμάζω καινούργιους ρόλους, με εισήγαγε στον μαγικό κόσμο του γερμανικού ρομαντισμού, έδωσε αξία στις προσπάθειές μου και με τίμησε αναθέτοντάς μου ρόλους της όπερας, καθώς και κοντσέρτα στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Οι διάσημες δασκάλες μου Ελίζαμπεθ Σβάρτσκοπφ και Κρίστα Λούντβιχ επίσης έτρεφαν μεγάλο σεβασμό στο πρόσωπό του.
Τα πρωινά μελέτης στο σπίτι του, όταν βρισκόμουν στην Ελλάδα, υπήρξαν μαγικά από κάθε άποψη. Αυστηρός και τελειομανής, φρόντιζε και την παραμικρή λεπτομέρεια και από την άλλη τρυφερός και υπερπροστατευτικός, αφουγκραζόταν κάθε δική μου ανησυχία και αμφιβολία.
Όταν το Μέγαρο Μουσικής ετοιμαζόταν να ανοίξει τις πόρτες του, μου ζήτησε να τραγουδήσω σε διάφορα σημεία της σκηνής, σε χαμηλότερες και ψηλότερες νότες, σε κορόνες και φυσικά με επέλεξε να τραγουδήσω στα επίσημα εγκαίνια του Μεγάρου, σε μια μεγαλοπρεπή τελετή τον Μάρτιο 1991.
Ήταν παρών σε όλες τις πρεμιέρες μου στο εξωτερικό και χαιρόταν σαν μικρό παιδί για τις επιτυχίες μου. Ακόμα και όταν δεν μπορούσε να παρευρεθεί, περίμενε με αγωνία τις κριτικές των εφημερίδων. Σπάνια έχω ζήσει άνθρωπο να χαίρεται τόσο με τις χαρές μου και να συμμερίζεται και να συμπαρίσταται στις λύπες μου.
Επίσης, αυτό που πάντα μου έκανε μεγάλη εντύπωση ήταν πως αυτός ο άνθρωπος, που διηύθυνε media και Μέγαρο Μουσικής, ανταποκρινόταν πάντα όταν τον αναζητούσα, βρίσκοντας χρόνο μέσα στις τεράστιες ευθύνες που αντιμετώπιζε επιτυχημένα καθημερινά.
Τον ξεχώριζαν η ευγένεια, η ταπεινότητα και η μεγαλοκαρδία. Όταν ήμουν ακόμα μία παντελώς άγνωστη μαθήτρια τραγουδιού, εκείνος πίστεψε σε εμένα, στο ταλέντο και στις καλλιτεχνικές μου δυνατότητες και με στήριξε οικονομικά. Με βοήθησε σε ό,τι χρειαζόμουν και κυρίως, χωρίς να το καταλαβαίνει, με τη συμπεριφορά του έγινε ο φωτεινός φάρος της ζωής μου. Του οφείλω πάρα πολλά και τον μνημονεύω με κάθε ευκαιρία.
Όταν έμεινα έγκυος στον μονάκριβο γιο μου, οι περισσότεροι με παρότρυναν (η μάνατζέρ μου στην Ελβετία, συνάδελφοι κ.ά.) να διακόψω την εγκυμοσύνη μου, γιατί ετοιμαζόμουν για το ντεμπούτο μου στο Σάλτσμπουργκ και μια εγκυμοσύνη θα ήταν προφανώς μεγάλο εμπόδιο στην καριέρα μου.
Θυμάμαι ότι κάλεσα τον Χρήστο στις δώδεκα το βράδυ. Με πρόλαβε εκείνος, πριν ψελλίσω οτιδήποτε. «Ξέρω τι θέλεις να μου πεις… Είσαι έγκυος!». Του απάντησα καταφατικά. «Να θυμάσαι ότι ο παππούς ο Χρήστος είναι εδώ! Οι καριέρες έρχονται και παρέρχονται. Μην κάνεις αυτό το λάθος να διακόψεις μια εγκυμοσύνη εάν το παιδί είναι αυτό που θέλεις».
Και είχε τόσο δίκιο. Ακολούθησαν επιστολές ενθαρρυντικές και εκείνος ήταν κοντά μου, κάθε στιγμή. Και όταν θέλησα να βαφτίσω το παιδί μου Χρήστο, το απαγόρευσε, λέγοντάς μου πως πρώτα έρχεται ο πατέρας μου. Ακόμα και τώρα που το γράφω συγκινούμαι…
Ανήκει στους ελάχιστους ανθρώπους που είναι καθημερινά στη σκέψη και στην προσευχή μου. Υπήρξε ένας μεγάλος Πατριώτης, ένας Μεγάλος Έλληνας, ένας αξέχαστος Άνθρωπος και Φίλος.
Η κυρία Σόνια Θεοδωρίδου είναι υψίφωνος.