Είναι κάποια θέματα που έχουν καταλήξει πια να είναι μοτίβα.
Τα γράφουμε και τα ξαναγράφουμε σε συγκεκριμένες περιόδους, προσθέτοντας κάθε χρόνο δυο-τρεις νέες διαπιστώσεις που στην ουσία επιβεβαιώνουν τις προηγούμενες. Το ελληνικό καλοκαίρι όπως το ξέραμε έχει τελειώσει. Λογικό, θα μου πεις, αλλάζουν οι εποχές, μένουν μόνο οι γκρίνιες όσων μεγαλώνουν και παραξενεύουν, νοσταλγώντας εικόνες από ασπρόμαυρες ελληνικές ταινίες. Oχι και τόσο λογικό. Δεν παραξενεύεις απαραίτητα μεγαλώνοντας ούτε η νοσταλγία είναι για όλους το μέτρο για να ζυγίσεις την πραγματικότητα. Ορισμένοι βλέπουν μόνο ορίζοντα και το παρελθόν είναι ένας τόπος στον οποίο δεν γυρίζουν σχεδόν ποτέ.
Το ελληνικό καλοκαίρι έχει τελειώσει για μια σειρά από λόγους και οι καινούργιες αντιστοιχίες του μαζί μας δεν είναι ιδιαίτερα γοητευτικές, όχι γιατί κάποτε ήταν καλύτερα, αλλά γιατί απλά δεν είναι γοητευτικές, δίχως να χρειάζεται να κάνεις συγκρίσεις.
Κατ’ αρχάς, ξεκινώντας από το κοινωνικό και οικονομικό σκέλος, ένα από τα γνωρίσματα χωρών σε απόλυτη κρίση είναι η αδυναμία πρόσβασης των πολιτών τους στα εθνικά πλεονεκτήματα. Σε χώρες με μεγάλη παραγωγή πετρελαίου δεν σημαίνει απαραίτητα φτηνό πετρέλαιο για τους κατοίκους. Στη χώρα με τη μεγαλύτερη ακτογραμμή της Ευρώπης και τα περισσότερα νησιά σε απόσταση λίγων μιλίων, οι κάτοικοι δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να κάνουν ολιγοήμερες διακοπές. Η πτώση των ελλήνων τουριστών φέτος στη Νάξο ήταν κάθετη αλλά το νησί βουλιάζει. Κάτι η ισοτιμία δολαρίου- ευρώ που έστειλε στρατιές Αμερικανών φέτος στην Ελλάδα, κάτι ένα ελεύθερο σχετικά καλοκαίρι μετά τα δύο προηγούμενα με τα πρωτόκολλα της πανδημίας που βοήθησε Ευρωπαίους με οικονομική δυνατότητα να έρθουν στις Κυκλάδες, θριαμβολογούμε για μια εξαιρετική χρονιά δίχως Ελληνες στα νησιά. Τα ακτοπλοϊκά είναι στο όριο της τρέλας και οι τιμές για τη διαμονή και τη διατροφή είναι απαγορευτικές για τη συντριπτική πλειονότητα.
Και όλο αυτό με έναν πρωτοφανή «επαρχιωτισμό», δίχως έστω ένα μικρό νοιάξιμο για τις παροχές, τη φροντίδα. Νομίζω πως κανείς δεν αγαπάει τη δουλειά του. Υπερβολικό, το παραδέχομαι. Το μόνο που σκέφτονται στα νησιά είναι το πώς θα στήσουν παγίδες παραγωγής χρημάτων. Αισθάνεσαι πως σε κάθε σου βήμα πρέπει να αποφύγεις δόκανα που έχουν στήσει πονηροί για να βγάλουν χρήματα. Αγέλαστοι, κοφτοί, απόμακροι, σαν να εκτίουν ποινή που «αναγκάστηκαν» να κάνουν τα χωράφια τους ενοικιαζόμενα και πρέπει να βλέπουν κάθε μέρα τις φάτσες μας. Τα αγέλαστα καλοκαίρια είναι άλλη μια απόδειξη πως η ιστορία όπως την ξέραμε και όπως πολλοί προλάβαμε να ζήσουμε έχει τελειώσει. Ο κόσμος είναι εξαιρετικά ανταγωνιστικός για να ξοδευόμαστε σε συναισθηματισμούς. Τα λεφτά είναι η μόνη ασφάλεια – και για πολλούς η μόνη σωτηρία – μπροστά σε έναν ακόμα δύσκολο χειμώνα που έρχεται. Για δημόσιο χώρο στην παραλία μη μιλήσουμε, είναι προέκταση των χωραφιών τους. Κατάληψη. Περνάς μέσα από τη θάλασσα.
Πολλά φιλιά σε όσες υπέροχες κυρίες μάς γέμισαν στα χωριά με «αφαρμάκωτες» ντομάτες από τον κήπο τους και σύκα και πεπόνια. Που μας κυνηγούσαν μέχρι το αυτοκίνητο για να μας φιλέψουν. Φυσικά και υπάρχουν κι αυτές. Η βαριά βιομηχανία της καλοσύνης για έναν λαό.