Ο ελληνόκτητος στόλος αντιπροσωπεύει σχεδόν το 1/6 της παγκόσμιας χωρητικότητας και η διαχείριση μεγάλου τμήματός του πραγματοποιείται από την Ελλάδα. Αυτή η δραστηριότητα συνηγορεί υπέρ της λειτουργίας μιας συστάδας ναυτιλιακών επιχειρήσεων τόσο με γεωγραφικά όσο και με επιχειρηματικά χαρακτηριστικά.

Τα παραπάνω επισημαίνονται σε ειδική αναφορά στην έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος για το 2023 αναφορικά με την ανάπτυξη του ναυτιλιακού cluster στην Ελλάδα. Στην έκθεση αρχικά παρουσιάζεται η έννοια των επιχειρηματικών συστάδων (business clusters) και η σημασία τους για την ελληνική και ευρωπαϊκή οικονομία. Στη συνέχεια, αναγνωρίζοντας τη σπουδαιότητα της ναυτιλίας για την οικονομική και κοινωνική ζωή της Ελλάδας, εξετάζονται η λειτουργία και οι βασικοί παράγοντες επιτυχίας ενός ναυτιλιακού cluster.

«Επιχειρηματική συστάδα» είναι μια ομάδα επιχειρήσεων που συνήθως δραστηριοποιούνται σε συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή και οι οποίες επιλέγουν να συνεργαστούν με σκοπό τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς τους και την προώθηση της καινοτομίας. Η συνεργατική αυτή προσέγγιση επιτρέπει στα μέλη της συστάδας να αξιοποιήσουν επιχειρηματικές ευκαιρίες μέσα από την καλύτερη πληροφόρηση, την εξασφάλιση χρηματοδότησης με ενδεχομένως ευνοϊκότερους όρους και την επίτευξη οικονομιών κλίμακας.

Κεντρικό στοιχείο της επιχειρηματικής συστάδας είναι ότι ενώ οι επιχειρήσεις διατηρούν την αυτονομία τους, η ίδια η συστάδα αποτελεί μια «συγκέντρωση» που λειτουργεί για όλες, αξιοποιώντας τόσο τους πόρους όσο και το περιβάλλον μέσα στο οποίο δραστηριοποιούνται οι επιχειρήσεις.

Υπό αυτή την έννοια, δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες για έρευνα/ανάπτυξη και καινοτομία, προσέλκυση του κατάλληλου ανθρώπινου δυναμικού, διάχυση της γνώσης, δημιουργία νέων επιχειρήσεων και, εν τέλει, ανάπτυξη του ευρύτερου κλάδου και της περιοχής δραστηριοποίησης. Η διαχείριση της συστάδας μπορεί να πραγματοποιείται με επίσημο τρόπο, δηλαδή με την ύπαρξη ενός φορέα για την προώθηση των εργασιών και των συνεργειών της ή άτυπα λόγω της γεωγραφικής γειτνίασης των επιχειρήσεων και οργανισμών.

Η Ευρωπαϊκή Ενωση

Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ενωσης, οι επιχειρηματικές συστάδες αναγνωρίζονται ως παράγοντας προώθησης της καινοτομίας, της αριστείας και της ανταγωνιστικότητας. Και αυτό επειδή εντός της συστάδας συνδυάζονται τα πλεονεκτήματα του επιχειρηματικού κλάδου δραστηριοποίησης, των ερευνητικών κέντρων που ειδικεύονται στον συγκεκριμένο κλάδο και των αρμόδιων αρχών. Ηδη από το 2008 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε συμπεράνει ότι «τα clusters διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην προώθηση της ανταγωνιστικότητας, της καινοτομίας και της δημιουργίας θέσεων απασχόλησης στην ΕΕ».

Για αυτόν τον λόγο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο έχουν υποστηρίξει τη δημιουργία δομών όπως το European Clusters Alliance, με σκοπό την πρακτική συνεργασία μεταξύ των περιφερειακών κυβερνήσεων, ή το European Cluster Collaboration Platform (ECCP – που το 2020 συνενώθηκε με το European Observatory for Clusters and Industrial Change). Σήμερα περισσότερα από 1.500 clusters βρίσκονται διάσπαρτα σε περισσότερες από 200 περιφέρειες της ΕΕ, ενώ σε όρους απασχόλησης αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 25% της συνολικής απασχόλησης στην ΕΕ.

Clusters στην Ελλάδα

Στην Ελλάδα ο νόμος 4399/20166 (άρθρο 52) περιλαμβάνει τις επιχειρηματικές συστάδες (clusters) στους δικαιούχους ενίσχυσης και ορίζει τον ρόλο, και εμμέσως τη σπουδαιότητα, του φορέα διαχείρισης της συστάδας, ο οποίος «την εκπροσωπεί, αναπτύσσει και εφαρμόζει δραστηριότητες που υποστηρίζουν την ανάπτυξή της και δημιουργεί προστιθέμενη αξία για καθέναν από τους συμμετέχοντες σε αυτή».

Σύμφωνα με την αξιολόγηση που διεξήγαγε το ECCP το 2022, η Ελλάδα βαθμολογείται με 5/8 ως προς την ωριμότητα της εθνικής πολιτικής για τα clusters. Στη μεθοδολογία που χρησιμοποιείται βαθμολογούνται: α) η ύπαρξη και το εύρος της εθνικής πολιτικής, β) η συνέχειά της, γ) η αξιολόγηση της επίδοσής της και δ) η ύπαρξη οργάνων/εργαλείων υποστήριξης των clusters. (Ενδεικτικά η Ολλανδία, η Νορβηγία, η Γερμανία και η Γαλλία βαθμολογούνται με 8/8, η Δανία, η Αυστρία και η Εσθονία με 7/8.)

Ναυτιλία και οικονομία

Ο ελληνόκτητος στόλος αντιπροσωπεύει πάνω από το 17% του παγκόσμιου στόλου (σε όρους χωρητικότητας – dwt), γεγονός που τον κατατάσσει στην πρώτη θέση. Ωστόσο, μόνο το 13% του ελληνόκτητου στόλου είναι νηολογημένο υπό ελληνική σημαία, αν και η διαχείριση σημαντικού μέρους αυτού πραγματοποιείται από την Ελλάδα. Ουσιαστικά, η διαχείριση πλοίων αποτελεί τη βασική λειτουργία της ελληνικής ναυτιλιακής επιχειρηματικότητας, γύρω από την οποία δομούνται ποικίλες υποστηρικτικές και λοιπές δραστηριότητες.

Προκειμένου να καταδειχθεί η σπουδαιότητα αυτής της δραστηριότητας στην ελληνική οικονομία, αξίζει να αναφερθεί ότι σε όρους ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών οι εισπράξεις από θαλάσσιες μεταφορές, οι οποίες το 2022 ανήλθαν στο ιστορικά υψηλό επίπεδο των 21 δισ. ευρώ, την τελευταία πενταετία (2019-2023) αντιστοιχούσαν σε πάνω από το 42% των συνολικών εισπράξεων από υπηρεσίες και στο 21% των συνολικών εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών.

Πρόσφατη μελέτη εκτίμησε τη συνολική επίδραση της ναυτιλίας στο ελληνικό ΑΕΠ στο 7,9% (μέσος όρος περιόδου 2018-2021). Ωστόσο, σύμφωνα με τους Πίνακες Εισροών – Εκροών, πάνω από το 60% των άμεσων εισροών στον κλάδο των υπηρεσιών πλωτών (θαλάσσιων) μεταφορών στη χώρα μας είναι εισαγόμενες, ενώ το υπόλοιπο είναι εγχώριες. Η κύρια εισροή, τόσο εισαγόμενη όσο και εγχώρια, είναι ενδοκλαδική (δηλαδή από τον ίδιο τον κλάδο των πλωτών μεταφορών), ενώ η δεύτερη σημαντικότερη συνδέεται με τον κλάδο των καυσίμων.

Η ενδεχόμενη αντικατάσταση των εισαγομένων από εγχωρίως παραγόμενα ενδιάμεσα προϊόντα μπορεί να συμβάλει στην αύξηση του αποτυπώματος της ελληνικής ναυτιλίας στην οικονομία, καθώς θα περιοριστεί η αξία των εισαγωγών του κλάδου, ενώ παράλληλα δημιουργούνται οι προοπτικές για την ενίσχυση των εξαγωγών των εταιρειών μιας ναυτιλιακής συστάδας.

Ενα ναυτιλιακό cluster μπορεί να περιλαμβάνει στους κόλπους του επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε αμιγώς θαλάσσιες δραστηριότητες (αλιεία ή μεταφορά προσώπων και φορτίων διά θαλάσσης), καθώς και ένα ευρύ σύνολο άλλων δραστηριοτήτων, όπως υπηρεσίες λιμένος, εφοπλισμού, logistics, ναυτασφαλίσεων κ.ά., ναυπηγεία, δραστηριότητες ναυταθλητισμού και αναψυχής, υπηρεσίες μεταφορών, ενέργειας, έρευνας και καινοτομίας για τη ναυτιλία, ναυτιλιακή χρηματοδότηση, νομικές υπηρεσίες, εκπαίδευση και κατάρτιση.

Το παράδειγμα της Ολλανδίας

Τα ναυτιλιακά clusters μπορούν να αποδειχθούν εξαιρετικά σημαντικά για τον κλάδο και την εθνική/περιφερειακή οικονομία.

Για παράδειγμα, στην Ολλανδία η συνολική αξία παραγωγής του ναυτιλιακού cluster το 2017 ήταν περίπου 55,1 δισ. ευρώ και παρείχε απασχόληση σε 260.000 άτομα, ενώ ταυτόχρονα πολλοί προμηθευτές συναφών προϊόντων και υπηρεσιών προέρχονταν από το ίδιο cluster και πάνω από το ήμισυ των δαπανών των επιχειρήσεων δαπανήθηκαν εντός αυτού.

Παράγοντες επιτυχίας

Η παράλληλη ανάπτυξη μιας ικανής μάζας ετερογενών επιχειρήσεων, μέσα από την αξιοποίηση των συνεργειών και του υγιούς ανταγωνισμού, βρίσκεται στο επίκεντρο της επιχειρηματικής συστάδας. Πιο συγκεκριμένα, το σύνολο, σε αντίθεση με την κάθε μεμονωμένη επιχείρηση, μπορεί να ωφεληθεί από ευνοϊκότερη και ταχύτερη πρόσβαση σε πόρους και πηγές χρηματοδότησης, ενώ οι συνέργειες μεταξύ ετερογενών επιχειρήσεων βοηθούν να ξεπεραστούν ευκολότερα δυσκολίες που προκύπτουν από το εξωτερικό περιβάλλον, και αυτό επειδή τα χαρακτηριστικά μιας ομάδας μελών του cluster μπορούν να στηρίξουν και να καλύψουν τυχόν αδυναμίες άλλων. Ωστόσο, η επιτυχία ενός cluster δεν εναπόκειται μόνο στην προθυμία των μελών του. Προς τούτο συμβάλλουν τρεις κρίσιμοι παράγοντες και συγκεκριμένα:

  • Η στήριξη των περιφερειακών/εθνικών αρχών, με τη θέσπιση ενός πλαισίου μέσα στο οποίο θα μπορέσει ένα cluster να αναπτυχθεί, π.χ. με τη δημιουργία κινήτρων ή την ένταξη σε περιφερειακά επενδυτικά σχέδια.
  • Η συνδρομή των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων/ερευνητικών κέντρων της συστάδας, που συμβάλλουν από την πλευρά τους στην κατάρτιση και στελέχωση των επιχειρήσεων με εξειδικευμένο δυναμικό, στην προώθηση της έρευνας και τελικά στην υιοθέτηση της καινοτομίας, που αποτελεί το ζητούμενο.
  • Η ύπαρξη σαφούς δομής. Ειδικότερα, ένα cluster, για να λειτουργήσει και να επιτύχει, θα πρέπει να ιδωθεί σαν ένας αυτούσιος οργανισμός, με μέλη που μοιράζονται κοινούς στόχους και είναι πρόθυμα να προωθήσουν ένα δίκτυο γνώσης προς όφελος όλων. Θα πρέπει να έχει δομή, οργάνωση, σαφή διακυβέρνηση, επάρκεια οικονομικών και ανθρώπινων πόρων, να διαθέτει εξαρχής και να συγκεντρώνει με την πάροδο του χρόνου τεχνογνωσία και την ικανότητα να αξιοποιεί διαθέσιμους πόρους ή, κυρίως, να τους προσελκύει.

Συμπερασματικά, η ελληνική ναυτιλία – ιδιαίτερα στην παρούσα συγκυρία των ιστορικών αλλαγών σε όρους κανονιστικού πλαισίου, καυσίμων, γεωπολιτικής αστάθειας και μετατόπισης του παγκόσμιου εμπορίου – μπορεί να ωφεληθεί από την επιτυχή λειτουργία ενός δυναμικού ναυτιλιακού cluster.

Σε εθνικό επίπεδο, κάτι τέτοιο μπορεί να έχει θετικές συνέπειες στο ελληνικό νηολόγιο (προώθηση της ελληνικής σημαίας), ενώ μια εθνική πολιτική ενδέχεται να υιοθετηθεί ευκολότερα σε επίπεδο cluster παρά σε επίπεδο μεμονωμένης επιχείρησης, στοιχείο που μπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα χρήσιμο στην προώθηση «πράσινων» λύσεων για τη ναυτιλία.

Το παράδειγμα του Maritime Hellas

Το μεγαλύτερο ναυτιλιακό cluster στην Ελλάδα είναι το Maritime Hellas, που ιδρύθηκε από το Ναυτικό Επιμελητήριο της Ελλάδος, την Ενωση Ελλήνων Εφοπλιστών και το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιά.

Σήμερα αριθμεί 234 μέλη (στοιχεία 2023) και οργανώνεται μέσα από επτά κατηγορίες δραστηριοποίησης, συγκεκριμένα: α) εταιρείες διαχείρισης εμπορικών πλοίων, β) ναυτιλιακή τεχνολογία, έρευνα και εκπαίδευση, γ) ναυτιλιακή βιομηχανία και εμπόριο, δ) θαλάσσιος τουρισμός, ε) ναυτική παράδοση και ναυταθλητισμός, στ) διοικητικές υπηρεσίες – υπηρεσίες στη ναυτιλία, ζ) διαχείριση εφοδιαστικών δικτύων και διαμεταφορείς, και φιλοδοξεί την είσοδο σε τρεις νέες αγορές: στην κατασκευή ναυτιλιακού εξοπλισμού, στη δημιουργία πράσινων ναυπηγείων και στις πράσινες διαλύσεις πλοίων.