Σε ποιο σχολείο θα πάει το παιδί, σε ιδιωτικό, δημόσιο ή πρότυπο; Θα μάθει πρώτα αγγλικά ή γαλλικά; Μπαλέτο ή πολεμική τέχνη; Κιθάρα ή πιάνο; Ποιος παιδίατρος θα το παρακολουθεί, εκείνος που έχει ιατρείο κοντά στο σπίτι της μαμάς ή εκείνος που ήταν με τον μπαμπά συμμαθητές και φίλοι από την παιδική ηλικία; Πάρτι γενεθλίων στο σπίτι, σε παιδότοπο ή στο πάρκο με τους φίλους του; Πότε θα πάρει κινητό τηλέφωνο το παιδί και πότε θα ανοίξει λογαριασμό στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης;
Ο Γιάννης και η Χριστίνα μετά το διαζύγιό τους για να αντιμετωπίσουν τα βασικά αυτά ζητήματα που αφορούν την ανατροφή και την καθημερινότητα της μονάκριβης κόρης τους, αφού δεν κατάφεραν να βρουν μεταξύ τους τη βέλτιστη λύση, προσέφυγαν στα δικαστήρια. Και δεν είναι βέβαια οι μόνοι.
Διαμόρφωση μιας νέας καθημερινότητας
Εκατοντάδες αιτήσεις φτάνουν σε καθημερινή βάση στα δικαστήρια όλης της χώρας, που κινούνται πλέον στη νέα εποχή του οικογενειακού δικαίου, με τις αποφάσεις για τη συνεπιμέλεια να διαμορφώνουν μία νέα καθημερινότητα στη μετά τη λύση του γάμου εποχή για παιδιά και γονείς.
Η εναλλασσόμενη ή με χρονική κατανομή διαμονή του ανηλίκου είναι ο κοινός παρονομαστής των δικαστικών αποφάσεων, που εκδίδονται με βάση τον νόμο για τη συνεπιμέλεια, διαμορφώνοντας έτσι ένα νέο σκηνικό στην καθημερινότητα του παιδιού και των γονέων του.
Πώς… μεταφράζεται όμως η συνεπιμέλεια στην πράξη; Στην περίπτωση της Χριστίνας και του Γιάννη ο δικαστής αποφάσισε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή το παιδί να μένει στο σπίτι της μητέρας του και τις ημέρες Τρίτη και Πέμπτη στον πατέρα του, μετά το πέρας των σχολικών και εξωσχολικών δραστηριοτήτων του.
Το πρώτο και το τρίτο Σαββατοκύριακο κάθε μήνα θα διαμένει στον πατέρα του μέχρι το πρωί της Δευτέρας, οπότε και θα το πηγαίνει εκείνος στο ιδιωτικό σχολείο που είχε ξεκινήσει να φοιτά από την περίοδο της έγγαμης συμβίωσης των γονιών του.
Μοιρασμένος θα είναι επίσης και ο χρόνος στις γιορτές και τις διακοπές με πρόβλεψη για εναλλάξ διαμονή. Οσο για τις υπόλοιπες ημέρες και ώρες, ο κάθε γονιός μπορεί να επικοινωνεί με το παιδί καθημερινά ελεύθερα κάνοντας μάλιστα χρήση των διαδικτυακών εφαρμογών επικοινωνίας (viber, messenger, skype κ.λπ.), εφόσον όμως δεν θα διαταράσσεται το πρόγραμμα των σχολικών και εξωσχολικών δραστηριοτήτων του.
Σε άλλες περιπτώσεις μάλιστα, όπως προκύπτει από τις δεκάδες δικαστικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί, ακολουθείται το «μοντέλο» της αλλαγής της κατοικίας ανά 15ήμερο.
Ο διάλογος για τη διπλή κατοικία
Είναι αλήθεια ότι στην ελληνική θεωρία διατυπώθηκαν επιφυλάξεις ως προς τη σκοπιμότητα της ρύθμισης της εναλλασσόμενης κατοικίας, καθόσον η παράλληλη ύπαρξη δύο κέντρων ζωής θεωρείται ότι δημιουργεί στο παιδί έλλειψη σταθερότητας και ανασφάλεια. Στον διεθνή χώρο, όμως, όπως αναφέρεται και σε μία από τις πρώτες εφετειακές αποφάσεις για συνεπιμέλεια, ο δικαστικός λειτουργός επισημαίνει στο σκεπτικό του πως υποστηρίζεται σθεναρά η άποψη ότι «με την εναλλασσόμενη κατοικία κατοχυρώνεται μια καλύτερη ισορροπία ανάμεσα στους γονείς, στη φροντίδα και ανατροφή των παιδιών προσφέροντας στον ανήλικο τη δυνατότητα να διαβιοί στην καθημερινή του ζωή τόσο με τον πατέρα όσο και με τη μητέρα. Το παιδί έχει δύο λειτουργικά σπίτια, την πατρική και τη μητρική του κατοικία. Ενθαρρύνεται, έτσι, η ισόρροπη επαφή του παιδιού και με τους δύο γονείς».
«Κάθε υπόθεση είναι ξεχωριστή»
Με βάση λοιπόν το νομολογιακό τοπίο που έχει διαμορφωθεί, όπως έλεγε στο «Βήμα» δικαστική πηγή, «έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο νόμος δεν μπορεί να εφαρμόζεται με τον ίδιο τρόπο, λες και όλες οι υποθέσεις είναι καρμπόν, γιατί απλούστατα δεν υπάρχει μια γενική, δοκιμασμένη και επιτυχημένη συνταγή για το ποιο είναι το καλύτερο για το παιδί. Κάθε υπόθεση είναι ξεχωριστή, κάθε γονιός είναι διαφορετικός, και υπό αυτό το πρίσμα το βέλτιστο συμφέρον για κάθε παιδί πρέπει να αντιμετωπίζεται με ξεχωριστό τρόπο».
Ο ίδιος δικαστικός λειτουργός δράττεται της ευκαιρίας να θέσει και μία ακόμα παράμετρο τονίζοντας ότι κανένας αλγόριθμος και κανένα σύστημα Τεχνητής Νοημοσύνης δεν μπορεί να υποκαταστήσει την κρίση του λειτουργού της Θέμιδας ακριβώς γιατί κάθε υπόθεση είναι μοναδική.
Οι προϋποθέσεις της συνεπιμέλειας
Η δικηγόρος Χριστιάνα Πατεραντωνάκη, με ειδίκευση στο Οικογενειακό Δίκαιο και το Δίκαιο Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής, επισημαίνει ότι από την τρέχουσα νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων προκύπτει ότι «οι βασικές προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για να λειτουργεί η συνεπιμέλεια (με χρονική κατανομή ή εναλλασσόμενη διαμονή) προς το βέλτιστο συμφέρον των τέκνων – το οποίο έχει αναχθεί από τον Ν. 4800/2021 στον μοναδικό γνώμονα κάθε απόφασης των ελληνικών δικαστηρίων που αφορά τη γονική μέριμνα ή τον τρόπο άσκησής της – είναι: η σχετικά κοντινή απόσταση των κατοικιών των διαδίκων γονέων, το ευέλικτο εργασιακό πλαίσιο του αιτούντος γονέα, η ύπαρξη υποστηρικτικού πλαισίου του αιτούντος τη συνεπιμέλεια γονέα καθώς και η ανάδειξη της έως τότε ουσιαστικής ενασχόλησης του αιτούντος γονέα με την ανατροφή και φροντίδα του τέκνου».
Και με βάση την εμπειρία της από τις δεκάδες υποθέσεις που έχει χειριστεί, προσθέτει, φωτίζει μία ακόμα πλευρά της αξίας τέτοιων αποφάσεων τονίζοντας ότι «η συνεπιμέλεια τελικά είναι η προϋπόθεση της καλής συνεργασίας μεταξύ των γονέων (και όχι το αντίθετο), η οποία αμβλύνει τις μεταξύ τους διαφορές και εντάσεις, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι το βέλτιστο όφελος του τέκνου επιτάσσει την ικανή παρουσία αμφότερων των γονέων στη ζωή του».
Η κόκκινη γραμμή στην εναλλαγή
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι την αρχή της εναλλασσόμενης κατοικίας μετά τη διάσταση του ζευγαριού είχε εισηγηθεί και το Συμβούλιο της Ευρώπης, με το υπ’ αριθ. 2079/2.10.2015 ψήφισμά του, αποκλείοντας την εφαρμογή της σε περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας, κακοποίησης του παιδιού και αδιαφορίας, που δημιουργούν κινδύνους για τη σωματική και ψυχική υγεία του τέκνου. Και ακριβώς αυτές οι περιπτώσεις είναι και η «κόκκινη-απαγορευτική γραμμή» ως προς τη συνεπιμέλεια και για τα ελληνικά δικαστήρια.