Ο Γιώργος Φλωρίδης, ο νέος υπουργός Δικαιοσύνης, διαθέτει γνώση, επαγγελματικές και οικογενειακές εμπειρίες και μαζί πεποιθήσεις διαμορφωμένες για τον χώρο στον οποίο εκλήθη να υπηρετήσει. Με άλλα λόγια δεν είναι απαράσκευος.
Ξέρει καλά ότι η ελληνική Δικαιοσύνη μόνο την επιχειρηματικότητα δεν προάγει, ότι είναι εξαρτημένη σε μεγάλο βαθμό από την πολιτική και τα οργανωμένα οικονομικά συμφέροντα, ότι οι πόροι που διατίθενται για την υπηρέτησή της είναι περιορισμένοι και ακόμη ότι οι διοικητικές και άλλες λειτουργίες της είναι εν πολλοίς προβληματικές.
Ακόμη γνωρίζει ότι η χωροταξική δομή των δικαστηρίων δεν είναι η καλύτερη, ότι η εισαγωγή νέων τεχνολογιών στο δικαστικό σώμα καθυστερεί υπέρμετρα, όπως και η καθιέρωση εναλλακτικών τρόπων διευθέτησης και επίλυσης διαφορών. Οπως και ξέρει από πρώτο χέρι ότι μια μερίδα συμπολιτών μας είναι δικομανής και είναι ικανή να καταφύγει για ψύλλου πήδημα στις υπηρεσίες της Θέμιδος.
Ο νέος υπουργός θα επιδιώξει τη μείωση του χρόνου εκδίκασης των υποθέσεων και έκδοσης των πρωτόδικων αποφάσεων από 700 ημέρες σε 400
Ο πυρήνας του προβλήματος
Εκείνο που όμως θεωρεί πυρήνα του προβλήματος της Δικαιοσύνης είναι ο τρόπος που επιλέγουμε δικαστές, εκείνους που ανεβαίνουν στις έδρες των δικαστηρίων και κρίνουν αδικήματα και πρόσωπα. Σήμερα για να γίνει κάποιος δικαστής αρκεί να έχει συμπληρώσει τα 28 του χρόνια, να έχει ασκήσει δικηγορία δύο χρόνια και βεβαίως να περάσει επιτυχώς τις εξετάσεις της Σχολής Δικαστών. Αφού φοιτήσει έναν χρόνο σε αυτή και περάσει άλλους έξι μήνες ειδική εκπαίδευση μπορεί να διοριστεί δικαστής ή εισαγγελέας.
Ο νέος υπουργός Δικαιοσύνης έχει εδραία την πεποίθηση ότι ο τρόπος επιλογής των δικαστών δεν είναι ο καταλληλότερος, ούτε ικανός να διαγνώσει θέματα και προβλήματα που ανακύπτουν στη διάρκεια του επαγγελματικού δικαστικού βίου και είναι ικανά να καταστήσουν προβληματική έως και αδύνατη την άσκηση των δικαστικών καθηκόντων. Πάμπολλα είναι τα παραδείγματα κακής συμπεριφοράς, ελλιπούς κατανόησης και κρίσης, ακόμη και αδυναμίας πραγματικής.
Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις δικαστών που αμέσως με τον διορισμό τους έφθασαν στα πρόθυρα αυτοκτονίας, επειδή προφανέστατα δεν αρκεί να γράψεις καλά στις όποιες εξετάσεις προκειμένου να ασκήσεις το δικαστικό λειτούργημα. Η φημολογία επίσης που θέλει τα παιδιά των δικαστικών λειτουργών να εισάγονται στη Σχολή Δικαστών είναι από μόνη της προβληματική και δεν μπορούν να εξηγηθούν εκτεταμένα φαινόμενα νεποτισμού σε ένα περιβάλλον αδιάβλητων εξετάσεων.
Αναμόρφωση της Σχολής Δικαστών
Δεν είναι τυχαίο ότι ο κ. Φλωρίδης έσπευσε να ξεκινήσει το έργο του από τη Σχολή Δικαστών, τη δουλειά της οποίας θέλει πρώτη να ανασυστήσει και αναμορφώσει. Δεν έχει νόημα – λέει – απόφοιτοι των Νομικών Σχολών, με μεταπτυχιακούς τίτλους συνήθως, να διδάσκονται ξανά και ξανά τα ίδια θεωρητικά μαθήματα από τους ίδιους καθηγητές συνήθως και πως αυτό που πρωτίστως χρειάζονται είναι εμπειρίες πραγματικές από τις δικαστικές αίθουσες.
Για τον νέο υπουργό Δικαιοσύνης η απονομή του δικαίου είναι πολύ κρίσιμο και πολύ σοβαρό έργο. Γι’ αυτό και επιβάλλεται να ασκείται από απολύτως υγιή άτομα, από πρόσωπα έμπειρα και ικανά να κρίνουν και να αξιολογήσουν ορθά ένα έγκλημα ή την όποια παραβίαση των νόμων. Βάσει των παραπάνω πιστεύει ακράδαντα ότι επιβάλλεται να ανέλθει στα 35 χρόνια το ηλικιακό όριο ανάδειξης των δικαστών. Σε ηλικία δηλαδή ώριμη, γεμάτη εμπειρίες από τα δικαστήρια, που δεν θα θολώνει την κρίση.
Ακόμη θεωρεί απαραίτητο οι δικαστές να περνούν από ψυχομετρικά τεστ αντίστοιχα εκείνων που περνούν οι πιλότοι των πολιτικών και πολεμικών αεροσκαφών, ώστε να αποκαλύπτονται εγκαίρως τυχόν ψυχικά νοσήματα, την ύπαρξη των οποίων συνήθως δεν γνωρίζουν ούτε οι υποψήφιοι δικαστές. Τα ψυχομετρικά τεστ που εφαρμόζονται στους πιλότους είναι αμερικανικής εμπνεύσεως και συγκροτούνται από ευρύ κύκλο συνδυαστικών ερωτήσεων που αποκαλύπτουν τους εξεταζόμενους.
Μείωση του χρόνου εκδίκασης
Από εκεί και πέρα ο κ. Φλωρίδης εργάζεται πυρετωδώς να προετοιμάσει και να αποτυπώσει στο χαρτί με τη μορφή νομοσχεδίου όλες τις αλλαγές που παρουσίασε στη συζήτηση επί των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης στη Βουλή και να θέσει έτσι σε κίνηση την όλη προσπάθεια μεταρρύθμισης του κρίσιμου τομέα της Δικαιοσύνης. Θα επιδιώξει τη μείωση του χρόνου εκδίκασης των υποθέσεων και έκδοσης των πρωτόδικων αποφάσεων από 700 ημέρες σε 400 και μαζί να περιορίσει τον όγκο των υποθέσεων που θα φθάνουν στα δικαστήρια.
Οπως έχει προαναγγείλει, η καθ’ έξιν δικομανείς μηνυτές θα υποχρεωθούν να πληρώνουν πανάκριβα τυχόν αρχειοθέτηση των μηνύσεών τους από το Πρωτοδικείο. Κατά πληροφορίες τα δικαστικά έξοδα που υποχρεώνονται να καταβάλουν σε αυτή την περίπτωση θα κυμαίνονται μεταξύ 2.000 και 3.000 ευρώ!