Είναι το πολιτικό αφήγημα που υιοθέτησε από την πρώτη στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο για να διαχειριστεί την ήττα αλλά και για να περιορίσει νέες πιθανές απώλειες: μια νέα σαρωτική νίκη της ΝΔ, είπαν, θα δημιουργήσει συνθήκες «απόλυτης ηγεμονίας». Το είπε και ο ίδιος ο πρόεδρος του κόμματος την επομένη των εκλογών. «Το αποτέλεσμα των εκλογών είναι φοβάμαι οδυνηρό και για την κοινωνία, εάν επαναληφθεί θα δημιουργήσει ασφυκτικές συνθήκες για τη δημοκρατία».
Στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ το πήγαν ένα βήμα παραπέρα, με τον υποψήφιο βουλευτή του κόμματος Κώστα Ζουράρι να χαρακτηρίζει εξωφρενική την ισότητα της ψήφου. Οπως είπε μιλώντας στην κόρη του «είσαι 17 χρονών και εγώ είμαι αυτός που είμαι και η ψήφος η δίκη σου είναι ίση με τη δίκη μου, αυτό το εξωφρενικό είναι η δημοκρατία». Στην προσπάθειά του να τον προστατέψει ο παρουσιαστής τον ρωτά «είναι εξωφρενικό;». «Βεβαίως είναι εξωφρενικό, κάποιος με τη μόρφωση τη δική μου, με την πείρα τη δική μου δεν μπορεί να εξισούται με τον άγουρο». Την ίδια στιγμή σε άλλη εκπομπή ο πρώην υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Ξυδάκης έλεγε πως «ένα μέρος όσων ψήφισαν ΝΔ έχουν ομίχλη στα μυαλά, έχουν σύνδρομο Στοκχόλμης», ενώ οι νέοι που ψήφισαν ΝΔ «είτε δεν έχουν καταλάβει, είτε οι γονείς τους δεν έχουν καταλάβει τι συμβαίνει».
«Ορμπανοποίηση» του πολιτικού διαλόγου
Δεν ξέρω τι από τα δύο μπορεί να εκληφθεί ως μεγαλύτερος κίνδυνος για τη δημοκρατία, το να συγκεντρώνει μεγάλο ποσοστό το πρώτο κόμμα ή να αμφισβητούν κομματικά στελέχη τη βούληση των πολιτών και την ισότητα της ψήφου τους. Ξέρω όμως ότι σε μια φιλελεύθερη δημοκρατία καμία εξουσία δεν ασκείται ανεξέλεγκτα. Αν μάλιστα κάνει κανείς μία σύντομη ιστορική αναδρομή διαπιστώνει ότι οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα αντιμετωπίζουν μάλλον το αντίθετο πρόβλημα. Οποτε υπήρξαν, οι ισχνές πλειοψηφίες κρατούσαν τους πρωθυπουργούς δέσμιους εσωκομματικών ισορροπιών, εξαιτίας των οποίων δεν μπορούν να προχωρήσουν σε τομές, συχνά δε ούτε να κυβερνήσουν.
Την ίδια στιγμή ξενίζει το γεγονός ότι χαρακτηρίζεται «ορμπανικό» από κάποιους ένα ποσοστό σαν αυτό που χρειάζεται ένα κόμμα απλώς για να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Συνεπώς, το ζήτημα δεν είναι ούτε ο «ορμπανισμός», ούτε ο «ερντογανοποίηση», ούτε οι «ηγεμόνες». Αλλά μια αντίληψη αντιπολιτευτικής τακτικής που «ερντογανοποιεί» το πολιτικό σύστημα και «ορμπανοποιεί» τον πολιτικό διάλογο.
Η συσπείρωση του «μετώπου της λογικής»
Στην πραγματικότητα ο Κυριάκος Μητσοτάκης φαίνεται να πέτυχε αυτόν τον εκλογικό θρίαμβο για λόγους ακριβώς αντίθετους από αυτούς που υπονοούνται στον φόβο που εκφράζεται. Κατάφερε να ενσαρκώσει την επιστροφή στην κανονικότητα κόντρα στις κραυγές και τον υπερθετικό βαθμό. Δημιούργησε τον πολιτικό χώρο για να συναντηθούν δυνάμεις από διαφορετικές πολιτικές αφετηρίες που έδιναν όμως μάχες στα ίδια χαρακώματα απέναντι σε αντιδημοκρατικές πρακτικές, τον τραμπουκισμό, την εχθροπάθεια, το κοινωνικό μίσος και την τοξικότητα. Η σαρωτική διαφορά που εμφανίστηκε στην κάλπη δεν αποτέλεσε ένα τυχαίο, ούτε συγκυριακό γεγονός, ούτε είχε να κάνει μόνο με την αδυναμία διατύπωσης πειστικής πρότασης από τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατάφερε να πετύχει αυτό το αποτέλεσμα συγκεντρώνοντας γύρω από το πρόσωπό του το πολυσυζητημένο «μέτωπο της λογικής», το ρεύμα που στα χρόνια της κρίσης ένιωσε μοναξιά και το οποίο υπό την άτυπη ηγεσία του κατάφερε να το συσπειρώσει και να το κάνει πλειοψηφικό.
Προφανώς σε μία δυτική δημοκρατία χρειάζεται μία σοβαρή, θεσμική αντιπολίτευση ως αντίβαρο σε δυνητική κυβερνητική αυθαιρεσία. Το ερώτημα όμως που φαίνεται να απάντησαν οι πολίτες με την ψήφο τους είναι: μία δημοκρατία προστατεύεται από μία αντιπολίτευση που αντιμετωπίζει την πραγματικότητα ως κατασκευή, χαρακτηρίζει φασιστική κάθε κυβερνητική απόφαση και χούντα εκλεγμένες κυβερνήσεις, διοργανώνει πορείες εν μέσω πανδημίας, δικαιολογεί την αγανακτισμένη βία, αντιπολιτεύεται με hashtag «Μητσοτάκη γ@μ…σ@ι», με τη δήθεν νεκρή Μαρία, με δολοφονίες χαρακτήρων και στοχοποίηση του Τύπου ή βαφτίζει τις άμυνες της δημοκρατίας ακροδεξιά ατζέντα και trendy τον αντισυστημισμό;
Στην πραγματικότητα «ασφυκτικές συνθήκες για τη δημοκρατία» μάλλον προκύπτουν όταν οι δημοσκόποι καταγγέλλουν ότι φοβόντουσαν να δημοσιοποιήσουν τα αποτελέσματα των μετρήσεών τους, διότι υπέστησαν πιέσεις και απειλές. Ή όταν αμφισβητείται η βούληση των πολιτών και υποτιμάται η νοημοσύνη τους με την προβολή του επιχειρήματος ότι δεν κατάλαβαν τι ψήφισαν. Κάτι παρόμοιο είχε γίνει στο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ τον Οκτώβριο του 2016. Τότε οι σύνεδροι ψήφισαν κόντρα στην εισήγηση του Αλέξη Τσίπρα, με αποτέλεσμα να τους πει ενοχλημένος «αν καταλαβαίνετε τι ψηφίζετε καλώς. Αλλά αν δεν καταλαβαίνετε, τότε υπάρχει θέμα γιατί ψηφίσατε ενάντια στην εισήγησή μου». Τελικά οι σύνεδροι κλήθηκαν να ξαναψηφίσουν και βγήκε το αποτέλεσμα που επιθυμούσε ο αρχηγός του κόμματος. Καλώς ή κακώς, κάτι τέτοιο στις εθνικές εκλογές δεν μπορεί να γίνει.