Αν η πανδημία και ο πόλεμος στην Ουκρανία αποτέλεσαν για ορισμένους, ως σπάνια και απροσδόκητα γεγονότα, δύο μάλλον «μαύρους κύκνους», σύμφωνα με τον όρο που εισήγαγε ο λιβανο-αμερικανός φιλόσοφος, δοκιμιογράφος και πρώην trader παραγώγων Νίκολας Nασίμ Ταλέμπ, η τραγωδία των Τεμπών, ως το τρίτο ακραίο γεγονός κατά την περίοδο της διακυβέρνησης της χώρας υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη, συγκεντρώνει μάλλον τα χαρακτηριστικά του «γκρίζου ρινόκερου».
Σύμφωνα με τον συγκεκριμένο όρο, που εισήγαγε εξάλλου η Μισέλ Γούκερ, αμερικανίδα συγγραφέας, σχολιάστρια και πολιτική αναλύτρια, καθώς η κατάσταση του σιδηροδρομικού δικτύου της χώρας, αλλά και στον ΟΣΕ συνολικά, υποτιμούνταν συστηματικά, η τραγωδία αυτή είχε αρκετές πιθανότητες να πραγματοποιηθεί, προκαλώντας τελικά σοκ στην ελληνική κοινωνία, προκαλώντας μάλιστα σύμφωνα με την αγορά λίγο πριν τις επικείμενες εκλογές και την επιστροφή του αποκαλούμενου πολιτικού ρίσκου στη χώρα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το τελευταίο διάστημα το κόστος δανεισμού της Ελλάδας για 10 χρόνια ήταν καλύτερο ή το ίδιο με το ιταλικό, παρά το γεγονός ότι χώρα μας δεν έχει ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα, ενώ το τελευταίο 5μηνο οι μετοχές στο Χρηματιστήριο της Αθήνας σημείωσαν άνοδο 43%, κερδίζοντας 20 δισ. ευρώ, πριν τα τραγικά γεγονότα των Τεμπών ανακόψουν τη δυναμική της αγοράς που σημείωσε τις τελευταίες ημέρες απώλειες 4 δισ. ευρώ περίπου, αν και για ορισμένους ούτως ή άλλως τεχνικά (η αγορά) ήταν έτοιμη για μία διόρθωση. Το κλίμα επιδείνωσε η κατάρρευση της αμερικανικής Silicon Valley Bank.
Εκκληση Στουρνάρα για «σύνεση»
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας ανέφερε πάντως στους «Financial Times» πως η Ελλάδα βρίσκεται κοντά στην ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας το 2023, προτρέποντας την επόμενη κυβέρνηση της χώρας να διατηρήσει τη δημοσιονομική σύνεση. Οι οίκοι αξιολόγησης, ανέφερε, θα αναβαθμίσουν τα ελληνικά ομόλογα εντός μηνών, εάν οι βουλευτές δώσουν το σήμα ότι έχουν την πρόθεση να συνεχίσουν τις μεταρρυθμίσεις και να αξιοποιήσουν το «παράθυρο ευκαιρίας» για να μειώσουν σημαντικά το βάρος του δημόσιου χρέους.
Διεθνείς επενδυτές δείχνουν ωστόσο μερικώς μουδιασμένοι, προσπαθώντας να κατανοήσουν την επίδραση της τραγωδίας των Τεμπών στο εκλογικό σώμα, αλλά και τις πιθανές μεταβολές στους πολιτικούς συσχετισμούς εν όψει των επερχόμενων εκλογών και το κατά πόσο (οι συσχετισμοί) αυτοί και η επιστροφή του πολιτικού ρίσκου θα μπορούσαν να αλλάξουν τη διαφαινόμενη το προηγούμενο διάστημα πορεία ανάδειξης μιας σταθερής κυβέρνησης (με οποιαδήποτε μορφή) υπό τον Κ. Μητσοτάκη που δεν θα μετέβαλλε ουσιαστικά την οικονομική πολιτική της χώρας.
Τα δύο στοιχήματα και το μούδιασμα
Μία ομάδα ελλήνων και διεθνών ισχυρών επενδυτών δείχνει μάλιστα πεπεισμένη πως η χώρα έχει γυρίσει σελίδα, η ελληνική οικονομία θα συνεχίσει να αναπτύσσεται και τα επόμενα χρόνια πολύ πάνω από τον μέσο όρο της ευρωζώνης, ενώ οι επενδύσεις θα συνεχιστούν κλείνοντας το επενδυτικό κενό που δημιουργήθηκε από τη 10ετή κρίση χρέους. Η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε π.χ. ισχυρότερη ανάπτυξη 5,9% πέρυσι, ενώ την ώρα που η κυβέρνηση προβλέπει 1,8% αντίστοιχα εφέτος, ορισμένες ξένες τράπεζες άρχισαν να αναβαθμίζουν τις εκτιμήσεις τους για ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ πάνω από το 3% το 2023. Τα πρώτα στοιχεία από τον τουρισμό συνηγορούν π.χ. σε αυτό, την ώρα που η ανάπτυξη, όπως υποστηρίζουν, δείχνει πλέον να έχει πραγματικά βιώσιμα χαρακτηριστικά με την οικονομία να καθίσταται ολοένα και πιο εξωστρεφής. Παράλληλα, η χώρα έχει μπροστά της δύο στοιχήματα (επενδυτική βαθμίδα για τα ελληνικά ομόλογα και ανάκτηση του στάτους της ανεπτυγμένες αγοράς για το Χρηματιστήριο) που θα της προσδώσουν νέα δυναμική, καθώς τα κεφάλαια που δυνητικά θα μπορούσαν να τοποθετηθούν στην εγχώρια αγορά είναι δεκαπλάσια των σημερινών.
Για ορισμένους διεθνείς fund managers, το αποτύπωμα της διακυβέρνησης Μητσοτάκη στην ελληνική οικονομία, στις επενδύσεις και στην αγορά είναι σε γενικές γραμμές θετικό, και δύσκολα τα τραγικά γεγονότα των Τεμπών θα οδηγήσουν σε ουσιαστική αλλαγή στην οικονομική πολιτική της χώρας. Ορισμένοι θυμήθηκαν μάλιστα πως ούτε η φονική πυρκαγιά στην Ηλεία με τον περίφημο «στρατηγό άνεμο» ούτε η τραγωδία στο Μάτι μετέβαλαν ουσιαστικά τους πολιτικούς συσχετισμούς, καθώς οι ψηφοφόροι (καλώς ή κακώς) ψηφίζουν τελικά με διαφορετικά κριτήρια. Αν πάντως δεν υπάρξουν πειστικές απαντήσεις στην τραγωδία των Τεμπών, εκτιμάται πως θα αυξηθεί η έλλειψη εμπιστοσύνης προς το πολιτικό σύστημα, με επιπτώσεις στην αντισυστημική ψήφο και στο εύρος της αποχής από τις εκλογές.
Επιφυλακτική στάση λόγω του ρίσκου
Από την άλλη πλευρά ωστόσο, μακροπρόθεσμου χαρακτήρα κεφάλαια που αναζητούν επενδυτικές ευκαιρίες στην Ελλάδα, θεωρούν πως το αναδυόμενο πολιτικό ρίσκο στη χώρα δεν έχει αποσαφηνιστεί ακόμη και τηρούν μάλλον επιφυλακτική στάση, καθώς εύκολα εάν υπάρξει πολιτικό αδιέξοδο για μία περίοδο, θα τεθεί σε κίνδυνο η ανάγκη επίτευξης εφέτος πρωτογενών πλεονασμάτων που θα μπορούσαν να αποτρέψουν και την απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, βάζοντας τη χώρα σε περιπέτειες. Π.χ. την περασμένη Τετάρτη, εν μέσω των διαδηλώσεων για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες χάθηκαν τουλάχιστον 57 ζωές, μία τέτοια ομάδα διεθνών επενδυτών, αφού άκουσε με προσοχή την παρουσίαση των θετικών προοπτικών της χώρας και των επενδυτικών της ευκαιριών, κινούμενη στους δρόμους πέριξ του Συντάγματος (πέρα από το εύρος των διαδηλωτών) προσπαθούσε να αποκωδικοποιήσει τις μολότοφ που ακούγονταν. Και αν για έναν εξ αυτών, καθώς είχε καταγωγή από την Κολομβία, τα πράγματα ήταν κάπως πιο εύκολα, για τους άλλους ήταν δύσκολο να κατανοήσουν όλα τα δεδομένα μιας κατά τα άλλα ώριμης δυτικής δημοκρατίας, πόσο μάλλον να ερμηνεύσουν το γιατί κάποιοι βεβήλωσαν το μνημείο των νεκρών της Marfin για να «τιμήσουν» τους νεκρούς των Τεμπών.