Αναβρασμός επικρατεί σε παραδοσιακούς διεθνείς μιντιακούς κολοσσούς οι οποίοι περνούν σε νέους παίκτες, εγείροντας εύλογα ερωτήματα για την αξιοπιστία της πληροφόρησης και την ανεξαρτησία και αμεροληψία των μέσων ενημέρωσης σε μια εποχή που η σαρωτική έφοδος της τεχνολογίας και της κοινωνικής δικτύωσης έχει κλονίσει τα παραπάνω χαρακτηριστικά και έχει αλλάξει άρδην το τοπίο της ενημέρωσης.
Υπό αυτό το πρίσμα, η συνταξιοδότηση του 92χρονου Ρούπερτ Μέρντοχ από την ηγεσία της μιντιακής του αυτοκρατορίας προκαλεί προβληματισμό για τη μελλοντική πορεία που θα χαράξει σε αυτήν ο διάδοχος και μεγαλύτερος γιος του Λάχλαν Μέρντοχ, ο οποίος πήρε το δαχτυλίδι της διαδοχής, αναλαμβάνοντας καθήκοντα νέου εκτελεστικού προέδρου της News Corporation και διευθύνοντος συμβούλου της Fox Corporation.
Το «στοίχημα» των εκλογών
Τα στοιχήματα ήδη δίνουν και παίρνουν για την ειδησεογραφική κάλυψη που θα κάνει ο όμιλος, ιδίως το κανάλι Fox News, του επόμενου μεγάλου παγκόσμιου πολιτικού «ραντεβού», που δεν είναι άλλο από τις αμερικανικές εκλογές του ερχόμενου έτους. Ποια στάση θα κρατήσουν τα Μέσα του Μέρντοχ εν όψει της προεδρικής κούρσας και ποια ατζέντα θα προωθήσουν; Θα στηρίξουν τον πρώην πρόεδρο και νυν Ρεπουμπλικανό διεκδικητή Ντόναλντ Τραμπ, που άλλοτε τον εκθείαζαν, όμως τα τελευταία χρόνια τον «πρόδωσαν»;
«Δεν είναι μυστικό ότι τόσο ο ίδιος (ο Λάχλαν) όσο και ο πατέρας του δεν είναι μεγάλοι θαυμαστές του πρώην προέδρου» αναφέρει στο BBC ο αυστραλός βιογράφος του υιού Μέρντοχ, Πάντι Μάνινγκ. «Αλλά εάν το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα συσπειρωθεί πίσω από τον Τραμπ ως υποψήφιο στις προεδρικές εκλογές του 2024, το Fox News δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να τον υποστηρίξει».
Προϋπόθεση βέβαια είναι ότι τα μικρότερά του αδέλφια δεν θα προλάβουν τις εξελίξεις αμφισβητώντας τον Λάχλαν Μέρντοχ όταν πεθάνει ο υπερήλικος πατριάρχης της οικογένειας. Είναι γνωστό ότι οι σχέσεις τους δεν είναι και οι καλύτερες, ενώ σύμφωνα με τους «Financial Times», «υπάρχουν εικασίες ότι η Ελίζαμπεθ, ο Τζέιμς και η Προύντενς, της οποίας οι πολιτικές πεποιθήσεις κυμαίνονται στα αριστερά του συντηρητικού Λάχλαν, θα μπορούσαν με τις ψήφους τους να τον αντικαταστήσουν στην αυτοκρατορία των μέσων ενημέρωσης».
Σε κάθε περίπτωση, η αποχώρηση του ανθρώπου που διαμόρφωσε επί επτά δεκαετίες τις παγκόσμιες πολιτικές και όχι μόνο εξελίξεις, σε βαθμό που να έχει ειπωθεί ότι «αποτελεί απειλή για τη δημοκρατία», σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής που όμοιά της είναι δύσκολο να υπάρξει.
Οι Αραβες στο «παιχνίδι»
Σε αυτό το ρευστό τοπίο «πόδι» στη μιντιακή αγορά της Γηραιάς Ηπείρου βάζουν Αραβες από τις χώρες του Κόλπου οι οποίες, αναγνωρίζοντας τη σημασία της επιρροής των μεγάλων εφημερίδων στη διαμόρφωση των παγκόσμιων αντιλήψεων, επιδιώκουν να ενισχύσουν την παρουσία τους στα διεθνή μέσα ενημέρωσης. Σύμφωνα με το βρετανικό δίκτυο SkyNews, τον περασμένο μήνα η οικογένεια Μπάρκλεϊ, που είχε μέχρι πρότινος την εφημερίδα «Telegraph», υπέβαλε πρόταση για να αγοράσει πίσω χρέος περίπου 1 δισεκατομμυρίων λιρών που οφείλει στη Lloyds Banking Group και να ανακτήσει τον έλεγχο της εφημερίδας.
Τον περασμένο Ιούνιο ο έλεγχος της εφημερίδας είχε περάσει στην τράπεζα εξαιτίας του προβληματικού δανείου της οικογένειας Μπάρκλεϊ που είχε ληφθεί με εγγύηση βασικών περιουσιακών στοιχείων των επιχειρήσεών της, μεταξύ των οποίων και ο όμιλος της «Telegraph». Φέρεται λοιπόν ότι η οικογένεια εξασφάλισε χρηματοδότηση από «ανώνυμους υποστηρικτές» που λέγεται ότι έχουν την έδρα τους στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Την ίδια ώρα ωστόσο αντίπαλες μιντιακές ομάδες συνομιλούν με άραβες επενδυτές από το Κατάρ σχετικά με την παροχή κεφαλαίων για την απόκτηση του ομίλου της «Telegraph», ο οποίος εδώ και μερικούς μήνες έχει βγει στο σφυρί. Συγκεκριμένα, o όμιλος των εφημερίδων «Daily Mail» και «General Trust» (DMGT) βρίσκεται σε συνομιλίες με Καταριανούς με στόχο την εξαγορά του μιντιακού ομίλου της «Telegraph».
Οι πιθανοί πλειοδότες πιστεύουν ότι η κυβέρνηση του Λονδίνου δεν έχει κανένα πρόβλημα με το σενάριο ιδιοκτησίας βρετανικών μέσων από χώρες του Κόλπου, ο οποίες ούτως ή άλλως κατέχουν βρετανικούς ποδοσφαιρικούς συλλόγους. Αντίθετα, προσβλέπει σε περαιτέρω επέκταση των Αράβων στη βρετανική αγορά των μίντια, το οποίο αποδεικνύεται, όπως επισημαίνουν οι «Financial Times», από τη συνάντηση που είχε στα μέσα Σεπτεμβρίου ο πρωθυπουργός Ρίσι Σούνακ με τον διάδοχο της Σαουδικής Αραβίας Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν για να συζητήσουν τις περαιτέρω προοπτικές για επενδυτικές συνεργασίες.
Χαμόγελα στη «Le Monde»
Στην ιστορική εφημερίδα «Le Monde» έχουν κάθε λόγο να χαμογελούν. Το περασμένο Σάββατο ο γάλλος μεγιστάνας των τηλεπικοινωνιών και της τεχνολογίας Ξαβιέ Νιέλ ανακοίνωσε ότι εξαγοράζει τις μετοχές του τσέχου δισεκατομμυριούχου Ντανιέλ Κρετίνσκι, σύμφωνα με την ομόφωνη συναίνεση του «Πόλου Ανεξαρτησίας» (Pôle d’indépendance), μιας ομάδας που εκπροσωπεί δημοσιογράφους, αναγνώστες και λοιπούς εργαζομένους της εφημερίδας και η οποία κατέχει μερίδιο 25,4%.
Ο Νιέλ αναμένεται να μεταβιβάσει τις μετοχές, μαζί με αυτές που ήδη κατέχει, στο λεγόμενο «Ταμείο για την ανεξαρτησία του Τύπου» (Fonds pour l’indépendance de la presse), στο διοικητικό συμβούλιο του οποίου προεδρεύει ο Αλάν Φρασόν, πρώην διευθυντής σύνταξης της «Monde». Την ίδια ώρα, ο τραπεζίτης Ματιέ Πιγκάς ανακοίνωσε ότι μεταβιβάζει και τις δικές του μετοχές σε αυτό το μη κερδοσκοπικό ταμείο που θα καταστεί ο μεγαλύτερος μέτοχος του ομίλου.
Πρόκειται για μια στιγμή-ορόσημο στην ιστορία της εφημερίδας που θα διαφυλάξει την ανεξαρτησία της, η οποία είχε τεθεί εν αμφιβόλω με την άφιξη του Κρετίνσκι το 2018, πυροδοτώντας την αντίδραση των εργαζομένων. Με το κλείσιμο αυτού του πικρού κεφαλαίου «μαζί θα γιορτάσουμε την 80ή επέτειό μας τον επόμενο χρόνο, πεπεισμένοι ότι αυτό το μακρύ ταξίδι οφείλεται τόσο στη δέσμευση κάθε μέλους της εταιρείας μας στην ελευθερία της ενημέρωσης όσο και στην πιστή και συνεχώς αυξανόμενη υποστήριξή μας από αναγνώστες» καταλήγει editorial της εφημερίδας.