Η κυρία Αμαλία Βιγκάτο είναι απόγονος της οικογένειας Βιγκάτο, της οικογένειας που «ευθύνεται», κατά κάποιον τρόπο, για την καλλιέργεια του ροδάκινου στην περιοχή της Ημαθίας. Η οικογένειά της τη δεκαετία του 1920 έφερε στην περιοχή και φύτεψε μικρά δέντρα ροδακινιάς από την Ιταλία. Τα χρόνια τα πολλαπλασίασαν. Και φτάσαμε στο σήμερα.
Μάθαμε ότι η οικογένειά σας συνέβαλε στην εμφάνιση της ροδακινοκαλλιέργειας στην περιοχή μας. Μπορείτε να μας διηγηθείτε αυτή την ιστορία;
«Η οικογένειά μου κατάγεται από την Πάδοβα της Βόρειας Ιταλίας· εκεί σπούδαζε ένας γιατρός από τα Γιαννιτσά και πήγαινε συχνά στον παππού μου. Εξαιτίας της οικονομικής κρίσης του 1917 – στο τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου – υπήρχε μία οικονομική αστάθεια σε όλη την Ευρώπη· περίπου το 1920, τα συνδικάτα άρχισαν να επιβάλλουν στους κτηματίες να έχουν περισσότερους εργάτες δημιουργώντας οικονομικά προβλήματα στην οικογένεια, και ο έλληνας φοιτητής πρότεινε να μετακινηθούν στην Ελλάδα για να δραστηριοποιηθούν στον γνώριμό τους γεωργικό χώρο εφαρμόζοντας τις γνώσεις τους προκειμένου να επιλύσουν τα βιοποριστικά τους προβλήματα.
Ετσι, αποφάσισε όλη η οικογένεια, δηλαδή ο παππούς με πέντε παιδιά, ο αδερφός του και η αδερφή τους, φορτώνοντας όλα τα εργαλεία τους – από τα πιο μικρά στα πιο μεγάλα – σε ένα βαπόρι γεμάτο γεωργικά εργαλεία, να μεταναστεύσουν στην Ελλάδα. Η ύπαρξη, όμως, της ελονοσίας καθώς δεν είχε αποξηρανθεί η λίμνη των Γιαννιτσών, τους ανάγκασε να μετακομίσουν στη Θεσσαλονίκη, όπου αγόρασαν ένα μεγάλο χωράφι και άρχισαν να το καλλιεργούν· οι καλλιέργειές τους ήταν ιδιαίτερα αποδοτικές σε σχέση με τις υπάρχουσες, προκαλώντας την έκπληξη της τοπικής κοινωνίας αλλά και των πανεπιστημιακών γεωπόνων και του ναουσαίου επιχειρηματία Λαναρά. Ο Λαναράς είχε ένα μεγάλο κτήμα 500 περίπου στρεμμάτων στη Νάουσα με μήλα, από το οποίο δεν είχε καθόλου έσοδα. Συνάντησε λοιπόν τον πατέρα μου και του ζήτησε να συνεργαστούν. Εφεραν και φύτεψαν μικρά δέντρα ροδακινιάς από την Ιταλία. Στο κτήμα εργάζονταν 2.000 εργάτες. Ετσι ξεκίνησε αυτή η ιστορία. Στη συνέχεια όλοι οι ντόπιοι που είχαν ένα μικρό χωράφι άρχισαν να φυτεύουν ροδακινιές. Σταδιακά εξαπλώθηκε η καλλιέργειά τους σε όλη την Ημαθία».
Πώς αισθανόταν ο πατέρας σας όταν έβλεπε την εξάπλωση της καλλιέργειας των ροδακίνων;
«Αισθανόταν πολύ χαρούμενος· μέχρι τα βαθιά του γεράματα πήγαινε στα χωράφια, συναντούσε τους αγρότες κάθε απόγευμα, καθόταν με τις ώρες και δίδασκε τον σωστό τρόπο καλλιέργειας».