Μια νέα σχολική χρονιά αρχίζει και όπως κάθε χρόνο οι δομές τις εκπαίδευσης είναι σε εγρήγορση για την οργάνωση και προετοιμασία της. Ομως, θεωρώ ότι είναι επιβεβλημένο να προβληματιστούμε για τη δυναμική της σημερινής πραγματικότητας στον τομέα της εκπαίδευσης. Αδιαμφισβήτητα η εκπαίδευση συνδέεται με την κοινωνική κινητικότητα και η έλλειψή της συνεπάγεται, για όσους δεν μπορούν να την αποκτήσουν, κοινωνική καθήλωση. Ετσι, η παροχή εκπαίδευσης σε όλους μετατρέπεται σε αίτημα κοινωνικής δικαιοσύνης με στόχο την εξασφάλιση ίσων ευκαιριών. Η αντίληψη αυτή κατοχυρώθηκε στο ελληνικό Σύνταγμα ως βασικό δικαίωμα του ατόμου και ως υποχρέωση του κράτους να την εξασφαλίσει, με βασικό επακόλουθο από τη μία την υποχρεωτική εκπαίδευση και από την άλλη την ανάληψη του κόστους παροχής της από το κράτος. Συνεπώς, σε όλες τις ευνομούμενες πολιτείες η έννοια της ισότητας των εκπαιδευτικών ευκαιριών έχει ιδιαίτερη σημασία, ενώ το κράτος οφείλει να φροντίζει – και φροντίζει – ώστε να εξασφαλίζεται η πρόσβαση στην εκπαίδευση σε όλους.

Ομως άλλο εκπαίδευση και άλλο Παιδεία.

Παρά τις μεταβολές που έχουν επιτελεσθεί εξακολουθεί να υπάρχει μεγάλη διάσταση μεταξύ της εκπαιδευτικής πράξης, όπως αυτή επιτελείται μέσα στο εκπαιδευτικό μας σύστημα όλων των βαθμίδων, και της Παιδείας που παρέχεται στους νέους μας. Είναι εμφανές το σταδιακά φθίνον, σημαντικό έλλειμμα Παιδείας στη χώρα μας.

Η έλλειψη της σύνθεσης Εκπαίδευσης – Παιδείας, αλλά και μια γενικότερη ποιοτική υποβάθμιση είναι πρωτίστως αυτά που εκφράζουν το πρόβλημα Παιδείας που αντιμετωπίζει η χώρα μας. Η Παιδεία στην οποία πρέπει να στοχεύουμε δεν μπορεί να αποτελεί πεδίο αβασάνιστων κομματικών και παραταξιακών σκοπιμοτήτων – αυτές την αποπροσανατολίζουν. Επίσης, δεν μπορεί να περιορίζεται στο ενδιαφέρον περί της βαθμολογίας των Πανελλαδικών Εξετάσεων, στους βαθμούς των επιμέρους μαθημάτων, στην απόκτηση τυπικών προσόντων, αλλά να στοχεύει στη γενικότερη στάση της κοινωνίας και της πολιτείας απέναντι στην Παιδεία – με την ελληνική της έννοια.

Οφείλουμε να προβληματισθούμε βαθιά στο αν τελικά σήμερα το σχολείο διαμορφώνει ήθος ή απλώς καλλιεργεί «δεξιότητες» ή/και την αποστήθιση γνώσεων και αριθμών. Μήπως άραγε έχει παραμεληθεί η Ανθρωπιστική Παιδεία χάριν της Τεχνολογικής και αυτό βλάπτει την ψυχοσύνθεση των παιδιών, τους στερεί πρότυπα και οράματα; Στην εποχή των Ηλεκτρονικών Υπολογιστών και της Ψηφιακής Τεχνολογίας οι νέοι μας χρειάζονται ακόμη περισσότερο το απόσταγμα της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας, της Ιστορίας και τις διδαχές της Ορθοδοξίας μας. Για να μην απομονωθούν και εθιστούν στον υπολογιστή. Για να υιοθετήσουν επί της ουσίας τον επιστημονικό τρόπο σκέψης. Για να μη γίνουν απαθείς θεατές της υλιστικής παγκοσμιοποίησης, η οποία γεννά οικονομικές κρίσεις σαν τη σημερινή και τις εξαπλώνει διασχίζοντας τα σύνορα. Για να έχουν διάκριση.

Τα ζητήματα έκπτωσης της Παιδείας που εμφανώς αντιμετωπίζει ο Ελληνισμός εκδηλώνονται σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας, πολιτισμικές, εθνικές, κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές, αλλά ακόμα και στην απλή καθημερινότητά μας όπως αυτή διαμορφώνεται από την επικοινωνία μας με τον κοινωνικό μας περίγυρο και το γενικότερο περιβάλλον μας, από αυτά που διαβάζουμε ή ακούμε στον Τύπο, το ραδιόφωνο, την τηλεόραση, τις ιδιωτικές συζητήσεις μας ή αλλού – με δύο λόγια, αυτά που βιώνουμε.

Η εξελικτική εποχή μας, μας οδήγησε σε μια πρωτοφανή ανάπτυξη της εξειδικευμένης επιστημονικής γνώσης σε κάθε τομέα, φοβερή σε ένταση και ρυθμό. Η δίνη αυτής της αναζήτησης και ανάπτυξης παρέσυρε ολόκληρο το εκπαιδευτικό οικοδόμημα σε βαθμό που έγινε πλέον ασαφής η ίδια η μορφή του οικοδομήματος αυτού. Ως οικοδόμημα η Παιδεία οφείλει να έχει σαφή μορφή και πρέπει να βρει την ταυτότητά της, το όραμά της, τους στόχους της. Την εικόνα αυτού του φαινομένου δίνουν σήμερα τα εκπαιδευτικά συστήματα όλων σχεδόν των χωρών, όπου η λειτουργία τους και ο λόγος ύπαρξής τους υπήρξε πάντα η διαμόρφωση της εκπαίδευσης ως συνειδητής πράξης Παιδείας. Εν κατακλείδι απαιτείται βαθύτερη θεώρηση των πραγμάτων.

Ομως, πώς μπορούμε να αντισταθούμε σε αυτό; Πώς μπορούμε να διατηρήσουμε την πολιτιστική ιδιοπροσωπία, την ταυτότητά μας, χωρίς να μεταμορφωθούμε σε άμορφο χυλό; Εδώ προφανώς ανακύπτει το «χρέος μας» ως εκπαιδευτικής κοινότητας απέναντι στη νέα γενιά. Δεδομένου ότι βρισκόμαστε σε μια μεταπτωτική περίοδο της ιστορίας – πολλοί την ονομάζουν 4η τεχνολογική επανάσταση – μια τέτοια κρίση αξιών και αρχών είναι ιστορικά αναμενόμενη.

Ομως, η Παιδεία στην οποία πρέπει να στοχεύουμε δεν μπορεί να αποτελεί πεδίο αβασάνιστων παρορμητικών αποφάσεων και πιθανόν κάποιων σκοπιμοτήτων, αλλά πεδίο βαθύτερου στοχασμού.

Θεωρώ ότι αποτελεί βασική προϋπόθεση και ανάγκη για την επιβίωσή μας ως εθνικής, ιστορικής και πολιτισμικής οντότητας στον σύγχρονο κόσμο και την εκπλήρωση του χρέους μας απέναντι στην οικουμένη που βιώνει τις αξίες του Ελληνισμού.

Η κυρία Ευγενία Πιερρή είναι εκπαιδευτικός, διευθύντρια Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Αχαΐας.