Η Σύμη είναι ένας μικρός τόπος και όλοι μας κάποια στιγμή πρέπει να πάρουμε μια μεγάλη απόφαση: «Θα μείνω ή θα φύγω;». Τι απαντούν σήμερα οι νέοι στη Σύμη στο απλό, αλλά θεμελιώδες αυτό ερώτημα; Θέλουν να περάσουν τη ζωή τους στο νησί ή σε κάποιον άλλο τόπο; Θέλουν να ταξιδέψουν, να σπουδάσουν, να γεμίσουν τις αποσκευές τους με εμπειρίες και γνώση και να ξαναγυρίσουν ή προτιμούν να ζήσουν σε ένα μεγάλο αστικό κέντρο, μια άλλη πόλη ή μια (γιατί όχι;) άλλη χώρα;
«Θέλω να μπορώ να συγκρίνω»
Το ρεπορτάζ δείχνει ότι η αγάπη για έναν τόπο συχνά ξεπερνά τη δύναμη της περιέργειας. Η Βιργινία, μαθήτρια της Γ’ Λυκείου, θέλει να σπουδάσει Αρχιτεκτονική. Η απόφασή της αυτή έχει να κάνει με την αρχιτεκτονική της Σύμης, αφού, όπως λέει η ίδια, «έχει συνηθίσει στο ωραίο».
Η απόφασή της αυτή είναι δύσκολη αφού χρειάζεται να πηγαίνει στη Ρόδο για μαθήματα σχεδίου, και αυτό είναι το παράπονό της. Δεν αντιδρά αρνητικά στην ιδέα να γυρίσει πίσω, όμως θα ήθελε να ζήσει και σε μια μεγάλη πόλη για να μπορεί να έχει το περιθώριο της σύγκρισης. Θέλει πρώτα να γνωρίσει τον κόσμο, να επιβιώσει σε ένα περιβάλλον που δεν την ξέρουν όλοι όπως τώρα, και μετά «βλέπουμε». Οπως πολύ χαρακτηριστικά λέει, «θέλω να μπορώ να κάνω τη σύγκριση, γιατί τώρα ξέρω μόνο αυτό, και το παραμικρό αρνητικό μού φαίνεται τεράστιο. Θέλω να ξέρω τι έχει να προσφέρει το κάθε μέρος και να αποφασίσω…».
Αλλοι συμμαθητές ή συμμαθήτριές της δηλώνουν χωρίς να το πολυσκεφτούν ότι θέλουν να σπουδάσουν αλλά να επιστρέψουν στο νησί τους. Και άλλοι αγωνιούν να ταξιδέψουν μακριά.
Εκτιμώντας την ποιότητα ζωής
Στη συζήτησή μας σύντομα μπαίνουν και οι… παλιότεροι. Η Μαρούλα, καθηγήτρια στο Πανορμίτειο Γυμνάσιο Σύμης, θυμάται ότι ως μαθήτρια ήταν σίγουρη ότι θα φύγει από τη Σύμη – ήθελε να φύγει πάση θυσία. Ο πατέρας της ήταν διευθυντής στο σχολείο και την προέτρεπε να φύγει και να δει τον κόσμο. Είχε στόχους να σπουδάσει, να γυρίσει τον κόσμο, να δουλέψει ως ερευνήτρια. Τα έκανε όλα αυτά όταν κάποια στιγμή, κατά τύχη, δούλεψε ως εκπαιδευτικός και το… λάτρεψε. Ξέχασε όλα τα παλιά όνειρα και κυνήγησε αυτή την επαγγελματική πορεία.
Κατά τύχη τελικά βρέθηκε στη Σύμη μια σχολική χρονιά, εκεί στα παλιά της λημέρια. Και δεν έφυγε ποτέ ξανά. Διά βίου φοιτήτρια η ίδια – και με τη βοήθεια της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης –, εκτίμησε την ποιότητα ζωής που μπορεί να προσφέρει ένα μικρό μέρος, τους χαλαρούς ρυθμούς, τον ελεύθερο χρόνο για να ασχοληθεί με τα χόμπι της και ενώ κατά καιρούς αποφασίζει να φύγει, είναι ακόμα ή για πάντα εδώ. «Αν θα φύγω ποτέ; Αν φύγω, δεν θα είναι γιατί το θέλω αλλά γιατί μου επιβάλλεται από την καριέρα μου. Αλλά πάντα θα μου λείπει η Σύμη – τσιμπάει η καρδιά μου και που το σκέπτομαι».
«Για τα παιδιά του νησιού μου»
Ενας από τους άριστους μαθητές του σχολείου είναι ο Νικήτας Κακακιός. Πέρασε στο Φυσικό Τμήμα της Σχολής Θετικών και Τεχνολογικών Επιστήμων Ηρακλείου, τέλειωσε τη σχολή του στην ώρα του και αμέσως ξεκίνησε το μεταπτυχιακό του. Ο Νικήτας όμως, ενώ η μόρφωση και οι ικανότητές του τού ανοίγουν διάφορες επιλογές, είναι αποφασισμένος να γυρίσει στη Σύμη. Του κάναμε μόνο μια ερώτηση: «Γιατί;». Ο Νικήτας δεν έχει ψευδαισθήσεις. Φοβάται τον αντίκτυπο που θα έχει στην κοινωνική του ζωή αυτή η απόφαση, όμως για τη ώρα είναι αποφασισμένος. Θυμάται τα προβλήματα που αντιμετώπισε ως μαθητής, αλλά περισσότερο θυμάται τους εκπαιδευτικούς που στάθηκαν δίπλα του, τον ενέπνευσαν και τον έσπρωξαν να πετάξει. Θυμάται την αγάπη που ένιωσε για αυτούς τους ανθρώπους. «Σκέφτηκα, γιατί να μη γίνω εκπαιδευτικός και εγώ στη Σύμη και να αξιωθώ και εγώ να κάνω καλό στα παιδιά του νησιού μου;» λέει χαρακτηριστικά.