Από τα αρχαία χρόνια και μέχρι τη δεκαετία του 1990 η οικονομία της Σύμης στηριζόταν στη θάλασσα. Οι περισσότεροι άνδρες ήταν ναυτικοί και συνήθως απουσίαζαν για πολλούς συνεχόμενους μήνες τον χρόνο. Επέστρεφαν για λίγο, εμπιστεύονταν όσα είχαν κερδίσει στις γυναίκες τους για να τα διαχειριστούν όπως έκριναν αυτές, ενώ οι ίδιοι απλά ξεκουράζονταν μέχρι να φύγουν για το επόμενο ταξίδι τους.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να διαμορφωθεί η ιδιαίτερη μητριαρχική κοινωνία της Σύμης, στην οποία οι γυναίκες διαφέντευαν τα σπίτια και τα παιδιά τους, ενώ είχαν ταυτόχρονα και πλήρη έλεγχο των οικονομικών της οικογένειας.
Παραδείγματα γενναιότητας
Δυο χαρακτηριστικά παραδείγματα της ιδιαίτερης γυναικείας προσωπικότητας της Σύμης είναι τα εξής:
- Η Ευγενία (Βγενιώ) Μαστορίδη το 1863 ήταν η πρώτη γυναίκα που έπεσε στη θάλασσα με σκάφανδρο. Ο σύζυγός της έφερε το πρώτο σκάφανδρο από τις Ινδίες (αγγλική αποικία τότε), όμως αντιμετώπισε ενδοιασμούς από τους σφουγγαράδες που δίσταζαν να φορέσουν το «φόρεμα του Διαβόλου»: η σύζυγός του, το Βγενιώ – που ήταν έγκυος εκείνη την εποχή σύμφωνα με την παράδοση –, φόρεσε τη στολή και βούτηξε στο λιμάνι της Σύμης. Αγαλμά της κοσμεί τώρα πια την Πλατεία Δημαρχείου. Και όντως είναι πολύ τρομακτική αυτή η στολή: Η μηχανολόγος – ηλεκτρολόγος, κυρία Ελένη Κλαδάκη-Βρατσάνου μεγάλωσε στη Σύμη και μας λέει ότι σαν παιδί έβλεπε τη στολή αυτή ως τον «μπαμπούλα» της. Ξυπνούσε έντρομη πως θα την έβαζαν μέσα σε αυτό το πράγμα για να την πετάξουν στη θάλασσα…
- Τα επόμενα χρόνια και τη δεκαετία του 1920 η ιταλική κατοχή άλλαξε το φορολογικό καθεστώς του νησιού (και όχι μόνο) και καθόρισε αιματηρούς φόρους. Οταν ήρθαν οι φοροεισπράκτορες, γνωρίζοντας ότι αν αντιδρούσαν οι άνδρες θα είχαν πολύ άσχημα αποτελέσματα, τρεις γυναίκες με αρχηγό την καπετάνισσα Μαρούλα Καραγιάννη κατέβηκαν στο λιμάνι και τους πέταξαν στη θάλασσα!
Η σημασία της μόρφωσης
Οι γυναίκες στη Σύμη είχαν άποψη την οποία εξέφραζαν ανοικτά, ήταν δυναμικές και με τη βοήθεια του Πανορμιτείου Γυμνασίου είχαν και βασική μόρφωση. Γιατί από την ίδρυσή του, το 1922, το σχολείο ήταν μεικτό. Αναζητήσαμε αρχεία από την ίδρυσή του για όλα τα θέματα που αφορούσαν τον μεικτό χαρακτήρα του σχολείου, ωστόσο καμία δημόσια συζήτηση της εποχής δεν αποκάλυψε ότι η εκπαιδευτική συνύπαρξη αγοριών και κοριτσιών τέθηκε ποτέ ως προβληματισμός, κάτι που πιθανότατα ήταν αυτονόητο για τους ιδρυτές του από την πρώτη στιγμή της λειτουργίας του. Στις αρχές του 20ού αιώνα, λοιπόν, στη Σύμη (που δεν ανήκε στην Ελλάδα) λειτουργούσε κανονικό Γυμνάσιο για αγόρια και κορίτσια. Πιθανά οι ιδρυτές αναγνώριζαν την ανάγκη για βασική μόρφωση των γυναικών μέσα στην ιδιαίτερη κοινωνία τους.
Από το Πανορμίτειο, στα 100 χρόνια που πέρασαν, βγήκαν γυναίκες που διέπρεψαν στην επιστημονική κοινότητα όλων των κλάδων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Μαριώ Μελετίου, που φοίτησε στη Νομική του Αριστοτελείου την πρώτη χρονιά που το ίδρυμα δέχτηκε γυναίκες.
Ιστορίες από το παρελθόν
Το παράδειγμα αυτό μας διηγείται η αρχαιολόγος και συγγραφέας, κυρία Ουρανία Καραγιάννη, η οποία μας επαναλαμβάνει τα λόγια της Μελετίου όπως τα άκουσε από την ίδια: «Οταν πρωτοπήγα στη σχολή μου, όλοι με κοιτούσαν με μισό μάτι. Ημουν και μικροκαμωμένη και ένιωθα τα κεφάλια να γυρίζουν γύρω μου. Μετά όμως από λίγο καιρό και αφού με είδαν μέσα στις τάξεις, όλοι γύριζαν και πάλι προς το μέρος μου, αλλά με θαυμασμό και συναγωνίζονταν να μου μιλήσουν». Η κυρία Κλαδάκη-Βρατσάνου σχολιάζει στη συνομιλία μας το πώς επηρεάστηκε η ζωή της από τα παιδικά της χρόνια στη μητριαρχική κοινωνία της Σύμης. «Για εμένα αυτό ήταν το φυσιολογικό και αυτό μου έμεινε για πάντα, και στο πανεπιστήμιο και στη ζωή μου» λέει χαρακτηριστικά. «Τα αγόρια μέσα στην τάξη, πιο φασαριόζικα από την ιδιοσυγκρασία τους, έκαναν την τάξη διασκεδαστική – έλεγαν και καμία παλιοκουβέντα και μαθαίναμε και εμείς κάτι που ήμασταν εντελώς ανίδεες» συνεχίζει χαριτολογώντας.
Η ίδια στην Τετάρτη Τάξη Γυμνασίου μετακόμισε στην Αθήνα και γράφτηκε σε ένα σχολείο θηλέων στην Πλάκα. «Ηταν δύσκολα» δηλώνει. Και τόσο διαφορετικά: Το άγριο κατσικάκι από τη Σύμη με το βαρύ γλωσσικό ιδίωμα βρέθηκε μέσα στις κομψές δεσποινίδες «των Αθηνών». Την κορόιδεψαν αρκετά, ωστόσο ήταν τυχερή που ο διευθυντής του σχολείου ήταν Καλύμνιος και αμέσως την πήρε υπό την προστασία του. Παρ’ όλα αυτά ένιωθε ότι η τάξη δεν είχε κέφι. Της έλειπαν οι ζωηροί και φωνακλάδες συμμαθητές της. «Ευτυχώς λίγο μετά με έγραψαν στο φροντιστήριο… εκεί είχε και αγόρια» καταλήγει στη σύντομη συνομιλία μας που γίνεται τυχαία μπροστά στο άγαλμα του παιδικού «μπαμπούλα» της…