Το Aνω Βαθύ είναι μια από τις σημαντικότερες περιοχές του νησιού της Σάμου και βρίσκεται ακριβώς πάνω από την πρωτεύουσά του. Η θέση του δίνει από μόνη της ένα μεγάλο πλεονέκτημα, επειδή κτίστηκε μακριά από την παραλία σε μεγάλο ύψος για να προστατεύεται από επιδρομές πειρατών. Δεν είναι αρχαία πόλη, αλλά μεταβυζαντινή, η οποία γνώρισε μεγάλη ακμή την περίοδο της Ηγεμονίας, από το 1834 μέχρι το 1912 που απελευθερώθηκε και ενώθηκε με την υπόλοιπη τότε Ελλάδα. Για την πόλη, την αρχιτεκτονική της περιοχής, τα κτίσματα αλλά και την ιστορία της ακούσαμε τις διηγήσεις της κυρίας Ελισάβετ Καραθανάση που είναι αρχιτέκτονας, της κυρίας Ελένης Χουσνή από τη Δημόσια Κεντρική Ιστορική Βιβλιοθήκη Σάμου αλλά και της κυρίας Ναυσικά Τσιρέπα.
Οπως μας εξηγούν, αν παρατηρήσει κανείς την αρχιτεκτονική του Ανω Βαθέος θα καταλάβει ότι είναι παρόμοια με άλλες περιοχές εντός και εκτός Σάμου. Συγκεκριμένα, είναι η ίδια που χρησιμοποιείται σε όλη την περιφέρεια του Βορείου Αιγαίου εκτός από τη Χίο. Ενα ενδιαφέρον στοιχείο για αυτή είναι ότι δεν έχει κάποια συγκεκριμένη ονομασία και αναφέρεται ως… ανώνυμη αρχιτεκτονική. Παρ’ όλα αυτά, έχει ρίζες από τους Ενετούς, καθώς για ένα χρονικό διάστημα υπήρχε Ενετοκρατία σε κάποια από τα νησιά στην περιφέρεια αυτή πριν την κατάληψή τους από τους Οθωμανούς. Η Τουρκοκρατία στα νησιά δεν την επηρέασε καθόλου. Κάθε κτίριο στο Ανω Βαθύ έχει τη δική του αρχιτεκτονική και τα δικά του χαρακτηριστικά που το κάνει να διαφέρει από τα άλλα.
Οι εκκλησίες στο Aνω Βαθύ
Ενα από τα πιο σημαντικά κτίρια που έχει μια περιοχή είναι οι εκκλησιές. Μία εξ αυτών διαφέρει σημαντικά από τις άλλες και ονομάζεται Αϊ-Γιαννάκης. Κτίστηκε το 1799 και μέχρι σήμερα βρίσκεται απέναντι από το ανοιχτό θέατρο του οικισμού. Από κοντά φαίνεται πως είναι δύο εκκλησίες ενωμένες, αλλά στην πραγματικότητα είναι μία. Αντίθετα από τις άλλες εκκλησίες έχει 4 τρούλους, δύο μικρούς μπροστά και δύο μεγάλους πίσω και έχει οικοδομηθεί με βάση τη βυζαντινή αρχιτεκτονική.
Δύο είδη αρχιτεκτονικής
Τα σπίτια στο Ανω Βαθύ, κατοικήσιμα ή μη, εκτιμάται ότι είναι ηλικίας τριακοσίων χρόνων και ίσως λίγο παραπάνω. Οι κατοικίες του Ανω Βαθέος, παρότι είναι πολλές και διαφορετικές μεταξύ τους, διακρίνονται σε δύο είδη με βάση την αρχιτεκτονική τους. Η πρώτη κατηγορία είναι τα δωματοσκέπαστα σπίτια, αγροτικά που χρονολογούνται λίγο μετά από την πτώση του Βυζαντίου και οι άνθρωποι σταμάτησαν να τα φτιάχνουν κατά τον 19ο αιώνα, καθώς άλλαξαν οι συνθήκες ζωής και οι ανάγκες των Σαμιωτών. Αποτελούνταν κυρίως από δύο μέρη, το ισόγειο και τον όροφο. Το ισόγειο ή αλλιώς κατώι ή βαρκαρέτζο χρησιμοποιούνταν ως χώρος για την εκτροφή ζώων και αποθήκευση αγαθών. Ο όροφος ήταν το κυρίως σπίτι όπου εκεί έμενε η οικογένεια. Δεν έχει καμία επικοινωνία με το κατώι και η είσοδός συνοδεύεται από μία σκάλα, το πλατύσκαλο. Το τζάκι είχε μεγάλο αψιδωτό άνοιγμα ώστε να μπορεί να κρατήσει το βάρος του σπιτιού.
Η δεύτερη κατηγορία είναι τα σπίτια με στέγη. Τα σπίτια αυτά ονομάστηκαν έτσι γιατί ήταν τα πρώτα που κτιστήκαν με κεραμοσκεπές. Την πρώτη τους εμφάνιση την έκαναν κατά την περίοδο της Ηγεμονίας και είναι τα πιο συνήθη κτίρια στο Ανω Βαθύ. Ειδικότερα, αποτελούνταν από δύο ορόφους που και οι δύο χρησιμοποιούνται από την οικογένεια.
Ενα μηχανικό χαρακτηριστικό τους είναι ότι όλη η κύρια δομή του σπιτιού ήταν κτισμένη με πέτρες ενώ η σκεπή από ξύλο. Ο τελευταίος όροφος ήταν κτισμένος με μία τεχνική που ονομαζόταν τσατμάς, όπου χρησιμοποιούνταν ξύλινος σκελετός και τα κενά που υπήρχαν γεμίζονταν με λιθαράκια που στη συνέχεια καλύπτονταν με σοβά.
Το πάνω μέρος είχε εσωτερική επικοινωνία με το ισόγειο με σκάλα, σε αντίθεση με τα δωματοσκέπαστα σπίτια. Ενα από τα γνωστά χαρακτηριστικά τους είναι ο εξώστης του πάνω επιπέδου που ονομαζόταν σαχνισί. Αυτός έδινε επιπλέον χώρο επάνω και στηριζόταν από ξύλινα στηρίγματα τα οποία ήταν εμπνευσμένα από τον σκελετό στα ξύλινα καράβια, καθώς στο Κάτω Βαθύ η πιο διαδεδομένη δουλειά ήταν η ναυπήγηση. Το σαχνισί πολλές φορές είχε ακριβώς πάνω από τα παράθυρα φεγγίτες. Οι κάτοικοι έβαφαν τα σπίτια τους με μπογιές που είχαν απομείνει από τα καράβια και σε αυτό οφείλεται ότι όλα τα σπίτια είναι βαμμένα με έντονα και διαφορετικά χρώματα το καθένα.
Εκτός από αυτές τις δύο κατηγορίες σπιτιών υπάρχουν και άλλα ξεχωριστά σπίτια στο χωριό. Κάποια από αυτά είναι τα αρχοντικά. Τα αρχοντικά σε αριθμό είναι πολλά και τα πιο πολλά έχουν κτιστεί κοντά στην πλατεία. Εχουν τέσσερις έως πέντε ορόφους και έχουν βασιστεί πολλά από αυτά στην αρχιτεκτονική της δεύτερης κατηγορίας σπιτιών. Είναι όμορφα διακοσμημένα και φέρουν πολλά χαρακτηριστικά που έχουν μόνο αυτά, όπως το πόμολο χέρι στις πόρτες, τα ορθογώνια ευθυγραμμισμένα παράθυρα και νεοκλασικά χαρακτηριστικά.
Κατά την πάροδο των χρόνων άρχισαν να κατασκευάζονται κτίρια τα οποία είχαν χαρακτηριστικά νεοκλασικού χαρακτήρα και προορίζονταν για εύπορες οικογένειες. Είχαν δύο ορόφους οι οποίοι συνδέονταν με μία γυριστή σκάλα, σκεπή με κεραμίδια τα οποία πολλές φόρες απεικόνιζαν το πρόσωπο του θεού Ποσειδώνα ή του Ερμή και δεν είχαν σαχνισί, ούτε ειδικό χώρο για τα ζώα. Ανάμεσα σε αυτά υπάρχει ένα πολύ σπάνιο κτίριο, το οποίο διαφέρει από τα υπόλοιπα. Είναι ο πύργος του Καπετάν Λαχανά, σπουδαίος επαναστάτης της Σάμου στην Επανάσταση του ’21. Αυτός ο πύργος είναι ο μοναδικός στο Ανω Βαθύ που έχει κτιστεί. Εχει δομή οχυρού όπως οι διάφοροι πύργοι και έχει ίσως και τρεις ορόφους. Σήμερα δεν μπορούμε να τον δούμε από κοντά γιατί υπέστη σοβαρές ζημιές από τον σεισμό του 2020.
Τα πρώτα σπίτια με μπετόν του 1960
Για πολλές δεκαετίες η αρχιτεκτονική παρέμεινε ίδια στην κατασκευή σπιτιών με στέγες, μέχρι τη δεκαετία του 1950. Επειτα από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Εμφύλιο οι συνθήκες για τους κατοίκους ήταν άσχημες λόγω της φτώχειας που προκάλεσαν οι δύο πόλεμοι και προέκυψε η ανάγκη για τη γρήγορη κατασκευή καινούργιων σπιτιών, καθώς η παλιά αρχιτεκτονική ήταν ανεπαρκής στις συνθήκες που επικρατούσαν. Ετσι, το 1960 κατασκευάστηκαν τα πρώτα κτίρια με μπετόν και σίδερα που οδήγησαν σε μεγάλη αλλαγή στην αρχιτεκτονική βάζοντας τέλος στο κτίσιμο παραδοσιακών σπιτιών. Υστερα από δέκα χρόνια οικοδομήθηκαν οι πρώτες πολυκατοικίες στο νησί, οι οποίες είχαν περισσότερη επίδραση στο Κάτω Βαθύ παρά στο Ανω.
Ενα από τα σημαντικά ερωτήματα που απασχολούν πολλούς αρχιτέκτονες είναι σε τι κατάσταση βρίσκεται η αρχιτεκτονική του Ανω Βαθέος. Συγκεκριμένα, βρίσκεται σε κακή κατάσταση επειδή ένας μεγάλος αριθμός σπιτιών, ειδικά παραδοσιακών, είναι εγκαταλειμμένα από την εσωτερική μετανάστευση των κατοίκων στις μεγαλύτερες πόλεις της Ελλάδας για την αναζήτηση δουλειάς τη δεκαετία του 1950.
Πολλά από αυτά παρέμειναν παρατημένα και έχουν υποστεί σοβαρές ζημιές από τον ξαφνικό σεισμό του 2020, λόγω της φθοράς και της έλλειψης προστασίας που παρέχει ο παραδοσιακός τρόπος οικοδομής. Ανάμεσα στα κτίρια που έχουν καταρρεύσει από τον σεισμό είναι ο πύργος του Καπετάν Λαχανά, το Δημοτικό Σχολείο Ανω Βαθέος, μεγάλα αρχοντικά και σχεδόν όλες οι εκκλησίες που έχουν παραμένει έτσι για σχεδόν τρία χρόνια.
Παράλληλα, η παραδοσιακή αρχιτεκτονική έχει υποστεί ζημιές από τα καινούργια σπίτια. Κτίζονται σπίτια τα οποία δεν έχουν καμία σχέση με το περιβάλλον της περιοχής και το κάνουν πιο άσχημο. Τα τελευταία χρόνια, όμως, έχουν γίνει ανακαινίσεις σε πολλά παραδοσιακά κτίρια, στα οποία τοποθετείται ακόμη και QR Code ώστε κάποιος μπορεί να μάθει πληροφορίες για αυτά. Αυτό έχει βοηθήσει λίγο στη διατήρηση της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής του Ανω Βαθέος, αλλά υπάρχει μεγάλη ανάγκη να ανακαινιστούν πολλά ακόμη, κάτι που θα πάρει πολύ καιρό και πολλούς πόρους για να γίνει.