Η δημοσιογραφία, ως η τέχνη και η επιστήμη της αναφοράς, κατέχει μια θεμελιώδη θέση στη σύγχρονη κοινωνία. Δεν την έχουν ονομάσει και «Τέταρτη Εξουσία» χωρίς λόγο. Με αυτόν τον τρόπο, βέβαια, διαφαίνεται τόσο η μεγάλη επιρροή που μπορεί να ασκεί ο Τύπος στην κοινωνία όσο και η μεγάλη ευθύνη του απέναντι σε αυτή.
Ακόμα, παρουσιάζει πτυχές της πραγματικότητας μέσω της έρευνας, της ανάλυσης και της κριτικής σκέψης. Στην εποχή μας δε, αναδεικνύεται περισσότερο από ποτέ η αναγκαιότητα για ακριβή, αντικειμενική και γρήγορη πληροφόρηση.
Οι εξελίξεις αλλά και η υπερβολική ταχύτητα της εποχής μας, οδήγησαν αναπόφευκτα στη στροφή της δημοσιογραφίας στον ψηφιακό κόσμο. Αυτή όμως η μεταστροφή ήταν πολύ επιβλαβής για την έντυπη εφημερίδα, διότι το Διαδίκτυο άνθησε και εδραιώθηκε παγκοσμίως, με αποτέλεσμα η υλική εφημερίδα να παραγκωνιστεί.
Επιπλέον, με τις ψηφιακές εφημερίδες ο καθένας μπορεί να έχει πρόσβαση σε μία φαινομενικά άπειρη πηγή πληροφοριών με αμέτρητες υποκατηγορίες με εξεζητημένες πληροφορίες, που πολλές από αυτές τις εξεζητημένες πληροφορίες να μην περιλαμβάνονται καθόλου στις κλασικές εφημερίδες.
Με χρήματα του Δημητρίου Υψηλάντη
Η δημοσιογραφία είναι σίγουρα ένα αναπόσπαστο κομμάτι της Καλαμάτας, στην οποία, ας μην ξεχνάμε, δημοσιεύτηκε και η πρώτη ελληνική εφημερίδα σε ελληνικό έδαφος. Αν γυρίσουμε στο μακρινό 1821, μπορούμε να εντοπίσουμε αυτή την πρώτη εφημερίδα με το όνομα Ελληνική Σάλπιγγα («Σάλπιγξ Ελληνική»). Σύμφωνα με ιστορικές πηγές, ο Δημήτριος Υψηλάντης (ο οποίος και παρείχε χρήματα από την ίδια του την περιουσία) αγόρασε ένα τυπογραφικό συγκρότημα στην Τεργέστη, με στόχο τη μεταφορά του στην Ελλάδα για την έκδοση μιας εφημερίδας μικρού σχήματος και άλλων υπηρεσιακών εντύπων. Μετά από χρονοβόρο ταξίδι, το τώρα «Εθνικόν Τυπογραφείον» καταλήγει στην Καλαμάτα, συσκευασμένο σε ειδικά κιβώτια.
Η Καλαμάτα μάλιστα, είχε εκείνο τον καιρό αναδειχθεί και ως το πιο ασφαλές μέρος για αποθήκευση πρόσθετου πολεμικού υλικού, ως η «μόνη αρμοδιοτέρα πόλις, ως ηρεμούσα εκ πολεμίων, πλησιάζουσα δε την θάλασσαν και αμέσως δυνάμενη δέχεσθαι παρά των Εφόρων της Τεργέστης το απ’ εντολής πολεμικόν υλικόν».
Η λειτουργία και η οργάνωση του «Εθνικού Τυπογραφείου» είχε ανατεθεί στον διάσημο για την εποχή του τυπογράφο Κωνσταντίνο Τόμπρα, ο οποίος είχε καταγωγή από τη Μικρά Ασία. Λέγεται, κιόλας, ότι ο ίδιος ο Δημήτριος Υψηλάντης τον είχε προσκαλέσει στην Καλαμάτα, λόγω συστάσεων από τον στόλαρχο Ιάκωβο Τομπάζη. Ο Τόμπρας στέγασε το Τυπογραφείο σε ένα τουρκικό τζαμί, το οποίο βρισκόταν στο βόρειο τμήμα της πόλης. Κατά συνέπεια, λίγο καιρό αργότερα ακολούθησε και η έκδοση του πρώτου φύλλου, το οποίο κυκλοφόρησε την 1η Αυγούστου 1821. Αξίζει να σημειωθεί, όμως, ότι πριν από το πρώτο φύλλο είχε εκδοθεί και η «Ανακήρυξις», «εν Καλαμάτα έτει α’ της Ελευθερίας 1821».
Το άδοξο τέλος
Παρά τις μεγάλες προσδοκίες που υπήρχαν, η «Ελληνική Σάλπιγξ» δημοσίευσε μονάχα τρία φύλλα. Το γνωστό φύλλο της 1ης Αυγούστου, ένα φύλλο της 5ης και ένα φύλλο της 20ής Αυγούστου. Οι καταλυτικοί παράγοντες που οδήγησαν στο τέλος της εντύπωσης δημοσιευμάτων ήταν δύο. Η πρώτη ήταν μια διαφωνία ανάμεσα στον μοναχό – και εκδότη – Θεόκλητο Φαρμακίδη και τον Υψηλάντη. Ο Φαρμακίδης δεν συμμεριζόταν την ιδέα του συνεργάτη του για τη χρήση της εφημερίδας ως μέσου εμψύχωσης των αγωνιστών και είχε αντιταχθεί στην απόφαση του Υψηλάντη να ασκείται από τον ίδιο λογοκρισία στην εφημερίδα, διότι ο μοναχός πίστευε θερμά στην ελευθεροτυπία.
Ο δεύτερος παράγοντας αφορούσε τη σοβαρή έλλειψη σύγχρονου τυπογραφικού υλικού, όπως για παράδειγμα το πιεστήριο που χρησιμοποιούνταν, το οποίο είχε μεγάλο πρόβλημα σε σχέση με τη μαζική παραγωγή. Παράλληλα, η απουσία Νόμου περί Τύπου και σχετικών κανονιστικών διατάξεων περί των δικαιωμάτων και προνομίων του εκδότη, καθώς και των απαράβατων υποχρεώσεών του έναντι του φορέα της εξουσίας έπαιξε και αυτή σημαντικό ρόλο.
Η καταστροφή του Τυπογραφείου
Λίγους μήνες μετά, το «Εθνικόν Τυπογραφείον» μεταφέρθηκε στην Τριπολιτσά, λόγω της ανάδειξής της ως έδρας της Διοίκησης. Παρά τη μεταφορά του εκεί, δεν του επιτράπηκε η λειτουργία, καθώς επικρατούσε αναρχία και οι συνθήκες διαβίωσης ήταν άθλιες. Υστερα από πολλές περιπέτειες, το Τυπογραφείο κατέληξε στην Κόρινθο. Λίγο μετά τη μεταφορά του εκεί καταστράφηκε – μαζί με ολόκληρη την πόλη. Η αιτία της καταστροφής της πόλης ήταν ο Δράμαλης, ο οποίος στις 6 Ιουλίου 1822 εισέβαλε σε αυτήν, ώστε να διαλύσει τη νέα έδρα της προσωρινής Διοίκησης που βρισκόταν εκεί. Παρ’ όλα αυτά, λιγοστά στοιχεία του Τυπογραφείου σώθηκαν και μεταφέρθηκαν στην Αθήνα.