Η σοπράνο Μυρτώ Παπαθανασίου αποτελεί για την πόλη της Λάρισας ένα πρόσωπο που προκαλεί θαυμασμό. Η ίδια άλλωστε, έφερε το όνομα της πόλης της στον διεθνή μουσικό κόσμο και τις προκλήσεις του ερμηνεύοντας πρωταγωνιστικούς ρόλους σε σημαντικές αίθουσες συναυλιών και λυρικά θέατρα όπως σε Βιέννη, Βερολίνο, Μόναχο, Ρώμη, Ζυρίχη, Αμστερνταμ, Γένοβα, Μόντε Κάρλο, Αμβέρσα, Μπολόνια, Λουκέρνη, Κάλιαρι, Μόντρεαλ, Βρυξέλλες, Τόκιο, Σίδνεϊ, Νέα Υόρκη κ.α.
Η ίδια μας μιλάει για τη ζωή και την τέχνη της, εξηγεί τι σημαίνει στον χώρο της ο ανταγωνισμός και η αναγνώριση και δίνει γενναιόδωρα τις συμβουλές της στους νέους.
Πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με το συγκεκριμένο είδος;
«Γεννήθηκα σε μια οικογένεια που είχε μεγάλη αγάπη και σχέση με την κλασική μουσική και ειδικά με τη χορωδιακή μουσική. Οι γονείς μου γνωρίστηκαν και ερωτεύτηκαν μέσα στη χορωδία ως χορωδοί και η ίδια η χορωδία ήταν αυτή που έφερνε πάντα όλη την οικογένειά μας κοντά. Ο θείος μου ήταν και ο ίδιος μαέστρος χορωδίας, η ξαδέρφη μου ήταν μουσικός. Είμαστε μια οικογένεια που ζούσε μέσα στη μουσική. Οι γονείς μου δεν έβλεπαν τη μουσική ακριβώς σαν επάγγελμα, αλλά ένιωθαν δέος και αγάπη για αυτήν. Υπήρχε πάντα μια τεράστια αγάπη και πάθος προς την κλασική μουσική μέσα στο σπίτι. Βέβαια, δεν είχαμε την ευκαιρία να δούμε παραστάσεις όπερας, δεν έφταναν στη Λάρισα τέτοια θεάματα, ούτε ανέβαιναν τέτοιες παραστάσεις, ωστόσο μέσα από δίσκους, CD και εγώ, ως μέλος αυτής της οικογένειας, είχα πάντα ένα πάθος και μια επαφή με αυτό το είδος».
Ποια ήταν η εμπειρία σας στον χώρο των σπουδών σας;
«Γεννήθηκα στη Λάρισα και ξεκίνησα τα πρώτα μου μουσικά βήματα στο Δημοτικό Ωδείο Λάρισας. Εκανα πιάνο, θεωρητικά και για πάρα πολλά χρόνια, από τα τέσσερά μου, ήμουν μέλος της παιδικής χορωδίας. Εκείνα τα χρόνια της παιδικής χορωδίας στη Λάρισα ήταν όμορφα, γιατί γνώρισα μεγάλους συνθέτες όπως τον Μάνο Χατζιδάκι, τον Μίκη Θεοδωράκη και μας είχαν δοθεί πολλές ευκαιρίες να έρθουμε σε επαφή μαζί τους. Ταξιδεύαμε συνεχώς, δημιουργώντας υπέροχες εμπειρίες ζωής. Στη συνέχεια έδωσα Πανελλήνιες και πέρασα στη μουσικολογία, στο κρατικό τμήμα της Θεσσαλονίκης. Μπήκα στην τάξη μονωδίας για να εστιάσω στο τραγούδι. Παράλληλα έκανα και τις υπόλοιπες μουσικές: αρμονία, αντίστιξη και τα αντίστοιχα διπλώματα. Στη συνέχεια, πήγα στην Ιταλία για να ανοίξω ουσιαστικά τα φτερά μου, σε μια χώρα που είχε μεγάλη παράδοση στην όπερα. Μου έδωσαν υποτροφία για δύο χρόνια στο Μιλάνο, μετά από εξετάσεις στο Μέγαρο Μουσικής, σε μια επιτροπή στην οποία συμμετείχε και ο ίδιος ο Χρήστος Λαμπράκης. Μετά την Ιταλία, ξεκίνησαν οι πρώτες μου ακροάσεις και οι πρώτες μου επαφές με ατζέντηδες. Η εμπειρία μου στο Τμήμα Μουσικολογίας ήταν περισσότερο θεωρητική και όχι μουσική. Αργότερα έκανα ιδιωτικά μαθήματα στο εξωτερικό, master class και μετά την υποτροφία είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω παραστάσεις και να έχω τα πρώτα μου μουσικά ακούσματα στη Σκάλα του Μιλάνου. Είναι αδιανόητη η πορεία αυτή. Η όπερα είναι κάτι ζωντανό που πρέπει να το ακούς και ζωντανά, και στη Λάρισα δεν το είχαμε αυτό τότε».
Υπήρξε κάποια περίοδος που σκεφτήκατε να τα παρατήσετε; Αν ναι, για ποιον λόγο;
«Δεν υπήρξε ποτέ αυτός ο φόβος, αυτή η σκέψη. Ποτέ. Ούτε σαν τρίτη σκέψη. Ηταν η επιλογή μου αυτή και την πίστευα βαθιά και προσπάθησα πάρα πολύ γιατί το τραγούδι θέλει μεγάλη επιμονή στο τεχνικό κομμάτι. Οπως ένας αθλητής, ο οποίος είναι πολύ επίμονος και αθλητικός, έτσι είναι και ο τρόπος που πρέπει να αντιμετωπίσεις το τραγούδι. Η εκμάθηση ενός ρόλου είναι μεγάλη διαδικασία αλλά ποτέ δεν με φόβισε. Ούτε η σκηνή με φόβισε σκεπτόμενη ότι είναι κάτι απαιτητικό».
Πόσο δύσκολο ήταν, για μια νέα γυναίκα όπως εσείς, να σταδιοδρομήσετε σε αυτόν τον χώρο;
«Οπως σε όλους τους χώρους υπάρχει μεγάλος ανταγωνισμός, υπάρχουν διάφορες καταστάσεις τις οποίες πρέπει να τις διαχειριστείς με κάποια διπλωματία θα έλεγα. Πρέπει εσύ ο ίδιος πέραν των σπουδών, να έχεις έναν κατάλληλο χαρακτήρα που να μπορεί να σταθεί σε αυτόν τον απαιτητικό χώρο. Να ξέρεις να κρατάς αποστάσεις όπου χρειάζεται. Πώς θα πρέπει να απαιτείς με σωστό τρόπο, ηθικό τρόπο, με ευγένεια για να μπορέσεις να διαχειριστείς περίεργες καταστάσεις. Στο θέατρο υπάρχουν εκνευρισμοί και αγριάδες, μερικοί άνθρωποι σε κοιτάνε διαφορετικά, θέλουν να σε προσεγγίσουν κάπως διαφορετικά γιατί αρέσεις σαν γυναίκα και αυτά πρέπει εσύ μέσα σου να βρεις μια ηρεμία και ψυχραιμία για να πεις «εγώ είμαι εδώ για να κάνω αυτό»».
Ποια ήταν η ανταπόκριση του κόσμου στο έργο σας;
«Η ανταπόκριση του κόσμου φαίνεται πάντοτε από το πώς χειροκροτεί. Μετά, από το τι σου λένε στα καμαρίνια όταν σε συναντήσουν, τι περιγράφουν στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Δέχεσαι αγάπη και από συναδέλφους, έχω κρατήσει φιλίες. Αγαπημένα πρόσωπα και φίλοι έρχονται σε διάφορα μέρη της χώρας και μου φέρνουν δώρα. Είναι τόσο γλυκό που σε αγγίζει στην ψυχή σου».
Ποια είναι η γνώμη σας για τα μουσικά πράγματα στη Λάρισα, τη γενέτειρά σας και γενικά στην Ελλάδα;
«Η Λάρισα έχει βγάλει υπέροχους μουσικούς, είχε πάντοτε πάρα πολύ καλό μουσικό επίπεδο σε διάφορα ωδεία, με πάρα πολύ καλούς καθηγητές. Εχω βιώσει ευρύτερα στη Λάρισα το μουσικό κομμάτι και πολιτιστικά. Γενικότερα, πολλοί ρωτάνε «πώς καταφέρνετε εκεί στη Λάρισα να έχετε τόσο καλό επίπεδο στη μουσική». Μου έχουν πει άνθρωποι «μα τι φοβερό κοινό έχει η Λάρισα!». Είναι ένα εκπαιδευμένο κοινό».
Τι θα συμβουλεύατε έναν ταλαντούχο νέο ή νέα εάν αποφάσιζε να ασχοληθεί με αυτό το είδος ερμηνείας;
«Θα πρέπει να είναι πολύ αποφασισμένος ή αποφασισμένη για αυτό τον συγκεκριμένο δρόμο, για το συγκεκριμένο είδος, γιατί είναι πάρα πολύ απαιτητικό. Δεν είναι μόνο να έχεις μια ωραία φωνή, να θέλεις να παίξεις όπερα. Θέλει να έχεις μια πειθαρχία, θέλει να έχεις μια ψυχική ηρεμία, πίστη και αυτοπεποίθηση και όχι έπαρση. Τα πόδια σου πρέπει να βρίσκονται πάντα στη γη, να βλέπεις τα πράγματα στην πραγματική τους διάσταση και να προσπαθείς να ξεπερνάς το κάθε εμπόδιο, γιατί ο χώρος είναι πολύ ανταγωνιστικός. Δηλαδή από την αρχή, από το ξεκίνημα, θέλει πάρα πολύ κόπο και όταν αυτό το κατακτήσεις και έχεις μια θέση σε αυτόν τον χώρο, όταν σε γνωρίσουν, θα πρέπει ακόμα παραπάνω να το αποδεικνύεις και η κάθε σου performance και η κάθε σου παράσταση να είναι σε ένα τόσο υψηλό επίπεδο ώστε να κρατάς συνεχώς αυτό το level ψηλά».
Ποια είναι τα σχέδιά σας για το 2024;
«Εχω πολλά κοντσέρτα, Φλωρεντία, Ρώμη, Παλέρμο, Παρίσι, μετά στο Μέγαρο Μουσικής και τέλος τρεις παραγωγές στη Γαλλία».