Το 2019, σε μια κατάμεστη Ηφαιστία, παρουσιάστηκε από λημνιούς συντελεστές το έργο «Εκτωρ, ο αγαπημένος των θεών», της λημνιάς συγγραφέως Μαρίας Λαμπαδαρίδου Πόθου, ενώ από τη Λήμνο έλκει την καταγωγή του και ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Ευριπίδης Λασκαρίδης, που επίσης έχει διοργανώσει θεατρικά εργαστήρια και παραστάσεις στο νησί. Ο Ευριπίδης Λασκαρίδης σπούδασε υποκριτική στην Αθήνα και σκηνοθεσία στη Νέα Υόρκη. Το 2009 δημιούργησε την ομάδα OSMOSIS και έκτοτε στήνει υβριδικά θεάματα παίζοντας με τα όρια των παραστατικών τεχνών. Δουλειές του έχουν παρουσιαστεί σε σημαντικά θέατρα και διεθνή φεστιβάλ από τον Καναδά ως το Hong Kong. Το 2016 τιμήθηκε με την εναρκτήρια υποτροφία Pina Bausch Fellowship. Αλλά ας τον γνωρίσουμε καλύτερα.
Γιατί ασχοληθήκατε με την τέχνη;
«Είχα την τύχη να γευτώ τη μαγεία του θεάτρου στην έκτη δημοτικού από μια φωτισμένη δασκάλα, τη Μαρία Χρυσομάλλη-Κατζουράκη. Οχι μόνο με έκανε να λατρέψω την τέχνη της σκηνικής μετάλλαξης, αλλά πρόλαβε να μου φυτέψει σπόρους που δίνουν μέχρι και σήμερα καρπούς στα έργα μου».
Είστε εξίσου ταλαντούχος στην υποκριτική, στη σκηνοθεσία, στον χορό. Τι αγαπάτε περισσότερο;
«Είστε πολύ γενναιόδωροι. Μακάρι να ήταν αληθής η διατύπωσή σας. Αγαπώ τις δυνατότητες κάθε καλλιτεχνικής μετάλλαξης και κάθε δημιουργικής διαδικασίας. Το ταλέντο μπορεί να είναι μια καλοσύνη της φύσης, αλλά το πώς θα της πεις εσύ με τη σειρά σου «ευχαριστώ» μοιάζει να πρέπει να γίνει η τέχνη της τέχνης σου».
Ποια είναι η πηγή έμπνευσής σας;
«Τα κλισέ».
Πώς επηρεάζει τους καλλιτέχνες η σημερινή πανδημία;
«Η πανδημία μάς χτυπά στον πυρήνα, ειδικά τους καλλιτέχνες που δεν μπορούν να δημιουργήσουν χωρίς τη γειτνίαση σωμάτων. Το σοκ είναι βαθύ και δεν αφορά μόνο την έλλειψη πόρων – που ούτως ή άλλως ποτέ δεν ήταν αρκετοί. Περιμένω με λαχτάρα να δω τα θέατρα να γίνονται τόποι συνάντησης σωμάτων σε μια μετά covid εποχή, όπου θα λυσσάμε να μοιραστούμε ξανά κοινές εμπειρίες και να χτίσουμε συλλογική μνήμη με τη φυσική μας παρουσία. Μοιάζει ότι οι οθόνες αδυνατούν παντελώς να μας δώσουν την πολυτέλεια της μνήμης».
Μιλήστε μας για την εμπειρία των περιοδειών σας στο εξωτερικό.
«Σε αντίθεση με ό,τι μπορεί πιθανώς να φαντάζεται κανείς, οι περιοδείες στο εξωτερικό έχουν βαθιά κούραση και πολλή χαμαλοδουλειά. Το να βλέπεις, όμως, τα έργα σου να συνδιαλέγονται με διαφορετικές κουλτούρες και πολιτισμούς, όπως και το να συζητάς με συναδέλφους ανά τον πλανήτη με αφορμή την τέχνη σου, είναι μια σπουδαία ανταμοιβή».
Μιλήστε μας για τη σκηνοθεσία της παράστασης «Φιλτάτη Φιλόξενος Λήμνος» στο αρχαίο θέατρο της Ηφαιστίας.
«Από τις πιο γλυκές εμπειρίες της ζωής μου. Νομίζω ότι η δουλειά που έγινε πήγε σε μεγάλο βάθος. Τόσο για την ομάδα μου και τους ερασιτέχνες νησιώτες ερμηνευτές όσο και για τους ντόπιους και μη θεατές. Η σκηνή της Ηφαιστίας είχε πολλά χρόνια να καταληφθεί από τους κατοίκους της Λήμνου. Η σύγχρονη και παλαιότερη ιστορία του νησιού ήταν ο πιο φωτεινός ήρωας της βραδιάς».
Εχετε κάνει δύο θεατρικά εργαστήρια στη Λήμνο. Σκέφτεστε να ασχοληθείτε μονιμότερα με το θέατρο στο νησί;
«Πρόσφατα μου δώρισαν μια αφίσα με το ρητό του Χανς Μάγερ – μαθητευόμενου κτίστη και αργότερα διευθυντή της σχολής Μπαουχάους – που λέει ότι κάθε ηλικία έχει τη φόρμα της. Περιμένω κι εγώ, λοιπόν, να μου αποκαλυφθούν οι φόρμες των ερχόμενων δεκαετιών μου».
Πώς διαχειρίζεστε την αρνητική ή και κακόβουλη κριτική;
«Με ενδιαφέρει πολύ η γνώμη των φίλων και συνεργατών μου, αυτών που συμβαδίζουν τα γούστα μας και οι προσλαμβάνουσές μας, όπως και η γνώμη των ανθρώπων που εκτιμώ βαθιά. Εξελίσσουν το έργο μου και εμένα τον ίδιο. Δεν με ξαφνιάζει καθόλου όταν κάποιος δεν συντονίζεται με το έργο μου, καθώς η τέχνη μου δεν είναι ούτε συμβατική ούτε συντηρητική».
Η ιστορία, η αποκάλυψη και η ανάσταση του θεάτρου της Ηφαιστίας
Κάπου εκεί, ανάμεσα στο γαλάζιο του Αιγαίου, δεσπόζουν ακόμα τα απομεινάρια της λατρείας του Θεού της φωτιάς και των μετάλλων, εκείνου που κατασκευάζει τους κεραυνούς του Δία και θεωρείται κύριος των ηφαιστείων. Ακούγονται πολλά για αυτόν, μύθοι και θρύλοι, που επέζησαν στο διάβα των αιώνων. Εμάς, όμως, επιτρέψτε μας να εστιάσουμε στο πώς άλλαξε την καθημερινότητα ενός νησιού.
Ο Ηφαιστος βρέθηκε στα εδάφη της Λήμνου όταν προκάλεσε την οργή του Δία, βασιλιά θεών και ανθρώπων, που τον εκσφενδόνισε από τον Ολυμπο. Οι Κάβειροι, πανάρχαιοι κάτοικοι του νησιού, τον περιποιήθηκαν σαν δικό τους, κερδίζοντας την εύνοιά του και την τιμή να εργαστούν στο εργαστήρι του, κρυμμένο στο ηφαίστειο Μόσυχλος.
Κάπως έτσι γεννήθηκε η πόλη της Ηφαιστίας, όπου, υπό την επιρροή των Αθηναίων, χτίστηκε ένα από τα αρχαιότερα ελληνικά θέατρα. Χρονολογείται στα τέλη του 5ου – αρχές 4ου αι. π.Χ. και μέσα στο πέρασμα των χρόνων άλλαξε μορφή πέντε φορές. Χτισμένο στην πλαγιά ενός λόφου, στο κέντρο της αρχαίας πόλης, με θέα τη θάλασσα, αποτελεί το σημαντικότερο ίσως εύρημα που έχει αντικρίσει το φως της Λήμνου.
Ανακαλύφθηκε το 1928 από ιταλούς αρχαιολόγους, η αποκάλυψή του, όμως, ολοκληρώθηκε το 2002, ενώ το 2006 αναστηλώθηκε πλήρως. Ωσπου, το 2010, επέστρεψε πραγματικά στη ζωή φιλοξενώντας την τραγωδία του Σοφοκλή «Οιδίπους Τύραννος» υπό τον Σπ. Ευαγγελάτο. Βέβαια, αν και το αρχαίο θέατρο παρέμενε για αιώνες θαμμένο, η αγάπη των Λημνιών για την πανάρχαια τέχνη ήταν πάντα ζωντανή, όπως αποδεικνύει η δράση πολλών ομάδων, με κυριότερη τη Λαϊκή Σκηνή Μ.Ε.Α.Σ. «Λήμνος».