Το σχολείο μου, το Παγκύπριο Γυμνάσιο, είναι το πρώτο σχολείο μέσης εκπαίδευσης στην Κύπρο. Με 210 χρόνια λειτουργίας, το σχολείο αυτό αποτελεί ένα κτίσμα με έντονη ιστορία, έτσι συχνά αναρωτιόμουν για τη ζωή των μαθητών στο Παγκύπριο παλαιότερα και ειδικότερα κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα του 1955-1959.
Ο παππούς μου, Νίκος Πιπερής, ήταν μαθητής της πρώτης Γυμνασίου, 12 ετών το 1958. Πήγαινε στο σχολείο με το ποδήλατο, όπως και πολλοί άλλοι μαθητές και καθηγητές. Τότε όμως το Παγκύπριο Γυμνάσιο ήταν χωρισμένο σε αρρένων και θηλέων, έτσι μαθητές και μαθήτριες έκαναν μάθημα ξεχωριστά σε διαφορετικά κτίρια. Οι μαθητές έπρεπε να φορούν γκρίζο ή μπλε σακάκι, λευκό πουκάμισο, μπλε γραβάτα, γκρίζο παντελόνι και μαύρα παπούτσια, καθώς και καπέλο με το σήμα του σχολείου. Και οι καθηγητές έπρεπε να ακολουθούν συγκεκριμένους κανόνες (με κουστούμι και γραβάτα απαραίτητα). Ιδιαίτερη εντύπωση μου έκανε το γεγονός ότι οι μαθητές την εποχή εκείνη έπρεπε να φορούν τη στολή τους και το απόγευμα (!) αν βρίσκονταν έξω από το σπίτι. Εάν κάποιος παιδονόμος – δηλαδή ο υπεύθυνος για την πειθαρχία των μαθητών – έβλεπε μαθητή χωρίς τη στολή του ακόμη και εκτός των σχολικών ωρών, ο συγκεκριμένος μαθητής τιμωρείτο.
Παρ’ όλο που ο παππούς μου και οι συμμαθητές του ήταν μικροί σε ηλικία, συνεισέφεραν με τον δικό τους τρόπο στον αγώνα για απελευθέρωση από τους Αγγλους. Αρχικά για να γίνει μέλος της οργάνωσης ΑΝΕ («Αλκιμος Νεολαία ΕΟΚΑ»), στην οποία συμμετείχαν και οι περισσότεροι μαθητές, έπρεπε να συναντήσει ένα μεγαλύτερο σε ηλικία μέλος, το οποίο θα του έδινε οδηγίες για να δημιουργήσει τη δική του ομάδα ή για την αναγραφή συνθημάτων, καθώς και φυλλάδια για να διανείμει. Εφόσον η οργάνωση ήταν μυστική, τα μέλη της δεν χρησιμοποιούσαν τα πραγματικά τους ονόματα, και έτσι λ.χ. για να βρει τον σύνδεσμό του, ο παππούς θα τον συναντούσε σε καθορισμένο μέρος και θα κρατούσε ένα πορτοκάλι για να τον αναγνωρίσει∙ η συνάντηση πραγματοποιήθηκε και ο παππούς μου έκρυψε τα φυλλάδια σε έναν σωλήνα στο ποδήλατό του έτσι ώστε να μην τα δουν οι άγγλοι στρατιώτες. Οι μαθητές έδειχναν, επίσης, έμπρακτα τη δυσαρέσκειά τους για τον βρετανικό ζυγό: έκαιγαν αγγλικά βιβλία, αρνούνταν να μάθουν αγγλικά και άφηναν ανοικτό το παράθυρο της τάξης το απόγευμα για να μπαίνουν το πρωί της επομένης και να γράφουν συνθήματα για τον αγώνα πριν από το μάθημα.
Ενα αξιοσημείωτο γεγονός που βίωσε ο παππούς μου την περίοδο εκείνη έγινε όταν φοιτούσε στο γειτονικό δημοτικό του Αγίου Αντωνίου, όταν κάποιος μαθητής ύψωσε ελληνική σημαία στην οροφή του κεντρικού κτιρίου. Οι Αγγλοι απαίτησαν να μάθουν ποιος την είχε υψώσει. Οταν οι Αγγλοι είδαν ότι τα παιδιά δεν επρόκειτο να μαρτυρήσουν, έδεσαν θηλιά στην άκρη ενός σχοινιού και την πέρασαν στον λαιμό ενός δασκάλου για να τα τρομάξουν. Αυτό, όπως μου είπε ο παππούς μου, τον επηρέασε πολύ, να βλέπει τον δάσκαλό του σε τόσο ευάλωτη θέση μπροστά σε όλα τα παιδία του σχολείου. Παρά όμως τον φόβο των παιδιών, ήταν τέτοιο το κλίμα και ο ενθουσιασμός τους που πίστευαν ότι αυτό έπρεπε να γίνει, γιατί ήταν το σωστό και δεν υποχωρούσαν.
Στο Παγκύπριο Γυμνάσιο υπήρχαν και οι καθημερινές συνηθισμένες μέρες, αλλά και πολλές ευχάριστες στιγμές. Μία από αυτές ήταν όταν οι μαθητές πριν από το μάθημα πασπάλισαν το βάθρο της έδρας με κρυσταλλική ζάχαρη. Οταν ο καθηγητής μπήκε στην τάξη, η ησυχία ήταν απόλυτη, ενώ με το πρώτο βήμα του καθηγητή προς την έδρα ακούστηκε ένα εκκωφαντικό «κρατς» από τα παπούτσια του, σκορπίζοντας γέλια. Μία άλλη φορά σκόρπισαν πιπέρι στον μαυροπίνακα προκαλώντας ασταμάτητα φταρνίσματα στον καθηγητή, ενώ οι μαθητές αντάλλασσαν ένοχες ματιές μαζί με το «…με τις υγείες σας». Μιλώντας για καθηγητές, κάτι που θυμάται έντονα ο παππούς μου ήταν τα μαθήματα τέχνης που τους δίδασκαν οι γνωστοί ζωγράφοι της Κύπρου, Αδαμάντιος Διαμαντής και Τηλέμαχος Κάνθος.
Τέλος, ο παππούς μου λέει ότι παρά την αυστηρότητα και τις εντάσεις που έζησε στα μαθητικά του χρόνια, τα θυμάται με αγάπη και ειδικά τους καθηγητές, τους συμμαθητές και το σχολείο του. Μάλιστα, ακόμα και σήμερα συναντάται συχνά με συμμαθητές του, που είναι πλέον και εκείνοι παππούδες και αγαπημένοι φίλοι, όπως λέει, από τα χρόνια του Παγκυπρίου Γυμνασίου.