Ποιο είναι άραγε το όραμα των εκπαιδευτικών και τι κάνουν όταν συναντούν δυσκολίες, ή καλούνται να λύσουν δυσεπίλυτους γρίφους μόνοι τους, έχοντας την ίδια στιγμή τη μορφωτική ευθύνη χιλιάδων παιδιών; Τι κάνουν για να στηρίξουν τα σχολεία μας, να βοηθήσουν στην επίλυση των προβλημάτων τους και να βοηθήσουν τους νέους; Η διευθύντρια Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Ξάνθης, Μάλαμα Σιδηροπούλου, η οποία από τη θέση της διευθύντριας του σχολείου της στην Καβάλα είχε βοηθήσει στην έκδοση της μαθητικής εφημερίδας της πόλης για «Το Βήμα», μιλά για το εκπαιδευτικό σύστημα, την ύλη των Πανελλαδικών και την αξιολόγηση των καθηγητών.
Ποιο είναι το όραμά σας και τι πιστεύετε ότι πρέπει να αλλάξει προς το καλύτερο όσον αφορά την οργάνωση του εκπαιδευτικού συστήματος της πόλης μας;
«Κατ’ αρχάς, δεν μπορεί να αλλάξει πάρα πολύ όσον αφορά την πόλη μας. Η εκπαίδευσή μας είναι κεντρική, τα πάντα έρχονται από το υπουργείο Παιδείας. Δεν έχουμε αυτονομία για να κάνουμε δικά μας πράγματα. Το υπουργείο δίνει μια «γενική γραμμή» και εμείς κινούμαστε σε αυτό το πλαίσιο. Το όραμα για την εκπαίδευση της περιοχής μας είναι να είναι ποιοτική και συμπεριληπτική, για όλους τους μαθητές ανεξαρτήτως του φύλου, της θρησκείας, της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης. Ο στόχος είναι η ισότιμη εκπαίδευση».
Με την εμπειρία που έχετε ως εκπαιδευτικός μπορείτε να μας πείτε πώς έχουν αλλάξει τα πράγματα σχετικά με τη λειτουργία των σχολείων από την αρχή της καριέρας σας ως και σήμερα;
«Τα πράγματα δεν έχουν αλλάξει και πολύ, υπήρχε πάντα ένα ποσοστό μαθητών που απέδιδαν καλύτερα και ένα άλλο ποσοστό που ήταν αντιδραστικοί. Αυτό είναι στοιχείο της νεολαίας. Οσο υπάρχει νεολαία, θα υπάρχουν και αυτά τα φαινόμενα. Και τότε υπήρχαν άτομα με μαθησιακές δυσκολίες, αλλά δεν υπήρχαν οι ειδικοί για να βοηθήσουν αυτά τα παιδιά. Η όποια διαφορά πραγματοποιήθηκε στο κομμάτι της ευαισθητοποίησης της κοινωνίας σε αυτά τα θέματα, πλέον υπάρχουν διάφορες δομές που παλαιότερα δεν υπήρχαν. Εντάχθηκαν κοινωνιολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί, καθηγητές παράλληλης στήριξης καθώς επίσης και οι σχολικοί σύμβουλοι που υποστηρίζουν την όλη κατάσταση. Ακόμη, το θέμα του σχολικού εκφοβισμού υπήρχε και παλαιότερα, αλλά ο όρος εμφανίστηκε τα τελευταία χρόνια. Η παραμικρή βίαιη πράξη κατατάσσεται στην κατηγορία με τα περιστατικά του σχολικού εκφοβισμού, εξαιτίας της ευαισθητοποίησης που προαναφέραμε. Το κλειδί της επιτυχίας δεν είναι απαραίτητα να σπουδάσουν τα παιδιά γιατροί και δικηγόροι. Ακόμη και άνθρωποι που έχουν μόνο το απολυτήριο μπορούν να πετύχουν στη ζωή τους. Η επιτυχία γίνεται ορατή σε βάθος χρόνου και χρειάζεται να συνειδητοποιήσουμε ότι όλα τα παιδιά έχουν πραγματικά κάτι καλό να δείξουν».
Τι γνώμη έχετε για τον όγκο της ύλης που καλούμαστε ως μαθητές να καλύψουμε; Αυτό αφορά προφανώς και τους εκπαιδευτικούς.
«Η ύλη λόγω του όγκου της δεν μπορεί τα αφομοιωθεί από τους μαθητές, επειδή είτε πιέζονται από τον χρόνο και δεν προλαβαίνουν να την καλύψουν είτε τη διαβάζουν επιφανειακά. Για αυτόν τον λόγο, η προετοιμασία για τις πανελλαδικές εξετάσεις ξεκινάει πολύ νωρίς. Τα νέα προγράμματα σπουδών που εφαρμόζονται προβλέπουν τη διερευνητική μάθηση και όχι την αποστήθιση. Δηλαδή, να δίνεται έμφαση από νωρίς στην κριτική και δημιουργική σκέψη. Αυτά τα προγράμματα σπουδών αναμένεται να ενταχθούν στην ύλη σύντομα, παρόλο που χρειάζεται δουλειά. Ενδεικτικό είναι ότι οι υποψήφιοι, συχνά στο τέλος και ύστερα από την εξέταση, δεν θυμούνται αυτά που μελέτησαν προηγουμένως».
Οι πανελλαδικές εξετάσεις ως θεσμός πιστεύετε ότι θα έπρεπε να τροποποιηθεί, κατά βάση σε επίπεδο οργάνωσης και ύλης;
«Η ύλη πρέπει να μειωθεί. Η διδασκαλία πρέπει να επικεντρωθεί και σε απλές δεξιότητες των μαθητών, όπως για παράδειγμα την κριτική επίλυση προβλημάτων. Το σχολείο οφείλει και πρέπει να έχει ψυχαγωγικό και πρωτίστως παιδαγωγικό χαρακτήρα. Οι εκδρομές ακόμη παρέχουν περισσότερες γνώσεις στους μαθητές απ’ ό,τι το σχολείο. Από τις πρώτες τάξεις, η προσοχή των μαθητών επικεντρώνεται στις Πανελλαδικές, αντί να δίνεται βάση στις κλίσεις τους. Κατά τη διάρκεια των Πανελλαδικών δημιουργείται μια πιεστική κατάσταση, και ως αποτέλεσμα, είναι αναγκαίο η ψυχολογική υποστήριξη των μαθητών. Η καλύτερη λύση είναι η μείωση της ύλης».
Ποια είναι κατά τη γνώμη σας η σημαντικότητα της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών;
«Η προσωπική μου άποψη με την υπηρεσιακή μου είναι ταυτόσημες. Ως εκπαιδευτικός είμαι και ήμουν υπέρ της αξιολόγησης. Ολοι αξιολογούμαστε καθημερινά σε κάθε τομέα της ζωής μας. Οι μόνοι που επί σειρά ετών δεν αξιολογούνταν ήταν οι εκπαιδευτικοί, κάτι που ήταν εις βάρος αυτών καθώς αν δεν θες να αξιολογηθείς η κοινή γνώμη πλάθει με το μυαλό της διάφορα. Στην πλειοψηφία τους οι εκπαιδευτικοί επιτελούν ένα σημαντικό έργο, πιο συγκεκριμένα λειτούργημα, αλλά υπάρχουν και εξαιρέσεις. Παλαιότερα υπήρχε ο θεσμός του επιθεωρητή, ο οποίος έμπαινε στην τάξη και κατέγραφε σε ένα μπλοκάκι την επίδοση των καθηγητών, η οποία καταγραφή μπορούσε να αφήσει τον καθηγητή χωρίς δουλειά αν έμπαινε κάποιος χαμηλός βαθμός, για αυτό κιόλας τον έτρεμαν. Ο θεσμός αυτός ήταν κατακριτέος και για αυτό σταμάτησε. Η αξιολόγηση που ήρθε τώρα δεν έχει καμία σχέση με την αξιολόγηση από τον επιθεωρητή. Σκοπός της τωρινής αξιολόγησης είναι να εντοπίσει τα τρωτά σημεία, να κάνει τους εκπαιδευτικούς να συνειδητοποιήσουν τα αδύνατα σημεία τους και να προσπαθήσουν να τα διορθώσουν. Αυτό επιτυγχάνεται με τη βοήθεια του σχολικού συμβούλου και με επιμορφώσεις. Δεν συνδέεται σε καμία περίπτωση με μείωση μισθού ή με απόλυση κάποιου εργαζόμενου εκπαιδευτικού. Στην πορεία ακόμη και οι αντιδραστικοί σε αυτήν τη νομοθέτηση εκπαιδευτικοί είδαν ότι είναι ωφέλιμη».
Πόσο πιστεύετε ότι η τηλεκπαίδευση έχει επηρεάσει την επίδοση και τη συμπεριφορά των μαθητών;
«Η τηλεκπαίδευση ήταν μία λύση ανάγκης. Την περίοδο της πανδημίας οι επιλογές ήταν δύο. Ή να απομονωθούμε στα σπίτια χωρίς να έχουμε κάποια επικοινωνία ή να συνεχίσει η μαθησιακή διαδικασία εξ αποστάσεως. Η τηλεκπαίδευση εμφανίστηκε από ανάγκη για να καλύψει το κενό της προσωπικής επαφής. Αν πρέπει να βαθμολογηθεί η εξ αποστάσεως εκπαίδευση, θα έπαιρνε γύρω στο 70, αν η διά ζώσης έπαιρνε 100. Το 30/100 χάνεται στο θέμα της προσωπικής επαφής. Υπήρχαν επίσης και τεχνικά προβλήματα. Κάποιοι καθηγητές επιπλέον δεν γνώριζαν από τεχνολογία και χρειάστηκε να δοθεί βοήθεια σε αυτούς τους εκπαιδευτικούς. Η τηλεκπαίδευση έχει θετικά στοιχεία αλλά δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αντικαταστήσει τη διά ζώσης διδασκαλία».