Η παραλία της Καλαμάτας μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα δεν είχε αναπτυχθεί, όπως άλλωστε ήταν ο κανόνας και σε άλλες ελληνικές παραθαλάσσιες πόλεις. Την ανάγκη κατασκευής λιμανιού έθεσαν για πρώτη φορά οι καλαματιανοί έμποροι της δεκαετίας του 1850. Το απαιτούσαν οι καιροί. Ηταν απαραίτητο για την ανάπτυξη της ναυτιλίας, του εμπορίου και της βιομηχανίας της πόλης.
Την κατασκευή του λιμανιού και της παραλίας ανέλαβε την περίοδο εκείνη ο εργολάβος Μάτσας. Για την κατασκευή των λιμενικών έργων χρησιμοποιήθηκαν πετρώματα από τα λατομεία στις όχθες του Νέδοντα. Το έργο τελείωσε το 1901 και από τότε η εμπορική ανάπτυξη του λιμανιού πραγματοποιήθηκε με γοργούς ρυθμούς. Τα παραδοσιακά αγροτικά προϊόντα του μεσσηνιακού κάμπου (σύκα, σταφίδα, κουκούλια κ.ά.) εξάγονταν απευθείας είτε μέσω Πάτρας σε όλα τα σημαντικά εμπορικά κέντρα της εποχής, όπως Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη, Τεργέστη, Μασσαλία. Από τις αρχές του 1900 μέχρι το 1930 η κίνηση αυξήθηκε και για τον πρόσθετο λόγο ότι το λιμάνι εξυπηρετούσε τη μετανάστευση προς την Αμερική, που ταλάνισε ολόκληρη τη χώρα και κυρίως την Πελοπόννησο.
Με τη ματιά των αλιέων
Κανείς σήμερα δεν ξέρει καλύτερα το λιμάνι από τους ψαράδες του. Ο Αθανάσιος Ρεσβάνης είναι ένας από τους ψαράδες της πόλης μας που γνωρίζει πολύ καλά το λιμάνι της και το επάγγελμα του ψαρέματος καθώς ο ίδιος και η οικογένειά του ασχολούνται επαγγελματικά με την αλιεία εδώ και πάρα πολλά χρόνια.
Στην ερώτηση πώς αποφάσισε να γίνει ψαράς, απαντάει ότι η οικογένειά του ήταν οικογένεια ψαράδων και όταν κάποια στιγμή αρρώστησε ο πατέρας του αναγκάστηκε και μπήκε και ο ίδιος μέσα στα καΐκια για να βοηθήσει, δεδομένου ότι υπήρχαν και ανάγκες. Δεν ήθελε να γίνει ψαράς, άλλα πράγματα ήθελε στη ζωή του, αλλά η οικογένεια έπρεπε να ζήσει. Η αρρώστια του πατέρα του τον ανάγκασε να γίνει επαγγελματίας ψαράς, επάγγελμα το οποίο στην πορεία αγάπησε.
Στην ερώτησή μας σχετικά με τις δυσκολίες του επαγγέλματος, ο κ. Ρεσβάνης λέει ότι είναι οι πολλές ώρες δουλειάς και η παραμονή εκτός Καλαμάτας για πολλές ημέρες. Και φυσικά οι δύσκολες καιρικές συνθήκες, όπου πρέπει να γνωρίζεις καλά το σκάφος ώστε σε μια αναποδιά να μπορέσεις να αντεπεξέλθεις.
Για το αν το ψάρεμα είναι κερδοφόρο επάγγελμα, ο κ. Ρεσβάνης απαντάει ότι κάποτε ήταν, αλλά σήμερα έχει αρχίσει και φθίνει ως επάγγελμα εξαιτίας διάφορων συνθηκών, παρ’ όλο που η ζήτηση για τα ψάρια έχει αυξηθεί σε σχέση με τη δεκαετία 1970 και 1980.
Οταν τον ρωτάμε τι προσόντα χρειάζεται να έχει κάποιος για να γίνει επαγγελματίας ψαράς, ο κ. Ρεσβάνης απαντάει ότι πρέπει να έχει πολλές αντοχές γιατί το ψάρεμα είναι μια σκληρή χειρωνακτική εργασία, αφού ο ψαράς πρέπει να δουλεύει έξω στη φύση, και στη συνέχεια να είναι εργατικός.
Ο ίδιος δεν έχει κινδυνέψει ποτέ μέχρι τώρα κάνοντας αυτή τη δουλειά, γιατί πρόσεχε τους άσχημους καιρούς, άκουγε τα δελτία καιρού και επέλεγε τους τόπους όπου θα ψάρευε. Για τη δουλειά ξεκινά πολύ νωρίς το πρωί, στις 4 ή στις 5 τα ξημερώματα, και επιστρέφει το βράδυ όταν ψαρεύει στον Μεσσηνιακό Κόλπο. Αν δουλεύει μακριά, βρίσκεται 24 ώρες το 24ωρο στο σκάφος του.
Οπως λέει ο κ. Ρεσβάνης, η περίοδος ψαρέματος κρατά 8 μήνες, ξεκινάει αρχές Οκτώβρη και τελειώνει τον Μάιο, και αυτό γίνεται για την προστασία των ψαριών, τα οποία έχουν μειωθεί εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής. Βέβαια, έχουν έρθει και καινούργια ψάρια, αλλά έχουν φύγει κάποια που υπήρχαν παλιά.
Δεν παραλείπει να δώσει και μια συμβουλή για όποιον θα ήθελε να ασχοληθεί επαγγελματικά με το ψάρεμα. Σύμφωνα με τον κ. Ρεσβάνη, το βασικό είναι να αγαπήσει τη δουλειά του, να είναι εργατικός και να έχει υπομονή, γιατί στο ψάρεμα δεν είναι όλες οι μέρες καλές.