Ο Ομηρος την είχε χαρακτηρίσει «έφαλον», ο Σκύμνος «ενάλια», αποδίδοντας και οι δυο την άρρηκτη σχέση της αρχαίας Κηρίνθου με τη θάλασσα. Περπατώντας κατά μήκος της ακτογραμμής από Βορρά, ο επισκέπτης καταλαβαίνει τον Ομηρο. Δεν είναι πλάι στη θάλασσα η Κήρινθος, αλλά πάνω από αυτήν, ίπταται σαν ένας μαγικός, άγριος, καθηλωτικός όγκος. Τα τείχη θα της χάριζαν ακόμα μεγαλύτερη στιβαρότητα στα μάτια του μακρινού παρατηρητή. Φίλος ή εχθρός, θα ένιωθε το δέος. Ακόμη και σήμερα διακρίνονται οι δουλεμένοι λίθοι να παρατάσσονται και να συναρμόζονται σφιχτά μέσα στα αγριόχορτα, να γωνιάζουν και να σχηματίζουν ίχνη αλλοτινών κτισμάτων. Και η απότομη εκείνη ακτή με τον 30 μέτρων γκρεμό να σου κόβει την ανάσα. Μα τι υπέροχο το σκούρο μπλε του Αιγαίου! Και τι αγέρηδες ανελέητοι το οργώνουν! Χτυπούσαν άραγε με την ίδια αγριάδα το πρόσωπο του Νέστορα, όταν, έχοντας χάσει πατέρα και αδερφούς, κοντοστάθηκε στο σημείο αυτό και αποφάσισε να ιδρύσει την Κήρινθο; Ο άλλος μυθικός ιδρυτής της, ο Κόθος, είχε νιώσει την αλμύρα της θάλασσας, όπως σηκώνεται όταν τα άγρια κύματα χτυπούν με μένος τα βράχια; Αναπολούσε άραγε αυτό το άγριο τοπίο ο κηρινθαίος αργοναύτης Κάνθος πριν πεθάνει, αναζητώντας τον Ηρακλή στις μακρινές ακτές της Λιβύης; Οχι, βλέποντας κανείς την Κήρινθο από μακριά, καταλαβαίνει ότι δεν ήταν μικρή, δεν ήταν ασήμαντη. Το αποδεικνύει η παρουσία της στον κατάλογο νηών της «Ιλιάδας» ως μιας από τις πόλεις που συνέδραμαν με στρατό και στόλο στον Τρωικό Πόλεμο. Κάποια από τα 1.186 πλοία εκείνου του στόλου μετέφεραν δικά της παιδιά. Από την άλλη, οι αφηγήσεις για τον περιπλανώμενο Κάνθο αποκαλύπτουν τον ρόλο της Κηρίνθου στον ευβοϊκό αποικισμό απομακρυσμένων περιοχών. Τι στέκει πια στον λόφο της ακρόπολης για τον περαστικό διαβάτη;
Τα αρχαιολογικά ευρήματα στην ευρύτερη περιοχή μαρτυρούν διαχρονική ανθρώπινη παρουσία και κατοίκηση από τα πρώιμα γεωμετρικά χρόνια μέχρι τα ύστερα ρωμαϊκά. Αυτή η διαχρονία παραμένει αόρατη στον περιπατητή.
Η πόλη λοιπόν που κάποτε μεγαλούργησε κάποια στιγμή βυθίστηκε στο χώμα και στη λήθη. Περιμένει στην αγκαλιά της γης καρτερικά την ανάσυρσή της στα μάτια και στη μνήμη των συγχρόνων. Αν η ανάδειξή της ήταν ζήτημα επιθυμίας και πάθους, θα είχε σκαφτεί δέκα φορές. Δεν είναι όμως. Τα κονδύλια, ωστόσο, πλέον βρέθηκαν, οι ανασκαφές ξεκίνησαν και η προσμονή μας μεγαλώνει.
Των Λαμπρινής Αγραφιώτη, Ιωάννας Γκάνη, Ιάσονα Μπουζάλα, Νικόλαου Πρίσκου