O Αθηνόδωρος Ταρσούδης αποτελεί ένα δώρο ανεκτίμητο για την πόλη της Αλεξανδρούπολης και τον Εβρο. Εμείς, όσοι και όσες τον γνωρίσαμε, τον αγαπάμε για πολλούς λόγους, γι’ αυτά που είδαμε μαζί, γι’ αυτά που μας είπε, για ό,τι μας θυμίζει και ό,τι θέλουμε να ξεχάσουμε, για τα όμορφα απογεύματα στις απολεσθείσες αυλές αυτής της πόλης, για τα όνειρα που μοιραστήκαμε, για ό,τι δεν είπαμε και αυτά που ξέρουμε ότι θα μοιραστούμε.
Ομως ο Αθηνόδωρος είναι ζωγράφος και «γράφει με τη ζωγραφιά» του, όπως θέλει ο ίδιος να λέει. Διηγείται με το χρώμα, λέει ιστορίες παλιές, νέες, ανείπωτες. Αποτυπώνει στιγμές, εικόνες που ζήσαμε αλλά και ονειρευτήκαμε.
Τον συναντήσαμε στο εργαστήριό του. Πρόθυμος και πολύ φιλικός, έλυσε κάποιες απορίες μας για την πορεία του στα ωραία μονοπάτια της ζωγραφικής.
Οταν ζωγραφίζετε, τα συναισθήματα της στιγμής αποτυπώνονται στο έργο;
«Αν δεν μπορούσα να το κάνω αυτό, δεν θα ήμουν ζωγράφος. Αυτό ακριβώς κάνει ο ζωγράφος. Δείχνει με τα χρώματά του τα αισθήματά του. Εχει το χρώμα μέσα του, και το καναβάτσο έχει τον τρόπο να το ρουφάει. Αν δεν το καταφέρει ο ζωγράφος αυτό, τότε είναι απλά ένας καλός τεχνίτης. Το μυαλό στην εποχή μας είναι λογισμικό, είναι αλγόριθμος, είναι πολύ στυφό. Οπότε πρέπει να βγάζει την καρδιά στο καναβάτσο. Εγώ διαλέγω μικρές στιγμές της ζωής μου και τις βάζω χρωματικά στα έργα».
Πώς μεταφέρετε τα βιώματά σας μέσα στα έργα σας;
«Πιστεύω πως δεν επηρεάστηκα από μεγάλους ζωγράφους αλλά έκανα αυτό που ήθελα, ως έκφραση. Η ζωγραφική μου εμπεριέχει μία χρωματική και τεχνοτροπική αυθαιρεσία. Και αυτό από τη μία είναι καλό αλλά από την άλλη στερήθηκα γνώσεις και χρειάστηκε να μελετήσω αρκετά για να καταφέρω και να μεταφέρω σε ικανοποιητικό βαθμό κάποια πράγματα».
Η δυσκολία δηλαδή τού να είστε αυτοδίδακτος, έχει να κάνει κυρίως με τη δυσκολία του καλλιτέχνη να βρει τη δική του φόρμα και στυλ;
«Ναι, πρέπει να είσαι αυτόνομος για να ξεχωρίσεις. Οι παλαιότεροι έλληνες ζωγράφοι επειδή ήταν στην Αθήνα ήταν οι πρώτοι που είδαν κάποιες τεχνικές, τις οποίες δεν γνώριζε ο κόσμος, μέσα από τις οποίες και αναδείχθηκαν. Εγώ δεν είχα αυτή τη δυνατότητα και γνώρισα αυτές τις τεχνικές αρκετά χρόνια αργότερα».
Νομίζετε πως είναι κατανοητά από τον κόσμο αυτά που θέλετε να πείτε μέσα από το έργο σας;
«Δεν είναι εύκολο ούτε και απαραίτητο αυτά που λέει ο ζωγράφος στα έργα του να είναι σημάδι για να το ακολουθήσει και να το καταλάβει κάποιος. Βέβαια, ευχής έργο θα ήταν κάποιος που βλέπει ένα πίνακα να ταυτίζεται με τον ζωγράφο, αλλά δεν είναι απαραίτητο. Αρκεί αυτός που βλέπει έναν πίνακα να μην απωθείται, αλλά να μπαίνει στην ψυχή του και να φαντασιώνεται, να οδηγείται σε δρόμους που θέλει ο ίδιος, τους οποίους ο καλλιτέχνης δεν τους έχει φανταστεί καν. Και εγώ πολλές φορές βλέπω ένα έργο μου που είχα κάνει πριν από πολλά χρόνια και βρίσκω στοιχεία που δεν τα είχα σκεφτεί όταν το ζωγράφιζα».
Γενικά χρησιμοποιείτε πολύ χρώμα στα έργα σας;
«Η ζωή μας πρέπει να έχει χρώμα, περίσσιο χρώμα, σε αντίθεση με τη στενότητα και το άγχος. Εγώ επιλέγω να «μπουχτίσω» με χρώμα και από χρώμα».
Χρησιμοποιείτε μαύρο χρώμα;
«Πολύ σπάνια. Για μένα το μαύρο δεν υπάρχει σαν χρώμα, όπως και το άσπρο. Είναι μια ψευδαίσθηση αυτά τα χρώματα, που χρησιμοποιεί το μυαλό μας για να καλύψει κάτι που δεν υπάρχει, που λείπει».
Χρησιμοποιείτε κάποια κλίμακα όταν ζωγραφίζετε; Μετράτε;
«Προσπαθώ να τα κάνω όσο το δυνατόν πιο σωστά γεωμετρικά. Στα αγάλματα, για παράδειγμα, μετράω με βάση τις φωτογραφίες που έχω. Πάντα μου άρεσε η γεωμετρία και η αρμονία, όπως και η χρωματική αρμονία και θέλω να τη χρησιμοποιώ στα έργα μου».
Ασχολείστε και με τη γλυπτική;
«Ναι, με την ξυλογλυπτική. Παλιά ασχολούμουν και με τη χαρακτική, ήμουν από τα πρώτα μέλη της Κινηματογραφικής Λέσχης. Οπως και με την αγιογραφία πάνω στο ξύλο, με την οποία έχω μεγάλο πάθος. Ξέρεις, τα ξύλα που χρησιμοποιώ τα παίρνω μόνο από τη Σαμοθράκη. Είναι ατόφια, σκληρά, γδαρμένα από το νερό και είναι όλα από τις παραλίες της Σαμοθράκης. Από τον Απρίλιο μέχρι και τον Ιούλιο που τα βγάζει η θάλασσα οργώνω τις παραλίες και τα μαζεύω».
Νιώθετε ευχαριστημένος από τη ζωή σας; Υπάρχουν πράγματα που θα θέλατε ακόμα να κάνετε;
«Ακόμη ονειρεύομαι ξύπνιος… Είμαι ευχαριστημένος από όσα έχω κάνει μέχρι σήμερα. Κυρίως όμως είμαι ευχαριστημένος γιατί έχω την αποδοχή και την αναγνώριση από ανθρώπους σε πολλούς και διαφορετικούς χώρους. Δεν κατηγορώ κανέναν στη ζωή μου, οι καλοί μου έδωσαν χαρά, οι κακοί μου έδωσαν εμπειρίες, οι αχάριστοι μαθήματα και οι άξιοι μου έδωσαν αναμνήσεις και όνειρα για να συνεχίζω…».
Ενα έργο γεμάτο προσφορά
Ο Αθηνόδωρος Ταρσούδης γεννήθηκε στον Πέπλο, σπούδασε ηλεκτρονικός και διορίστηκε καθηγητής στην Επαγγελματική Εκπαίδευση έχοντας υπηρετήσει από το 1974 σε σχολεία της Αλεξανδρούπολης, ενώ στο 2ο Επαγγελματικό Λύκειο Αλεξανδρούπολης δίδαξε από το 2001.
Στη ζωγραφική ουσιαστικά είναι αυτοδίδακτος. Είχε όμως την εξαιρετική τύχη να συγκατοικήσει μικρός με τον μεγάλο μας ζωγράφο Ράλλη Κοψίδη, που τον ενθάρρυνε να ασχοληθεί με τα χρώματα και μιλάει με συγκίνηση για τον Γιώργο Παναγιώτου, τον καλλιτέχνη φωτογράφο της πόλης μας, που του έδωσε μαθήματα ελεύθερου σχεδίου, λίγο πριν τελειώσει το Γυμνάσιο. Εχει πάρει μέρος σε περισσότερες από 30 ατομικές εκθέσεις και σε πολλές ομαδικές εκθέσεις σε όλη την Ελλάδα, ενώ έργα του κοσμούν εξώφυλλα ποιητικών συλλογών, πολιτιστικών περιοδικών της Θράκης καθώς και αφίσες πολιτιστικών εκδηλώσεων.
Εχει ασχοληθεί με τη σκηνογραφία συμβάλλοντας στις επιτυχίες θεατρικών έργων, που παρουσίασε η Θεατρική Ομάδα του σχολείου μας. Επιστέγασμα της προσφοράς του στο σχολείο, που δίδασκε, ήταν η φιλοτέχνηση 20 πινάκων (ακρυλικό σε μουσαμά) για τη διακόσμηση της αίθουσας πολλαπλών χρήσεων του σχολείου και 5 πινάκων για σχολικές εκδηλώσεις δίνοντας στο «γκρίζο» των επιφανειών το πολιτισμικό νόημα της ελληνικής λαογραφικής και πολιτιστικής παράδοσης.
Ο χώρος που δημιουργεί είναι γεμάτος με πίνακες αλλά και ζωγραφισμένα ξύλα που ξεβράζει η θάλασσα. Η θάλασσα, που είναι ίσως η πιο αγαπημένη του θεματολογία, με τις βάρκες, την άμμο και τα χρώματα. Βλέπεις ακόμη τοπία από την Αλεξανδρούπολη, το Σουφλί και τη Σαμοθράκη, ενώ συναντάς συχνά το ρόδι «για τη γονιμότητα» όπως σημειώνει ο ίδιος, το μήλο «για τη γνώση», τον λωτό «για τη λησμονιά».