Η μετεκλογική και ταυτοχρόνως προεκλογική εικόνα είναι καθαρή. Στηριγμένοι στην επιτυχία του Μαΐου, ο Κ. Μητσοτάκης και η ΝΔ πλέουν πλησίστιοι προς μια κοινοβουλευτική αυτοδυναμία τον Ιούνιο. Αυτό τουλάχιστον επιδιώκουν.
Θεωρητικά ο αέρας είναι με το μέρος τους. Ο δρόμος όμως για την αυτοδυναμία έχει αγκάθια που θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την επιδίωξη αυτή.
Είναι αλήθεια πως έως τώρα δεν έχουμε παρατηρήσει σοβαρές μετεκλογικές μεταβολές του πρόσφατου εκλογικού αποτελέσματος. Λογικό. Οι πολιτικές επιλογές δεν μεταβάλλονται μέσα σε κάποια εικοσιτετράωρα, ούτε οι ψηφοφόροι είναι φτερά στον άνεμο.
Από εκεί και πέρα όμως έχουμε τρία ερωτήματα στον δρόμο για την κάλπη – στη συνέχεια θα φανεί πόσο σοβαρά θα αποδειχτούν…
Ερώτημα πρώτο, η αποχή. Μιλάμε για εκλογές θερινού τύπου ή για εκλογές υψηλής συμμετοχής; Κι αν η αποχή αυξηθεί (κάτι που δεν θα εκπλήξει…) από πού θα προέρχεται;
Από έναν κόσμο που νίκησε και θεωρεί ότι πέρασε ο κίνδυνος ή από τους βαριά ηττημένους που βιώνουν τη διάψευση;
Ερώτημα δεύτερο, οι μετακινήσεις. Οι πρώτες μετεκλογικές δημοσκοπήσεις δεν καταγράφουν αξιοσημείωτη κινητικότητα ψηφοφόρων. Δεν καταγράφουν ούτε καν κάποια τάση έστω περιορισμένη. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα πάμε έτσι έως τις 25 Ιουνίου.
Ακόμη και μικρές μετακινήσεις ψηφοφόρων δεν θα μεταβάλουν ενδεχομένως το αποτέλεσμα, αλλά μπορεί να βαρύνουν στους αριθμητικούς συσχετισμούς.
Ερώτημα τρίτο, οι «μικροί». Οι πρώτες μετρήσεις δείχνουν μια επτακομματική Βουλή με την προσθήκη της Νίκης και της Πλεύσης Ελευθερίας στα υπάρχοντα κοινοβουλευτικά κόμματα (Metron Analysis, 1/6).
Θα το δούμε. Αυτό από μόνο του δεν θέτει σε κίνδυνο την αυτοδυναμία, η οποία θα εξαρτηθεί περισσότερο από το ποσοστό των κομμάτων που θα μείνουν εκτός Βουλής.
Αλλά πιθανώς να περιορίσει το εύρος της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Συνεπώς και την ισχύ της.
Για να το πω με απλά λόγια.
Σε ένα σύστημα «ενάμισι κόμματος» το βασικό πολιτικό ερώτημα δεν έχει σχέση με το μισό κόμμα, ούτε με κάποιο άλλο μισό, αλλά με το ολόκληρο. Η δύναμη του ολόκληρου κόμματος είναι που προσδιορίζει τη σταθερότητα του συστήματος.
Το ερώτημα λοιπόν της κάλπης δεν αφορά μια αποδυναμωμένη αντιπολίτευση, η οποία δεν θέτει καν υποψηφιότητα για τη διακυβέρνηση της χώρας. Αλλά αν θα προκύψει μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία ικανή να διαμορφώσει συνθήκες πολιτικής σταθερότητας, οικονομικής ανάπτυξης και κοινωνικής ομαλότητας για την επόμενη τετραετία.