Ακουσα προσεκτικά όλους τους πολιτικούς, πολιτειακούς και ακαδημαϊκούς παράγοντες που πήραν τον λόγο στο συνέδριο για την εξωτερική πολιτική που συνδιοργάνωσε «Το Βήμα» με το Φόρουμ των Δελφών και το Συμβούλιο Διεθνών Σχέσεων (King George, 12-13/12).

Και να πω την αμαρτία μου;

Δεν κατάλαβα να υπάρχουν μεταξύ τους τίποτα τρομερές διαφορές. Τα ίδια λένε (πάνω-κάτω) όλοι και στα ίδια (πάνω-κάτω) όλοι αναφέρονται.

Το συνέδριο έγινε στο πλαίσιο των εορτασμών για τα 50 χρόνια της Μεταπολίτευσης και στο μυαλό μου απλώς επιβεβαίωσε κάτι που είχα ήδη αντιληφθεί.

Οτι, δηλαδή, η ελληνική εξωτερική πολιτική στηρίζεται σε μια ευρεία συναίνεση, η οποία προσφέρει αξιοσημείωτη σταθερότητα πέρα από κομματικές ή ιδεολογικές διαφορές και πάνω από επιμέρους αντιθέσεις.

Δεν είναι μικρό επίτευγμα σε μια χώρα που συνήθως διχάζεται ακόμη και για τις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος. Και η οποία πέρασε πάνω από 150 χρόνια του σύγχρονου βίου της ψάχνοντας να συνταχθεί με κάποια Μεγάλη Δύναμη.

Η περίοδος της Μεταπολίτευσης όμως σαν να γιάτρεψε τις πληγές.

Η Ελλάδα είναι μια δυτική ευρωπαϊκή χώρα, χωρίς υποσημειώσεις, αστερίσκους και τσιριμόνιες.

Και κάτι σημαντικότερο. Δεν επιζητεί να λύσει τις διαφορές της ή να θεραπεύσει τα δεινά και τις ολιγωρίες της σε κάποιο άλλο πλαίσιο ή μέσα από κάποιες άλλες αναφορές.

Ενα success story. Μπορεί να διατυπώνονται διαφορετικές απόψεις για το τι ακριβώς συνεπάγεται να αποτελείς μια δυτική ευρωπαϊκή χώρα αλλά κανείς δεν διανοείται ότι μπορεί να είναι κάτι άλλο. Πλην γραφικών και διαταραγμένων.

Αυτό το μεγάλο επίτευγμα της Μεταπολίτευσης το οφείλουμε σε γενιές πολιτικών όλων των παρατάξεων αλλά αναδεικνύεται λιγότερο από όσο του αξίζει.

Για τον απλούστατο λόγο ότι η ίδια η διχαστική λογική που συνήθως επικρατεί στις κουβέντες και στους καβγάδες μας δεν χαίρεται να αναγνωρίζει νησίδες ορθολογισμού και συναίνεσης.

Τέτοιες μέρες πριν από δέκα χρόνια υπήρχαν ακόμη παράφρονες που έψαχναν να τυπώσουν δραχμές στη Ρωσία.

Οι άνθρωποι θεωρούσαν λογικό το αδιανόητο. Κι ευτυχώς το αδιανόητο έχασε.

Υπάρχουν λοιπόν και θα υπάρχουν πάντα ακραίες φωνές. Τις ακούμε κι αυτές κυρίως στα ελληνοτουρκικά, τα οποία είναι πιο συναισθηματικά φορτισμένα.

Αλλά δεν μπορούν να κρύψουν πως στον χώρο της εξωτερικής πολιτικής έχει διαμορφωθεί ένας ευρύτατα πλειοψηφικός χώρος που αποβλέπει σε μετριοπάθεια, ασφάλεια και προστασία.

Κι επειδή (εξ όσων γνωρίζω) συνεχίζουμε να ζούμε σε δημοκρατία, είναι η πλειοψηφία που ορίζει την εθνική πολιτική. Ευτυχώς.