Η «διαβολοβδοµάδα» ολοκληρώθηκε µε την άνετη, όσο και αναμενόμενη, επιβεβαίωση της κυβέρνησης σε μια κοινοβουλευτική αναμέτρηση που δεν µας έκανε σοφότερους.
Στο ενδιάμεσο βεβαίως το κυβερνητικό σχήμα έχασε αδίκως και δύο ικανούς υπουργούς για λόγους µάλλον άσχετους µε τη δυσπιστία της αντιπολίτευσης. Ενδεχομένως η απώλειά τους να δώσει την ευκαιρία στον Πρωθυπουργό να επανεξετάσει το πολυκέφαλο και πολυδαίδαλο επιτελείο του.
Αυτά όμως αφορούν τα επιφαινόμενα της αντιπαράθεσης.
Διότι η ουσία δεν άλλαξε. Απλώς μπορεί κανείς να ελπίσει πως η απόδοση ευθυνών για το δυστύχημα των Τεμπών θα μπει σε πιο ορθολογική βάση, χωρίς ακρότητες, παροξυσμούς και παραληρήματα.
Και ότι σε αυτό το πλαίσιο η Δικαιοσύνη θα αφεθεί απερίσπαστη να κάνει ευσυνείδητα και αποτελεσματικά τη δουλειά της. Δεν χρειάζεται υποδείξεις από κανέναν.
Αν μάλιστα θεωρήσει ότι χρειάζεται να αποδοθούν ποινικές ευθύνες σε πολιτικά πρόσωπα, κανένα πρόβλημα. Το Σύνταγμα περιγράφει σαφώς τη διαδικασία, ούτε εδώ χρειάζονται υποδείξεις.
Μπορεί λοιπόν να απορρίφθηκε η πρόταση δυσπιστίας στη Βουλή αλλά τα δεδομένα της υπόθεσης δεν άλλαξαν. Η απονομή δικαιοσύνης είναι πρώτιστο και επιτακτικό καθήκον για να αντιμετωπιστεί ακόμη και η καχυποψία που έχει επικρατήσει.
Από την άλλη πλευρά βεβαίως δεν μπορεί κανείς να μην παρατηρήσει ότι στην τριήμερη συζήτηση και στο τελικό αποτέλεσμα, αλλά και στο ύφος των πρωταγωνιστών, αποτυπώθηκε κραυγαλέα η ανισορροπία του πολιτικού μας συστήματος.
Εχουμε μια κυβέρνηση που δεν αισθάνεται ελεγχόμενη και μια αντιπολίτευση που δεν μπορεί να ελέγξει.
Και η ανισορροπία αυτή δεν είναι αποτέλεσμα μόνο αριθμητικών συσχετισμών αλλά και πραγματικών πολιτικών μεγεθών. Φάνηκε για πολλοστή φορά και στη Βουλή.
Για να είμαι ειλικρινής δεν ξέρω αν είναι εύκολο να αλλάξει η κατάσταση σε κάποιο άμεσο μέλλον, ούτε πώς θα γίνει αυτό.
Φυσικά, σε εβδομήντα μέρες από σήμερα έχουμε άλλη μια εθνική εκλογή. Αφορά βεβαίως το Ευρωκοινοβούλιο αλλά σιωπηλές κάλπες δεν υπάρχουν. Τότε θα διαφανεί αν η ανισορροπία μπορεί έστω να τεθεί σε αμφισβήτηση.
Αλλά δεν είμαστε ακόμη εκεί. Και έως τότε ο βασικός αντίπαλος της κυβέρνησης δεν είναι η αντιπολίτευση ή κάποια ακατονόμαστα «συμφέροντα», αλλά το κλίμα καχυποψίας, η διάχυτη δυσπιστία και η ακαταλόγιστη δυσφορία που τείνουν να επικρατήσουν στην κοινωνία.
Μια διαλυτική ψυχολογία που μπορεί εύκολα να αποτυπωθεί σε μια χαλαρή εκλογή. Και να διαμορφώσει ένα διαφορετικό, όσο και απρόβλεπτο σκηνικό.