Δεν είναι η πρώτη φορά και ίσως όχι η τελευταία που η Μέση Ανατολή ζει κάτω από τον φόβο μιας γενικευμένης σύγκρουσης.
Μια σύγκρουση όμως που έως τώρα δεν εκδηλώνεται για δύο λόγους.
Πρώτον, επειδή οι παραστρατιωτικές οργανώσεις της «αντίστασης» φάνηκαν πολύ αδύναμες για να αντιταχθούν στην πολεμική ισχύ του Ισραήλ.
Η Χαμάς βρίσκεται σε διαδικασία προχωρημένης κατεδάφισης, εξ ου και το Ισραήλ αποσύρει στρατεύματα από τη Γάζα.
Ενώ η δομή διοίκησης της Χεζμπολάχ έχει παραλύσει σε μεγάλο βαθμό μετά τους παγιδευμένους βομβητές. Οι απώλειες τελικά στην πολιτική και στρατιωτική ιεραρχία της φαίνεται ότι ήταν πολύ σοβαρότερες από εκείνες που είχαν διαπιστωθεί σε πρώτο χρόνο.
Δεύτερον, επειδή το Ιράν, που βρίσκεται πίσω από αυτές τις οργανώσεις, διστάζει να αναλάβει δράση.
Μιλάμε φυσικά για διαφορετικό μέγεθος, αλλά ακόμη και έτσι κανείς δεν μπορεί να πει αν το Ιράν έχει τη δυνατότητα να αναμετρηθεί με το Ισραήλ. Απ’ ό,τι φαίνεται μάλιστα ούτε το ίδιο το Ιράν έχει μια τέτοια βεβαιότητα.
Στην πραγματικότητα λοιπόν οι εξελίξεις βρίσκονται στα χέρια του Ισραήλ. Θα εισβάλει στον Λίβανο;
Ολοι οι διεθνείς παράγοντες, με πρώτες τις ΗΠΑ και την ΕΕ, έχουν βαλθεί να το αποτρέψουν.
Από την άλλη όμως το Ισραήλ βλέπει την ευκαιρία που του προσφέρει μια αποδυναμωμένη και αποσυντονισμένη Χεζμπολάχ.
Θα εκμεταλλευτεί την ευκαιρία ή όχι;
Να θυμίσω βεβαίως ότι οι εμπειρίες του Ισραήλ από στρατιωτικές επεμβάσεις στον Λίβανο δεν ήταν πάντα θετικές. Και μια σοβαρή στρατιωτική ιεραρχία δεν έχει μνήμη λωτοφάγων.
Το βέβαιο είναι πάντως πως είτε αποφευχθεί η σύγκρουση είτε όχι, οι πλευρές δεν δείχνουν έτοιμες να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Κατ’ αρχάς ποιες είναι οι πλευρές; Το Ισραήλ; Οι Παλαιστίνιοι και ποιοι Παλαιστίνιοι; Το Ιράν; Οι παραστρατιωτικές οργανώσεις;
Υστερα είναι προφανές πως το Ισραήλ θα χρησιμοποιήσει τη συγκυρία για να διευθετήσει το διαχρονικό πρόβλημα ασφάλειας των πολιτών του. Κανένας λαός δεν αποδέχεται με ελαφριά καρδιά να ζει κάτω από βροχή ρουκετών, πυραύλων και drones ή με την τρομοκρατική απειλή στην πόρτα του.
Λογικά και θεωρητικά, το αίτημα της ασφάλειας θα μπορούσε να ξεκλειδώσει ένα πεδίο συνεννόησης. Αλλά οι δύο πλευρές δεν ξέρουν ή δεν θέλουν να το αναζητήσουν. Χρόνια βίας, αίματος και φανατισμού αφήνουν πληγές και κατάλοιπα.
Και όταν φτάνει η κρίσιμη διαπραγμάτευση κανείς δεν έχει το κουράγιο να κοιτάξει μπροστά και όχι πίσω.