Αν δεν κάνω λάθος, η διαδικασία πρέπει να είναι πρωτοφανής. Η Βουλή αναγκάζεται να ψηφίσει δεύτερη νομοθετική ρύθμιση για να διασφαλίσει ότι μια πρώτη νομοθετική ρύθμιση που είχε ψηφίσει πριν από δύο μήνες θα εφαρμοστεί από τη Δικαιοσύνη.
Στην «υπόθεση Κασιδιάρη».
Στη συνέχεια, ο αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου που ήταν επιφορτισμένος με την εφαρμογή της πρώτης ρύθμισης εμφανίζεται με δημόσιες δηλώσεις του να δυσανασχετεί, να διαφωνεί ή έστω να παζαρεύει την εφαρμογή της.
Οταν σηκώθηκαν και οι πέτρες να αποδοκιμάσουν την αδιανόητη συμπεριφορά του, αναγκάστηκε να παραιτηθεί. Λογικό. Πού ξανακούστηκε ανώτατος δικαστής αντί να εφαρμόζει τον νόμο να αντιδικεί με τον νομοθέτη;
Του αρέσει ή δεν του αρέσει, η δημοκρατία μας είναι κράτος δικαίου. Οχι «κράτος δικαστών».
Αν τα πράγματα δεν ήταν σοβαρά, θα μιλούσαμε για κάποιου είδους οπερέτα κακόγουστης πλοκής. Αλλά τέτοια περιστατικά υποδηλώνουν προφανώς ότι στη Δικαιοσύνη υπάρχει σοβαρό πρόβλημα. Δεν είναι καινούργιο. Είναι ένα πρόβλημα κληροδοτημένο από την προηγούμενη δεκαετία, όταν μια ομάδα πρώην και νυν δικαστικών επιχείρησε να μετατρέψει την απονομή της δικαιοσύνης σε κάποιου είδους πολιτικό νταραβέρι με προφανείς σκοπούς και επιδιώξεις.
Σπιλώθηκαν άνθρωποι, σχηματίστηκαν ή διεκπεραιώθηκαν δικογραφίες, βγήκαν παραπεμπτικά βουλεύματα, απαγγέλθηκαν κατηγορίες στο πλαίσιο μιας γενικότερης (και καθοδηγούμενης, όπως προέκυψε) μεθόδευσης που κατ’ επίφαση ονομάστηκε «δικαιοσύνη».
Το ποινικό απέκτησε πολιτικό πρόσημο. Είναι (τηρουμένων των αναλογιών) μια δικαστική εκδοχή του δόγματος Πολάκη.
Η σημερινή κυβέρνηση κληρονόμησε το πρόβλημα αλλά το υποτίμησε. Αδράνησε. Και όπως συμβαίνει πάντα, η πραγματικότητα την πρόλαβε στον δρόμο.
Τη βρήκε μπροστά της στο βούλευμα για τον Παπαγγελόπουλο. Τη συνάντησε στις εισαγγελικές προτάσεις των Ειδικών Δικαστηρίων. Την αντιμετώπισε τώρα (δις) με τον Κασιδιάρη. Προφανώς την έχει ζήσει και σε άλλες λιγότερο εμβληματικές περιπτώσεις.
Δεν ξέρω αν είναι αργά. Αλλά εκείνο που σαφώς αναγράφεται στον εθνικό ορίζοντα είναι επιτέλους η ανάγκη μιας γενναίας και ουσιαστικής μεταρρύθμισης.
Διπλής στόχευσης. Μια μεταρρύθμιση που θα εκσυγχρονίσει, θα απλοποιήσει και θα επιταχύνει την απονομή δικαιοσύνης προς όφελος του πολίτη.
Και ταυτοχρόνως θα προστατεύσει τη Δικαιοσύνη από την παρέμβαση κάθε λογής συμφερόντων, πολιτικών ή άλλων, και από κάθε φιλοδοξία παρέκβασης των ίδιων των δικαστών.