Τον Αύγουστο δεν υπάρχουν ειδήσεις. Το έχουμε ακούσει. Το εμπεδώσαμε.
Λείπουν άλλωστε και οι περισσότεροι δημοσιογράφοι.
Παρόλο που εφημερίδες και κανάλια συνεχίζουν να λειτουργούν. Εστω χωρίς ειδήσεις, έστω και με λιγότερους δημοσιογράφους.
Τον Αύγουστο όμως υπάρχουν φωτιές. Κάθε χρόνο. Σε σημείο που η επανάληψη τις καθιστά σχεδόν ενδημικό εποχικό φαινόμενο.
Μια επαναλαμβανόμενη κακή είδηση, αν υπάρχει κάτι τέτοιο.
Επαναλαμβανόμενη όμως είναι και η συνέχεια. Με την εκάστοτε αντιπολίτευση να κατηγορεί την κυβέρνηση και την κυβέρνηση να βγάζει από πάνω της την ευθύνη χωρίς ποτέ να βγαίνει άκρη στον λογαριασμό. Που δεν έχει άλλωστε και ιδιαίτερη σημασία.
Οι θερινές πυρκαγιές πλήττουν φυσικά πολλές χώρες. Το πολυπαινεμένο «μεσογειακό καλοκαίρι» δεν είναι μόνο ξέγνοιαστο. Πέρυσι, για παράδειγμα, κάηκε η μισή Μεσόγειος.
Πολιτικοί καβγάδες λοιπόν ξεσπούν κι αλλού, αν και λιγότεροι ή μικρότερης έντασης. Κι όπως είναι αναμενόμενο, η υπερβολή έρχεται να καλύψει κι αλλού τη θερινή έλλειψη τηλεοπτικού προγράμματος και τη δημοσιογραφική ένδεια.
Αυτό που ίσως δεν συμβαίνει τόσο συχνά είναι η σχεδόν ετήσια επανάληψη της καταστροφής. Ζούμε κάθε καλοκαίρι στο ίδιο έργο θεατές.
Εντάξει, τα τελευταία χρόνια δεν θρηνούμε εκατόμβες θυμάτων όπως το 2007 στην Πελοπόννησο και το 2018 στο Μάτι.
Προφανώς υπάρχει βελτίωση. Αλλά οι καταστροφές παραμένουν μεγάλες.
Και κυρίως τίποτα δεν διασφαλίζει, ούτε καν προαναγγέλλει, ότι θα είναι οι τελευταίες. Με οποιαδήποτε κυβέρνηση ή αντιπολίτευση, αν θέλω να είμαι δίκαιος.
Μόνο που επειδή θέλω να είμαι και ειλικρινής, δεν ξέρω αν υπάρχει λύση. Ούτε μου την έχει περιγράψει κανείς πειστικά έως τώρα.
Ο Πρωθυπουργός λέει ότι λύση είναι η πρόληψη. Καμία αντίρρηση.
Αλλά η πρόληψη δεν αρκεί. Διότι μια προληπτική δράση δεν είναι ποτέ απόλυτη, ούτε καλύπτει απρόβλεπτες συνθήκες ή καταστάσεις. Δεν υπάρχει πρόληψη στο απρόβλεπτο.
Και, καλώς ή κακώς, οι συνθήκες που φουντώνουν τις φωτιές στη χώρα μας έχουν περάσει στον χώρο του απρόβλεπτου.
Μια άλλη πτυχή λοιπόν είναι η προετοιμασία και η αντιμετώπιση. Ισως η σημαντικότερη.
Και οι ηρωικές, συχνά υπεράνθρωπες, προσπάθειες του ανθρώπινου δυναμικού, των πυροσβεστών και όλων όσοι πέφτουν (κατά κυριολεξία) στη φωτιά, δεν είναι πάντα αρκετές.
Εχουν λοιπόν την ευγνωμοσύνη και τον σεβασμό μας. Αλλά χρειάζονται και κάθε δυνατή ενίσχυση, από την πολιτεία και την κοινωνία, με σύνεση, μέθοδο, επιστημοσύνη και σχεδιασμό, χωρίς τσιριμόνιες και φτηνούς διαπληκτισμούς.
Σίγουρα πάντως η λύση δεν είναι να τους κυνηγούμε με μια κάμερα στο χέρι. Ούτε να υποδυόμαστε τους «αγανακτισμένους πολίτες» στα κοινωνικά δίκτυα.
Αυτά είναι απλώς κακόγουστα καλαμπούρια για τους μήνες που δεν υπάρχουν ειδήσεις.