Εμβόλια: Το μεγάλο στοίχημα για την εμβολιαστική κάλυψη

Κατά 40 εκατ. ευρώ αυξήθηκε ο προϋπολογισμός του υπουργείου Υγείας για τα εμβόλια, την ώρα που ο νεαρότερος πληθυσμός φαίνεται να παραμένει επιφυλακτικός

Η ανησυχία για τις αντιεμβολιαστικές απόψεις που φέρεται να πρεσβεύει η νέα κυβέρνηση Τραμπ στις ΗΠΑ σε συνδυασμό με την κόπωση από τις συστάσεις για νέες ενισχυτικές δόσεις κατά της COVID δημιουργούν προβληματισμό και στη χώρα μας, με την κυβέρνηση να στοχεύει στην ενίσχυση της εμβολιαστικής κάλυψης του πληθυσμού και το υπουργείο Υγείας να ανεβάζει κατά 40 εκατ. ευρώ τον σχετικό προϋπολογισμό.

Αλλαγές όμως, όπως αναφέρουν οι πληροφορίες του «Βήματος», αναμένονται και στις εγκρίσεις για τα εμβόλια με πολιτικές αύξησης των πληθυσμών που θα μπορούν να κάνουν δωρεάν εμβολιασμούς.

Η Ελλάδα δείχνει να αντιστέκεται στο ενδεχόμενο ενός διευρυμένου αντιεμβολιαστικού κινήματος, όμως δεν πρέπει να μας διαφεύγει πως μια σημαντική μερίδα του πληθυσμού διατηρεί ακόμη αποστάσεις από τον εμβολιασμό, με αποτέλεσμα να απαιτείται ισχυρή πολιτική παρέμβαση για την αύξηση της ανοσοποίησης του πληθυσμού.

Ετσι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία, ενώ στα απαραίτητα εμβόλια (ρουτίνας), όπως π.χ. για γρίπη και πνευμονιόκοκκο, οι πολίτες άνω των 70 ετών είναι σε μεγάλο βαθμό εμβολιασμένοι – φαίνεται να προσεγγίζουν τις συστάσεις του ΠΟΥ για εμβολιασμό στο 75% του πληθυσμού –, την ίδια ώρα στις μικρότερες ηλικίες με σημαντικά χρόνια νοσήματα το σχετικό ποσοστό υποχωρεί δραματικά.

Ετσι φτάνουμε στην εκτίμηση, καθώς επίσημες καταγραφές δεν υπάρχουν παρά μόνο για τη γρίπη, ότι στα εμβόλια ρουτίνας, τα οποία αφορούν κυρίως αναπνευστικές νόσους, το ποσοστό του εμβολιασμένου πληθυσμού δεν προσεγγίζει καν το 50%. Το ίδιο φαίνεται να ισχύει και για εμβόλια όπως του έρπητα ζωστήρα, το οποίο αποζημιώνεται μόνο για ορισμένες ηλικίες, αλλά και στους νέους για το εμβόλιο κατά του HPV.

Τα απαραίτητα

Η Ελλάδα διαθέτει ένα από τα πλέον «πλούσια» εμβολιαστικά προγράμματα, όπου καταγράφονται με λεπτομέρεια τα εμβόλια που συστήνονται σε κάθε ηλικία. Ειδικά για τις ευάλωτες ομάδες αλλά και τους άνω των 65 ετών, σύμφωνα με την επιστημονική κοινότητα είναι απαραίτητη η ανοσοποίηση ειδικά κατά των παθογόνων που προκαλούν πνευμονίες.

Οι ενήλικοι λοιπόν που ανήκουν σε αυτές τις κατηγορίες είναι απαραίτητο να εμβολιαστούν κατά της COVID, της γρίπης, του πνευμονιόκκοκου και του αναπνευστικού συγκυτιακού ιού (RSV).

Για τα εν λόγω εμβόλια, τα οποία φαίνεται να εκλαμβάνονται από πολλούς συμπολίτες μας ως μια μεγάλη ταλαιπωρία, δεν χρειάζεται να γίνεται συνωστισμός στο τέλος φθινοπώρου. Μάλιστα του πνευμονιόκοκκου, το οποίο πλέον γίνεται μια φορά άπαξ, μπορεί να γίνει οποιαδήποτε στιγμή μέσα στον χρόνο.

Από εκεί και πέρα η συγχορήγηση εμβολίου για COVID και γρίπη επιτρέπεται, δηλαδή θα μπορούσε να γίνει σε πολύ κοντινές ημερομηνίες, ενώ για τον RSV, ο εμβολιασμός για τον οποίο γίνεται εφέτος για πρώτη φορά, συστήνεται η απόσταση ενός μήνα από τα υπόλοιπα.

Να επαναλάβουμε δε ότι κανένα από τα εμβόλια δεν προσφέρει απόλυτη προστασία,  δηλαδή ότι δεν θα νοσήσει κάποιος, αλλά προσφέρουν ασφάλεια σε μεγάλο ποσοστό έναντι της βαριάς νόσησης.

Ανοδική τάση

Σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρείας ερευνών της φαρμακευτικής αγοράς, τους πρώτους 10 μήνες του 2024 η πορεία των εμβολιασμών δείχνει να έχει ανοδική τάση. Ειδικότερα, με βάση τα στοιχεία από τα φαρμακεία έχουν χορηγηθεί 3,43 εκατομμύρια δόσεις εμβολίων έναντι 3,26 εκατομμυρίων το αντίστοιχο περσινό διάστημα.

Την «αγορά» αυτή φαίνεται πως οδηγούν τα εμβόλια κατά του έρπητα ζωστήρα και της ευλογιάς που αυξήθηκαν στα 365.900. Αύξηση επίσης παρουσιάζουν κατά 50.000 δόσεις και τα αντιγριπικά, τα οποία έχουν ξεπεράσει ήδη το 1 εκατομμύριο, ενώ μεγάλη αύξηση παρουσιάζει και το εμβόλιο κατά της μηνιγγίτιδας που έφτασε στις 365.000 δόσεις έναντι 318.800.

Αντίθετα, σημαντική πτώση παρουσιάζει το εμβόλιο κατά του ιού των ανθρώπινων θηλωμάτων (HPV) παρά το γεγονός ότι είναι και το μόνο προφυλακτικό εμβόλιο κατά μορφής καρκίνου (τραχήλου της μήτρας), καθώς και εμβόλια για την ηπατίτιδα και τον ροταϊό (κατά της βρεφικής – παιδικής γαστρεντερίτιδας).

Το υπουργείο Υγείας από την πλευρά του δείχνει τη διάθεση να ενισχύσει την προώθηση του εμβολιασμού και για τον λόγο αυτόν πριν από λίγες ημέρες υπεγράφη κοινή υπουργική απόφαση με βάση την οποία ο προϋπολογισμός για τα εμβόλια έφτασε στα 215 εκατ. ευρώ για το 2024.

Σε αυτό βέβαια συνέβαλε και το γεγονός της εισόδου του νέου εμβολίου για τον RSV, καθώς και των ενισχυμένων εμβολίων κατά της γρίπης.

Παράλληλα, σύμφωνα με πληροφορίες του «Βήματος», σύντομα αναμένεται να αλλάξει και η διαδικασία των εγκρίσεων εισόδου νέων εμβολίων στο Εθνικό Πρόγραμμα, όπως και η αύξηση των πληθυσμών που θα μπορούν να κάνουν δωρεάν εμβολιασμούς σε πολλές κατηγορίες. Και αυτό διότι η Επιτροπή Εμβολιασμών απαλλάσσεται από το «βάρος» να συνυπολογίζει και το κόστος των εμβολίων στις αποφάσεις της, κάτι το οποίο θα αφορά μια ξεχωριστή ομάδα του υπουργείου.

Τα παιδιά

Προβληματισμός όμως επικρατεί και σχετικά με το ενδεχόμενο το ιδιαίτερα περιορισμένο αλλά υπαρκτό αντιεμβολιαστικό κίνημα που επηρεάζει μια μικρή μερίδα γονέων να αυξηθεί. Για την ώρα φαίνεται πως η Ελλάδα αντιστέκεται και εκτιμάται πως το 95% των παιδιών έχουν κάνει όλα τα «εμβόλια ρουτίνας».

Οπως λέει στο «Βήμα» ο Αθανάσιος Μίχος, καθηγητής Παιδιατρικής – Λοιμωξιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών στην Α’ Παιδιατρική Κλινική του Νοσοκομείου Παίδων «Η Αγία Σοφία» και μέλος ΔΣ της Ελληνικής Παιδιατρικής Εταιρείας, «μετά την περίοδο της πανδημίας COVID-19 διακινήθηκαν, κυρίως στο Διαδίκτυο, ατεκμηρίωτες απόψεις που μπορεί να επηρεάζουν κάποιους συμπολίτες μας στη διάθεσή τους να εμβολιαστούν αυτοί και τα παιδιά τους.

Στη χώρα μας οι μελέτες δείχνουν ότι δεν έχουμε τόσο πρόβλημα αντιεμβολιαστικών απόψεων όσο αμφιβολιών στην κοινή γνώμη για την ασφάλεια των εμβολίων, που μπορούν όμως να αποσαφηνιστούν με τεκμηριωμένη συζήτηση και ενημέρωση».

Συμπληρώνει ακόμα ότι «κατά τη διάρκεια της οξείας φάσης της πανδημίας υπήρξε διακοπή των επισκέψεων για εμβολιασμούς στην πρωτοβάθμια υγεία σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτό στη συνέχεια συνέβαλε για να εμφανιστούν τοπικές επιδημίες από λοιμώξεις που προλαμβάνονται από εμβόλια όπως ιλαρά και κοκίτης. Στη χώρα μας από τα στοιχεία εμβολιασμών φαίνεται ότι έχει αποκατασταθεί σε σημαντικό βαθμό η εμβολιαστική κάλυψη των παιδιών, χωρίς όμως να έχει φτάσει στα επίπεδα προ πανδημίας».

Παράλληλα ο κ. Μίχος επισημαίνει: «Οι υγειονομικοί και η πολιτεία οφείλουν με ήρεμο και τεκμηριωμένο λόγο να ενημερώσουν τους πολίτες για τα οφέλη και την ασφάλεια των εμβολίων. Ειδικότερα, εμβόλια που έχουν αποδείξει την ασφάλεια και αποτελεσματικότητά τους για πολλές δεκαετίες δεν δικαιολογείται να μη γίνονται. Επιπλέον, στη χώρα μας υπάρχουν ομάδες πληθυσμού που ζουν σε δυσμενείς κοινωνικοοικονομικές συνθήκες ή μετακινούμενοι πληθυσμοί που δεν έχουν πρόσβαση σε πρωτοβάθμια περίθαλψη ή ενημέρωση και η πολιτεία θα πρέπει ενεργητικά να τους αναζητήσει, γιατί συχνά αποτελούν εστίες έναρξης τοπικών επιδημιών.

Υπάρχουν όμως και νεότερα εμβόλια, όπως αυτό για τον αναπνευστικό συγκυτιακό ιό (RSV), που χώρες που τα εφάρμοσαν έδειξαν σημαντικά αποτελέσματα στη μείωση της νοσηρότητας και των εισαγωγών στα νοσοκομεία ευπαθών ομάδων, οπότε ειδικά στη χώρα μας με τα προβλήματα που υπάρχουν στο Σύστημα Υγείας μπορούν βοηθήσουν».

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.