Ολοκληρώθηκε η πρώτη εβδομάδα της Διάσκεψης του ΟΗΕ για το Κλίμα (COP29) στο Μπακού του Αζερμπαϊτζάν (μίας από τις κύριες χώρες παραγωγής ορυκτών καυσίμων…) με τα περισσότερα καίρια ζητήματα να βρίσκονται «στον αέρα» και πολλές σκιές να καλύπτουν τα τεκταινόμενα.
Η Διάσκεψη του 2024, η οποία θα διαρκέσει ως τις 22 Νοεμβρίου, έχει «βαφτιστεί» «COP της κλιματικής χρηματοδότησης» καθώς ο κεντρικός στόχος της είναι να υπάρξει συμφωνία σχετικά με τη χρηματοδότηση που θα βοηθήσει τις λιγότερο προνομιούχες χώρες να αντεπεξέλθουν στα δεινά της κλιματικής αλλαγής. Ως το τέλος του 2024 η δέσμευση αφορούσε χρηματοδότηση της τάξης των 100 δισ. δολαρίων κατ’ έτος. Οι αναπτυσσόμενες χώρες ωστόσο ζητούν από το 2025 το ποσό αυτό να ανέλθει σε πάνω από 1 τρισ. δολάρια ετησίως, αίτημα που «σκοντάφτει» στα ανεπτυγμένα κράτη, τα οποία επιμένουν ότι δεν είναι σε θέση να καλύψουν τέτοιο ύψος χρηματοδότησης από τους προϋπολογισμούς τους και προτείνουν ένα πολύπλοκο πλάνο το οποίο ενθαρρύνει τη συμμετοχή ιδιωτικών κεφαλαίων. Το θέμα αυτό, που αποτελεί την «καρδιά» της εφετινής COP, κανείς δεν γνωρίζει αν θα λυθεί ως το τέλος της.
Tο μόνο «καυτό» ζήτημα που πήρε το «πράσινο φως» από την αρχή σχεδόν της Διάσκεψης (όχι όμως χωρίς αντιδράσεις) αφορούσε τους κανόνες που θα διέπουν την παγκόσμια αγορά άνθρακα που προωθεί ο ΟΗΕ. Πρόκειται για ένα σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (carbon credits) το οποίο επιτρέπει στους μεγαλύτερους ρυπαντές της Γης να αντισταθμίζουν μέρος της ρύπανσης που παράγουν αγοράζοντας μονάδες εκπομπών από τους μικρότερους ρυπαντές. Την περασμένη Τετάρτη οι κανόνες που θα διέπουν αυτό το σύστημα υπερψηφίστηκαν. Ωστόσο η απόφαση συνοδεύθηκε από επικρίσεις σχετικά με το ότι οι αγορές άνθρακα αποτελούν απλώς το τέλειο «προκάλυμμα» ώστε οι μεγάλοι ρυπαντές να συνεχίσουν να ρυπαίνουν εις βάρος των λιγότερο προνομιούχων και του πλανήτη.
Δεν ήταν αυτές οι μόνες αντιδράσεις κατά την πρώτη εβδομάδα μιας Διάσκεψης η οποία καλυπτόταν πριν καν αρχίσει από τη βαριά σκιά της επανεκλογής του Ντόναλντ Τραμπ – ο οποίος απειλεί για δεύτερη φορά με αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Συμφωνία του Παρισιού. Η Αργεντινή απέσυρε τους διαπραγματευτές της την Τετάρτη από τη Διάσκεψη, στον απόηχο των απειλών του Τραμπ.
Πάντως, σε μια Διάσκεψη για το κλίμα, από την οποία απουσίαζαν οι ηγέτες των μεγάλων ρυπαντών όπως των ΗΠΑ, της Κίνας, της Ινδίας, αλλά και της Γαλλίας, αυτοί που σίγουρα δεν απουσίαζαν ήταν οι λομπίστες για τα ορυκτά καύσιμα – σύμφωνα με καταγγελία της συμμαχίας ΜΚΟ «Kick Big Polluters Out», τουλάχιστον 1.773 εκπρόσωποι συμφερόντων του κλάδου των ορυκτών καυσίμων έλαβαν έγκριση για να πάρουν μέρος στην COP29.
Μέσα σε όλα αυτά δεν ήταν προφανώς διόλου τυχαίο ότι την περασμένη Παρασκευή, με ανοιχτή επιστολή τους, περισσότεροι από 20 επιστήμονες και πρώην ηγετικές προσωπικότητες ανέφεραν ότι ο θεσμός των COP χρειάζεται πλέον αναδιαμόρφωση, χρειάζεται να περάσει από τις διαπραγματεύσεις στην υλοποίηση για τη σωτηρία του πλανήτη. Κοινώς, με τα λόγια δεν καταπολεμάται η κλιματική αλλαγή…
«Εξαϋλώθηκε» ο στόχος για τις εκπομπές αερίων
Ανάμεσα σε εγκλήσεις και αντεγκλήσεις μεταξύ των εκπροσώπων διαφορετικών χωρών για πλήθος οικονομικά και τεχνικά θέματα κατά την πρώτη εβδομάδα διεξαγωγής της COP29 στο Μπακού, ήλθαν στο φως της δημοσιότητας επιστημονικά στοιχεία τα οποία αποδεικνύουν περίτρανα ότι τα λόγια δεν γίνονται πράξεις με «θύμα» τον πολύπαθο εξαιτίας μας πλανήτη.
Δεδομένα που παρουσιάστηκαν στην COP29 και τα οποία ήταν «τέκνα» του Global Carbon Project, μιας συνεργασίας περισσότερων από 100 επιστημόνων με επικεφαλής ειδικούς του Πανεπιστημίου του Εξετερ, έδειξαν ότι δεν υπάρχει κανένα θετικό σημάδι απομάκρυνσης από τα ορυκτά καύσιμα. Συγκεκριμένα, με βάση τα αποτελέσματα, οι εκπομπές από την καύση άνθρακα, πετρελαίου και αερίου αναμένεται να αυξηθούν κατά 0,8% το 2024 ενώ θα έπρεπε να μειωθούν κατά 43% ως το 2030 προκειμένου να έχουμε έστω και μία πιθανότητα να επιτύχουμε τον στόχο συγκράτησης της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας κάτω από 1,5 βαθμούς Κελσίου και να περιορίσουμε κατά το δυνατόν τις δραματικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής.
Ποιοι είναι όμως οι κύριοι ρυπαντές παγκοσμίως; Απάντηση στο ερώτημα δίνουν στοιχεία που παρουσιάστηκαν από το Climate Trace. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά τα οποία προέκυψαν από το «πάντρεμα» παρατηρήσεων με την ΑΙ σχετικά με περισσότερες από 9.000 αστικές περιοχές, επτά περιοχές εξέλυσαν από το 2022 ως το 2023 πάνω από 1 δισ. τόνους αερίων του θερμοκηπίου – οι έξι από αυτές στην Κίνα, με το Τέξας να αποτελεί την αμερικανική… συμβολή στην κορυφή της λίστας.
Μόνο η Σανγκάη εξέλυσε 256 εκατομμύρια τόνους αερίων του θερμοκηπίου. Το Τόκιο 250 εκατ. τόνους, η Νέα Υόρκη 160 εκατ., το Χιούστον 150 εκατ. και η Σεούλ 142 εκατ.
Ολα αυτά βέβαια έχουν ως αποτέλεσμα να παίρνει την ανιούσα και η μέση παγκόσμια θερμοκρασία, παρά τις δεσμεύσεις για τη συγκράτησή της. Αυτό έδειξε νέα έκθεση του επιστημονικού προγράμματος Climate Action Tracker. Στην έκθεση σημειώνεται ότι με βάση τις υπάρχουσες πολιτικές ο πλανήτης βρίσκεται σε ένα μονοπάτι αύξησης της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας κατά 2,7 βαθμούς Κελσίου ως το τέλος του αιώνα.
Υπάρχει και ένα αισιόδοξο σενάριο σε ό,τι αφορά την αύξηση της θερμοκρασίας, αναφέρουν οι επιστήμονες που συνέταξαν την έκθεση. Παρότι το σενάριο αυτό κάνει λόγο για αύξηση της τάξεως των 1,9 βαθμών Κελσίου ως το 2100, φαίνεται ότι ακόμη και οι πιο αισιόδοξες προβλέψεις δείχνουν ότι ο στόχος των 1,5 βαθμών Κελσίου που είχε τεθεί στο πλαίσιο της Συμφωνίας του Παρισιού αποτελεί «χαμένο όνειρο».
Μπορεί ένας και μόνο άνθρωπος να επηρεάσει τις προβλέψεις για τη θερμοκρασία; Ναι, μπορεί, αν είναι ο Ντόναλντ Τραμπ. Στην έκθεση αναφέρεται ότι η εκλογή του Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ εκτιμάται ότι θα προσθέσει επιπλέον 0,04 βαθμούς Κελσίου στις ήδη προβλεπόμενες καυτές θερμοκρασίες ως το 2100. Και η ανοδική τάση αναμένεται να συνεχιστεί και μετά το 2100, σύμφωνα με τις προβλέψεις (αν υπάρχει ακόμη πλανήτης…).