Η Ελλάδα δεν είναι μόνο διάσημη για τις παραλίες της σε ολόκληρο τον κόσμο – έχει δάση πλούσια με είδη δέντρων όχι μόνο όμορφα και επιβλητικά αλλά και άκρως χρήσιμα από πολλές απόψεις, αφού δασικά είδη δέντρων χρησιμοποιούνται για υλοτομία ενώ την ίδια στιγμή είναι πολύτιμοι ρυθμιστές του κλίματος και «προστάτες» των εδαφών. Είδη όπως το πεύκο, το έλατο, η δρυς και η οξιά κυριαρχούν στα δάση της χώρας μας, ωστόσο ως το τέλος του αιώνα πιθανώς θα μπορεί κάποιος να τα δει μόνο σε… φωτογραφίες και ελληνικές καρτ-ποστάλ ελέω της κλιματικής αλλαγής.
Διεξοδική μελέτη
Τον κώδωνα του κινδύνου για το τι μέλλει γενέσθαι με τα κυρίαρχα δασικά είδη δέντρων στην Ελλάδα ως το 2100 κρούει μια πρόσφατη μελέτη ερευνητών του Πανεπιστημίου Αιγαίου που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση ανοιχτής πρόσβασης «Plants» (https://www.mdpi.com/2223-7747/11/12/1616). Σύμφωνα με τη μελέτη αυτή, που είναι η πιο συστηματική και ολοκληρωμένη που έχει διεξαχθεί στην Ελλάδα σχετικά με τα κυρίαρχα δασικά είδη και τις προβλέψεις για το μέλλον τους, δέντρα όπως η οξιά ή η μαύρη πεύκη πιθανώς θα «σβηστούν» από τον ελληνικό χάρτη ή ο πληθυσμός τους θα συρρικνωθεί σημαντικά ως το τέλος του αιώνα εξαιτίας του ότι οι περιοχές που τα φιλοξενούν σήμερα θα είναι πλέον ακατάλληλες να αποτελούν το σπίτι τους λόγω της αλλαγής του κλίματος. Και αν τόσο βασικά είδη δέντρων μείνουν «ανέστια», καταλαβαίνει κάποιος ότι θα «τρίζουν τα θεμέλια» και του «σπιτιού» του καθενός μας το οποίο είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τη χλωρίδα και την πανίδα που αυτή φιλοξενεί.
Οπως εξηγεί στο ΒΗΜΑ-Science ο ένας εκ των δύο συντονιστών της μελέτης, επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αιγαίου με αντικείμενο την Οικολογία των Βιοσφαιρικών Διεργασιών κ. Νίκος Φύλλας, «για πρώτη φορά στο πλαίσιο αυτής της μελέτης συγκεντρώσαμε στοιχεία από ολόκληρη τη χώρα σχετικά με το πού απαντώνται βασικά δασικά είδη δέντρων. Τα οκτώ είδη που μελετήσαμε καλύπτουν ένα πολύ σημαντικό ποσοστό της δασικής βλάστησης της Ελλάδας, το οποίο ξεπερνά το 90%».
Πρόκειται για τα κυρίαρχα είδη δέντρων στα δάση της χώρας μας τα οποία είναι και άκρως σημαντικά από δασοκομικής άποψης, σημειώνει στο ΒΗΜΑ-Science o έτερος συντονιστής της μελέτης, επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αιγαίου, ειδικός στη Διατήρηση της Βιοποικιλότητας και στην Εξέλιξη κ. Κωνσταντίνος Θεοδώρου. «Αυτό με απλά λόγια σημαίνει ότι πρόκειται για παραγωγικά δέντρα άρρηκτα συνδεδεμένα με πολύ σημαντικές οικοσυστημικές υπηρεσίες όπως η υλοτομία, η ρύθμιση του κλίματος καθώς αποτελούν αποθήκες άνθρακα αλλά και η ρύθμιση του κύκλου του νερού και η συγκράτηση του εδάφους».
Η βασική οκτάδα
Ποια ήταν τα οκτώ είδη που μπήκαν στο μικροσκόπιο της ερευνητικής ομάδας στην οποία επίσης συμμετείχαν οι υποψήφιοι διδάκτορες του Πανεπιστημίου Αιγαίου Θεανώ Κουφάκη και Χριστόδουλος Σαζεΐδης καθώς και ο ερευνητής του Ινστιτούτου Δασικών Ερευνών στη Θεσσαλονίκη Γαβριήλ Σπύρογλου; Επρόκειτο για τέσσερα είδη κωνοφόρων και συγκεκριμένα τη χαλέπιο πεύκη (Pinus halepensis), την τραχεία πεύκη (Pinus brutia), τη μαύρη πεύκη (Pinus nigra) και την κεφαλληνιακή ελάτη (Abies cephalonica) καθώς και για τέσσερα είδη πλατύφυλλων και συγκεκριμένα την αριά (Quercus ilex) τη χνοώδη δρυ (Quercus pubescens), την πλατύφυλλη δρυ (Quercus frainetto) και την οξιά (Fagus sylvatica).
Σε πρώτη φάση οι ερευνητές, όπως περιγράφει ο κ. Φύλλας, συνέλεξαν σημεία της χώρας μας όπου απαντώνται αυτή τη στιγμή τα οκτώ δασικά είδη δέντρων. «Καταφύγαμε αρχικώς στην ευρωπαϊκή βάση δεδομένων – EU Forest Database – όπου καταγράφονται τα σημεία παρουσίας αυτών των ειδών. Πρόκειται για μια πολύ μεγάλη βάση δεδομένων στην οποία όμως η εκπροσώπηση σε ό,τι αφορούσε τη χώρα μας ήταν πάρα πολύ μικρή. Ετσι προσθέσαμε άλλες δύο πηγές δεδομένων ώστε να έχουμε καλύτερη εικόνα: η μία αφορούσε παρατηρήσεις που κάναμε οι ίδιοι στο πλαίσιο της έρευνας πεδίου. Η δεύτερη ήταν αρχεία που υπάρχουν στη χώρα μας από διαχειριστικές μελέτες στις οποίες καταγραφόταν το κάθε είδος και οι συντεταγμένες στις οποίες αυτό βρίσκεται. Ο συγκερασμός όλων αυτών των στοιχείων συνέθεσε το παζλ της παρουσίας των οκτώ δασικών ειδών στην Ελλάδα και μάλιστα χάρη σε αυτή την αναλυτική δουλειά εμπλουτίσαμε και την ευρωπαϊκή βάση δεδομένων σχετικά με τα ελληνικά δάση – φανταστείτε ότι πριν από τη μελέτη στη βάση δεδομένων περιλαμβάνονταν λιγότερα από 200 σημεία παρουσίας των ειδών μελέτης στην Ελλάδα και τώρα πλέον υπάρχουν 2.500».
Τα δύο σενάρια
Με βάση αυτή τη νεοαποκτηθείσα γνώση οι ερευνητές προχώρησαν στο επόμενο βήμα το οποίο ήταν να κάνουν προβλέψεις για την… τύχη των οκτώ κυρίαρχων ελληνικών ειδών δέντρων από το 2070 ως το 2100. Οι προβλέψεις τους βασίστηκαν σε δύο σενάρια της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Αλλαγή του Κλίματος (IPCC). Το πρώτο είναι ένα σχετικώς «ήπιο» σενάριο (SSP1-2.6) το οποίο θεωρεί ότι οι εκπομπές του διοξειδίου του άνθρακα θα μειωθούν δραστικά αλλά η ενεργειακή ουδετερότητα θα επιτευχθεί μετά το 2050. Με βάση αυτό το σενάριο θα υπάρξουν κοινωνικο-οικονομικές αλλαγές προς τη βιώσιμη ανάπτυξη και η αύξηση της θερμοκρασίας θα σταθεροποιηθεί στους 1,8 βαθμούς Κελσίου μέχρι το τέλος του αιώνα.
To δεύτερο σενάριο (SSP5-8.5) είναι το πιο απαισιόδοξο, σύμφωνα με το οποίο η παγκόσμια οικονομία θα αναπτύσσεται γοργά αλλά η ανάπτυξη αυτή θα βασιστεί στα ορυκτά καύσιμα και σε έναν τρόπο ζωής υψηλού ενεργειακού αποτυπώματος. Οι εκπομπές CO2 θα διπλασιαστούν μέχρι το 2050.
Τι προέκυψε λοιπόν για το μέλλον των ελληνικών δασών με βάση αυτά τα δύο σενάρια τα οποία χρησιμοποίησε η ερευνητική ομάδα στα μοντέλα της ώστε να δει τι θα συμβεί στα ελληνικά δάση σε κλίμακα ανάλυσης του 1 τετραγωνικού χιλιομέτρου; Μέχρι το τέλος του αιώνα προβλέπεται να είναι πολύ σημαντική η μείωση των κλιματικά κατάλληλων ενδιαιτημάτων για είδη μεγάλου υψομέτρου, όπως η μαύρη πεύκη, η πλατύφυλλη και η χνοώδης δρυς και η οξιά.
Ζοφερές προβλέψεις
Συγκεκριμένα κατά την περίοδο 2070-2100, σύμφωνα με το ήπιο σενάριο, προβλέπεται ότι 60% των σημερινών ενδιαιτημάτων της οξιάς θα είναι πλέον ακατάλληλα να φιλοξενούν το συγκεκριμένο είδος. Σχετικά με τη μαύρη πεύκη, οι απώλειες σε ό,τι αφορά την κλιματική καταλληλότητα θα είναι της τάξεως του 36%. Για την πλατύφυλλο δρυ η μείωση προβλέπεται να είναι της τάξεως του 28% και για τη χνοώδη δρυ 24%. Για την τραχεία πεύκη η μείωση εκτιμάται στο 14% και για τη χαλέπιο πεύκη (το κοινό πεύκο που απαντάται στην Αττική) στο 6%. Μόνη φωτεινή εξαίρεση η αριά η οποία, με βάση το συγκεκριμένο σενάριο, θα είναι… πολύ σκληρή για να πεθάνει καθώς δεν προβλέπεται να εμφανιστούν ιδιαίτερες απώλειες των ενδιαιτημάτων της.
Σύμφωνα με το απαισιόδοξο σενάριο (το… business as usual, όπως αποκαλείται), τα ενδιαιτήματα της οξιάς προβλέπεται ότι ως το 2100 θα μειωθούν κατά 93% (ουσιαστικώς μιλάμε για εξαφάνισή τους), της πλατύφυλλης δρυός κατά 72%, της χνοώδους δρυός κατά 64% και της αριάς κατά 47%. Σε ό,τι αφορά τα κωνοφόρα, προβλέπεται μείωση των κατάλληλων κλιματικά περιοχών για την παρουσία τους κατά 77% στην περίπτωση της μαύρης πεύκης, κατά 54% στην περίπτωση της τραχείας πεύκης και κατά 45% στην περίπτωση της χαλεπίου πεύκης. «Αυτές οι προβλέψεις συνοδεύονται και με μια μετατόπιση των κατάλληλων ενδιαιτημάτων σε μεγαλύτερα υψόμετρα» σημειώνει ο κ. Θεοδώρου.
Αμφότεροι οι ερευνητές επισημαίνουν ότι τα αποτελέσματα αυτά αποτελούν «καμπανάκι» για το επαπειλούμενο… γυμνό από πολλά από τα σημερινά δασικά είδη δέντρων μέλλον στη χώρα μας, το οποίο στέλνει μήνυμα για άμεση δράση. «Πρέπει να ακολουθήσει η ΕΕ και βέβαια στο πλαίσιό της και η Ελλάδα τις δεσμεύσεις για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης μειώνοντας τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου αλλά παράλληλα πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί και στη διαχείριση των δασών – στο πώς για παράδειγμα συλλέγεται η καύσιμη ύλη, στο πώς προφυλάσσουμε τα δέντρα από τους παθογόνους οργανισμούς, στο πώς και πού επιτρέπεται η βόσκηση κ.ά.». Διότι αν δεν κινηθούμε γρήγορα και αποτελεσματικά, τα όμορφα ελληνικά δάση μας… όμορφα θα κινδυνεύουν να «καούν» από την αλλαγή του κλίματος – και χωρίς δάση θα γίνουμε και εμείς τελικώς… παρανάλωμα.
Ενδείξεις ότι έχει αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση
Οσα ήδη συμβαίνουν στον πλανήτη – από το λιώσιμο των πάγων ως τα ακραία καιρικά φαινόμενα – μαρτυρούν ότι η κλιματική αλλαγή είναι ήδη εδώ. Είναι εύλογο λοιπόν το ερώτημα σχετικά με το αν η κλιματική αλλαγή φαίνεται να έχει ήδη χτυπήσει την «πόρτα» των ελληνικών δασών. Οπως σημειώνει ο κ. Θεοδώρου «είναι κάτι που προσπαθούμε και εμείς να δούμε, ωστόσο δεν υπάρχει ακόμη ξεκάθαρη απάντηση σε αυτό το ερώτημα». Από την πλευρά του ο κ. Φύλλας τονίζει ότι «μέχρι στιγμής έχουμε μόνο ενδείξεις. Παρατηρείται ήδη σε κάποιες περιπτώσεις αυξημένη θνησιμότητα σε κάποια δέντρα και κάνουμε σενάρια για το αν αυτό μπορεί να σχετίζεται με την κλιματική αλλαγή. Παρατηρούνται επίσης μεγαλύτερης έντασης πυρκαγιές σε δάση μεγαλύτερου υψομέτρου, όπως για παράδειγμα σε δάση μαύρης πεύκης στον Ταΰγετο, κάτι που δεν συνέβαινε στο παρελθόν και διερευνούμε γιατί συμβαίνει αυτό. Πάντως προς το παρόν δεν έχουμε στα χέρια μας αποδείξεις».
Η αντικατάσταση από άλλα είδη στο μέλλον
Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Αιγαίου τονίζουν ότι πρέπει να είμαστε προσεκτικοί με τη «μετάφραση» των νέων ευρημάτων, καθώς η κλιματική αλλαγή είναι μόνο μία από τις παραμέτρους που μπορούν να επηρεάσουν τα ελληνικά δάση στις επόμενες δεκαετίες. «Υπάρχουν και άλλες παράμετροι ικανές να επηρεάσουν το μέλλον των ελληνικών δασών, όπως για παράδειγμα οι πυρκαγιές, η τρωτότητα των δέντρων σε παθογόνους οργανισμούς εξαιτίας συνθηκών στρες ή η εισβολή ξένων ειδών – όλες αυτές τις παραμέτρους μελετάμε τώρα με στόχο να τις ενσωματώσουμε στα μοντέλα μας, αναμένοντας αποτελέσματα σε περίπου δύο χρόνια. Τέτοιες παράμετροι μπορεί να δράσουν ακόμη πιο επιβαρυντικά και τελικώς η εικόνα που θα προκύψει να είναι χειρότερη από τις προβλέψεις μας με βάση τη μελέτη. Στον αντίποδα όμως πρέπει να αναφέρουμε ότι αν κάποια ενδιαιτήματα γίνουν ακατάλληλα για συγκεκριμένα είδη, όπως η οξιά, αυτό δεν σημαίνει ότι ως το τέλος του αιώνα δεν θα υπάρχει καθόλου βλάστηση σε αυτά. Είναι πιθανό η βλάστηση να αντικατασταθεί από άλλα είδη που αυτή τη στιγμή φύονται σε πιο χαμηλά υψόμετρα και τα οποία θα κατακτήσουν μεγαλύτερα υψόμετρα στο μέλλον ή από είδη πιο ανθεκτικά στην ξηρασία. Ισως λοιπόν σε μισό και πλέον αιώνα από τώρα δάση στην Ελλάδα να υπάρχουν αλλά να είναι διαφορετικά σε σύγκριση με τα σημερινά. Πιθανώς σε κάποιες περιπτώσεις όμως οι συνθήκες να είναι τόσο αφιλόξενες ώστε να υπάρχουν σημεία που θα μείνουν εντελώς γυμνά από δέντρα».