Το ποσό της αύξησης του κατώτατου μισθού, το οποίο θα «γεφυρώσει» το «χάσμα» που χωρίζει τις θέσεις εργοδοτών και εργαζομένων, αναζητεί η κυβέρνηση, προσπαθώντας να ικανοποιήσει – ταυτόχρονα – τις ανάγκες βελτίωσης των αμοιβών, χωρίς να πλήξει την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων.
Αγορά εργασίας με δίκαιη αμοιβή – Γράφει ο Κωνσταντίνος Αγραπιδάς
Η κυβέρνηση επιχειρεί να «λύσει το σταυρόλεξο» των μισθών, με γνώμονα τη ρήση του πρωθυπουργού κ. Κ. Μητσοτάκη ότι το επόμενο διάστημα θα ενισχυθούν οι αμοιβές. Πληροφορίες αναφέρουν ότι η λύση που τελικώς θα επιλεγεί θα κινείται προς το ευνοϊκότερο σενάριο που προβλέπει αύξηση γύρω στο 9,5% και νέο όριο αμοιβών στα 780 ευρώ από 713 ευρώ σήμερα.
Ενδεικτικό της απόστασης που χωρίζει τους κοινωνικούς εταίρους είναι το γεγονός ότι το «άνοιγμα» των προτάσεων για αυξήσεις που έχουν υποβληθεί ξεπερνά τις δέκα ποσοστιαίες μονάδες. Ενδεικτικό είναι ότι ο ΣΕΒ προτείνει 5,5% και ζητεί να επικρατήσουν οι απόψεις για «λελογισμένες αυξήσεις».
Δύο σενάρια
Στην αντίπερα όχθη η ΓΣΕΕ προτείνει αύξηση περίπου 16% σημειώνοντας ότι «ο κατώτατος μισθός πρέπει να αυξηθεί πάνω από το όριο της αξιοπρεπούς διαβίωσης». Χαρακτηριστική αυτού είναι η εκτίμηση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ πως «παρά τις αυξήσεις των τελευταίων ετών ο κατώτατος μισθός εξακολουθεί να βρίσκεται κάτω από το κατώφλι στης φτώχειας».
Οι κοινωνικοί εταίροι, οι εμπλεκόμενοι επιστημονικοί φορείς αλλά και τα ερευνητικά ινστιτούτα έχουν υποβάλει τις εκθέσεις-προτάσεις τους, καταγράφοντας – με τον τρόπο αυτόν – το εύρος των διαφορών και των αποστάσεων που δύσκολα καλύπτονται.
Οι εργοδοτικές οργανώσεις εμφανίζονται με διαφορετικές προτάσεις, ενώ πιο κοντά στη ΓΣΕΕ είναι η ΓΣΕΒΕΕ (μικρομεσαίες επιχειρήσεις), με την πρότασή της να κινείται στο 8%-10%.
Ο ΣΕΒ, μέσω της έκθεσης του ΙΟΒΕ, προτείνει δύο εναλλακτικά σενάρια με αυξήσεις 4% και 6%, τα οποία περιλαμβάνουν συνδυασμούς αύξησης κατώτατου μισθού και μείωσης εισφορών εργαζομένου οι οποίοι μπορούν να αποδώσουν έως και 10% αύξηση στις καθαρές αποδοχές των χαμηλόμισθων. Ο ΣΕΒ δείχνει να ανησυχεί για τους ρυθμούς ανάπτυξης – αν δοθεί γενναιόδωρη αύξηση – σημειώνοντας ότι «μια αύξηση ταχύτερη από αυτήν της παραγωγικότητας εγκυμονεί κινδύνους για τις προοπτικές μακροχρόνιας και βιώσιμης ανάπτυξης της χώρας».
Επιδότηση εισφορών
Κοντά στο 7% κινείται και η πρόταση των εμπόρων (Ινστιτούτο της ΕΣΕΕ) επισημαίνοντας ότι μια ενδεχόμενη νέα αύξηση του κατώτατου μισθού θα πρέπει αφενός να είναι λελογισμένη (χαμηλότερη του ρυθμού πληθωρισμού), αφετέρου να συνδεθεί με επιδότηση των ασφαλιστικών εργοδοτικών εισφορών και την κατάργηση επιβαρύνσεων, όπως εκείνων του τέλους επιτηδεύματος και της προκαταβολής φόρων.
Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και οι έμποροι στέκονται θετικά απέναντι στην αύξηση του κατώτατου ορίου, ωστόσο ταυτόχρονα επισημαίνουν το αυξημένο κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων και σημειώνουν την ανάγκη να βρεθεί η «χρυσή τομή».
Από την πλευρά των τουριστικών επιχειρήσεων θεωρείται λογική μια αύξηση της τάξεως του 5,5%, με τον κατώτατο μισθό να ανέλθει στα 753 ευρώ.
Στο μεταξύ, η πρόταση της ανώτατης οργάνωσης των εργαζομένων – ΓΣΕΕ διαμορφώνεται λαμβάνοντας υπόψη τον διάμεσο μισθός που ανακοίνωσε η Eurostat, το 60% του οποίου φθάνει τα 780 ευρώ. Αν προστεθεί και η επιβάρυνση του προσδοκώμενου πληθωρισμού, φθάνουμε στα 826 ευρώ, ποσό που αποτελεί την πρόταση της οργάνωσης.
Η ανταγωνιστικότητα
Τέλος, το ΚΕΠΕ και η Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμούν πως μια γενναία αύξηση του κατώτατου μισθού θα πλήξει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και θα αυξήσει ασύμμετρα το κόστος εργασίας. Το ΚΕΠΕ σημειώνει ότι υπάρχει η δυνατότητα αύξησης του κατώτατου μισθού, αλλά δεν θα πρέπει να είναι υπερβολικά μεγάλη, καθώς θα επιβαρύνει περισσότερο τις μικρές επιχειρήσεις και τις επιχειρήσεις σε συγκεκριμένους κλάδους. Η Τράπεζα της Ελλάδος επισημαίνει ότι με δεδομένα τα στοιχεία της οικονομίας για το 2023, υπάρχει περιθώριο για αύξηση των κατώτατων μισθών σε ένα εύρος μεταξύ 3% και 5%.
Τριετίες
H ΓΣΕΕ εκτός από την αύξηση του κατώτατου ζητεί το ξεπάγωμα των τριετιών, ώστε να δικαιούνται όλοι οι εργαζόμενοι επιδόματα προϋπηρεσίας (σύμφωνα με τον νόμο θα ξεπαγώσουν όταν η ανεργία πέσει κάτω από 10%), όπως επίσης και την επαναφορά των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων, αλλά και τη σύγκληση της Εθνικής Επιτροπής Απασχόλησης (που είναι ανενεργή εδώ και 12 χρόνια) ώστε να τεθούν και να αντιμετωπιστούν όλα τα ανοικτά ζητήματα της εποχικής απασχόλησης.