Τρίτο χτύπημα – το ισχυρότερο προσώρας – κατάφερε ο Ντόναλντ Τραμπ στις σινοαμερικανικές εμπορικές σχέσεις. Το βράδυ της περασμένης Δευτέρας ο αμερικανός πρόεδρος ανακοίνωσε νέες εμπορικές κυρώσεις στην Κίνα. Τώρα πλέον οι ΗΠΑ δασμολογούν βαρύτερα σχεδόν το ήμισυ του συνόλου των εισαγωγών τους από την Κίνα. Περίπου 6.000 ήταν τα κινεζικής κατασκευής καταναλωτικά αγαθά που «τιμώρησε» ο Τραμπ (ενδύματα, υποδήματα, γυναικεία αξεσουάρ αλλά και… ρύζι) προτού αφαιρέσει 300, κυρίως συσκευές υψηλής τεχνολογίας της Apple.
Η αξία των εισαγωγών που δασμολόγησαν οι ΗΠΑ φθάνει τα 200 δισ. δολάρια. Από αύριο, Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου, η τιμή των προϊόντων αυτών θα επιβαρυνθεί με 10% και, αν έως την εκπνοή του τρέχοντος έτους οι δύο χώρες δεν έχουν λύσει τις εμπορικές διαφορές τους και δεν έχουν καταλήξει σε συμφωνία, η ταρίφα θα αυξηθεί στο 25%. Τον περασμένο Ιούλιο η Ουάσιγκτον είχε επιβάλει δασμούς σε εισαγωγές αξίας 34 δισ. δολαρίων, ενώ τον Αύγουστο είχε ανακοινώσει το δεύτερο κύμα δασμολόγησης κινεζικών προϊόντων αξίας 16 δισ. δολαρίων.
«Ημασταν πολύ σαφείς αναφορικά με τις μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν. Δώσαμε στην Κίνα την ευκαιρία να συμπεριφερθεί δικαιότερα απέναντί μας, αλλά προσώρας υπήρξε απρόθυμη να αλλάξει τις εμπορικές της πρακτικές» δήλωσε ο αμερικανός πρόεδρος. Ο Τραμπ προειδοποίησε επίσης ότι αν η Κίνα απαντήσει με αντίποινα, «οι ΗΠΑ θα προχωρήσουν πάραυτα στην τρίτη φάση» (μάλλον μπερδεύτηκε ο πρόεδρος, τέταρτη φάση θα εννοούσε) και θα επιβάλουν δασμούς και στα υπόλοιπα προϊόντα που εισάγουν από τις ΗΠΑ, συνολικής αξίας 267 δισ. δολαρίων. Το Πεκίνο, βεβαίως, έσπευσε να ανακοινώσει αντίμετρα 60 δισ. δολαρίων – μετά τις δύο πρώτες εμπορικές επιθέσεις των ΗΠΑ σε κινεζικά προϊόντα αξίας περίπου 60 δισ. δολ. συνολικά, είχε επιβάλει αντίμετρα 50 δισ. δολαρίων.
Αίσθηση προκάλεσε το μάθημα παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού που έκανε μιλώντας σε φόρουμ στο Τιανζίν ο κινέζος πρωθυπουργός Λι Κεκιάνγκ, ο οποίος αντέκρουσε τις αιτιάσεις του Τραμπ ότι το Πεκίνο χειραγωγεί το γουάν για να αποκτήσει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και ξεκαθάρισε ότι η κυβέρνησή του δεν πρόκειται να υποτιμήσει το κινεζικό νόμισμα για να δώσει ώθηση στις εξαγωγές. Ο Λι είπε επίσης ότι οι διεθνείς θεσμοί (σ.σ. αυτοί που περιφρονεί ο Τραμπ), όπως το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, διαδραματίζουν «κεφαλαιώδη ρόλο στην προώθηση των βασικών αρχών της πολυμέρειας και του ελεύθερου εμπορίου».
Αισθητές οι επιπτώσεις
Οι επενδυτές είχαν «προεξοφλήσει» τη νέα κλιμάκωση του σινοαμερικανικού εμπορικού πολέμου, όπως φάνηκε από την πορεία των αγορών την εβδομάδα που πέρασε. Δεν είναι βέβαιο ότι θα συμβεί το ίδιο και με τους αμερικανούς καταναλωτές. Ο Τραμπ έβαλε στο στόχαστρο πολλά τρόφιμα και αγαθά ευρείας κατανάλωσης, όπως έπιπλα, είδη ταξιδιού, ακόμα και χαρτιά υγείας, κάτι που σημαίνει ότι οι ανατιμήσεις ίσως γίνουν αισθητές στα αμερικανικά νοικοκυριά.
Επιπλέον, οι αμερικανικές επιχειρήσεις έχουν ήδη εκφράσει την ανησυχία τους για τις επιπτώσεις του εμπορικού πολέμου στο λειτουργικό τους κόστος και έχουν προειδοποιήσει για το ενδεχόμενο να αναγκαστούν να περικόψουν θέσεις εργασίας.
Η οργή της Apple
Μετά τις οργισμένες αντιδράσεις μεγάλων αμερικανικών ομίλων που διατηρούν μονάδες παραγωγής στην Κίνα ο Τραμπ αφαίρεσε περί τα 300 καταναλωτικά αγαθά από τον κατάλογο όσων θα δασμολογηθούν. Πρόκειται για κράνη δικύκλων, παιδικά καθίσματα για αυτοκίνητα, αλλά κυρίως προϊόντα υψηλής τεχνολογίας, όπως «έξυπνα» ρολόγια. Οπως μεταδίδουν τα ξένα ΜΜΕ, πρόκειται για το αποτέλεσμα πιέσεων τεχνολογικών γιγάντων, όπως είναι η Apple και η Dell.
Οσο για τις επιπτώσεις στις κινεζικές επιχειρήσεις, τις περιέγραψε ο κινέζος μεγιστάνας Τζακ Μα. Ο επικεφαλής της πλατφόρμας ηλεκτρονικών πωλήσεων Alibaba, ο οποίος αποσύρεται στα τέλη του έτους για να αφιερωθεί στις φιλανθρωπίες, όπως ο Μπιλ Γκέιτς, προέβλεψε ότι πολλές εταιρείες θα μεταφέρουν την παραγωγή τους από την Κίνα σε γειτονικές χώρες για να γλιτώσουν την υψηλή δασμολόγηση. Υπενθυμίζεται ότι τις πρώτες ημέρες του 2017, προτού ακόμη ορκιστεί, ο νεοεκλεγείς Τραμπ είχε δεχθεί τον Μα στον πύργο του στη Νέα Υόρκη (Trump Tower) σε μια «σπουδαία συνάντηση», όπως την είχε χαρακτηρίσει, κατά την οποία οι δύο άνδρες συμφώνησαν την ενίσχυση των σινοαμερικανικών σχέσεων και… «αθρόες εισαγωγές αμερικανικών προϊόντων στην Κίνα».