Σε προσφάτως εκδοθέν βιβλίο του ο 99χρονος statesman Χένρι Κίσινγκερ εκθειάζει δέκα ξεχωριστές προσωπικότητες που επέδρασαν διεθνώς για τις μεταρρυθμίσεις, τη στρατηγική και τα οράματά τους. Ανάμεσά τους οι Αντενάουερ, Ντε Γκωλ, Θάτσερ, Νίξον, Σαντάτ και άλλοι.
Ωστόσο, προς έκπληξη όλων, συμπεριλαμβάνει και τον Λι Κουάν Γιου, τον επί τρεις δεκαετίες πρωθυπουργό της Σιγκαπούρης. Ο κινεζικής καταγωγής Λι διετέλεσε πρωθυπουργός της Σιγκαπούρης από το 1959 μέχρι το 1990 καταφέρνοντας να μετατρέψει έναν βάλτο σε διεθνές χρηματοοικονομικό και παραγωγικό κέντρο, μοναδικό στη ζώνη της Νοτιοανατολικής Ασίας.
Ο Κίσινγκερ περιγράφει στο βιβλίο του τον Λι ως μεγάλο αναμορφωτή μιας πόλης-κράτους, διαιρεμένης εθνοτικά και θρησκευτικά και περιβαλλόμενης από πολύ ισχυρότερες δυνάμεις. Κατάφερε μέσα σε τρεις δεκαετίες να διαλύσει τις εθνοτικά διαχωρισμένες συνοικίες Μαλαισιανών, Κινέζων και Ινδών, να ενοποιήσει την πόλη και βαθμιαία να τη μετατρέψει σε οικονομική τίγρη, που διαπρέπει στον 21ο αιώνα. Επέτυχε να καταπολεμήσει τη διαφθορά, να οργανώσει εθνικό στρατό, να προσελκύσει ισχυρά πολυεθνικά σχήματα, να εξασφαλίσει στενές σχέσεις με τις ΗΠΑ, αντισταθμιστικές προς την πίεση που παραδοσιακά ασκούσε το Πεκίνο, και μαζί να επενδύσει συστηματικά στην παιδεία, στην υγεία και γενικώς να συγκροτήσει ένα κράτος αποτελεσματικό και ικανό να προσφέρει ευκαιρίες και δυνατότητες στους πολίτες του. Πέρα από την πειθαρχία και την αφοσίωση του Λι στη μεταμόρφωση του βάλτου, οι γνωρίζοντες εξηγούν ότι η επιτυχία του ορίζεται κυρίως από τον τρόπο επανεπένδυσης του δημιουργούμενου κάθε νέου πλούτου. Ουσιαστικά είναι από τους πρώτους που εφήρμοσε πρακτικές coverin fund, δηλαδή εθνικού επενδυτικού ταμείου.
Τη βάση, τη μαγιά για να ακριβολογούμε, προσέφεραν τα έσοδα της πρώιμης ιδιωτικοποίησης των τηλεπικοινωνιών, τα οποία έπιασαν στην κυριολεξία τόπο και δημιούργησαν το περιβάλλον της μεγάλης και οργανωμένης ανάπτυξης. Το σημειώνουμε επειδή μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα για την ελληνική ιδιότυπη κατάσταση. Εδώ μετά τα μνημόνια τα περιουσιακά στοιχεία του κράτους δεσμεύτηκαν στο Υπερταμείο ως εγγύηση για την αποπληρωμή του ρυθμισμένου χρέους μας. Επί του παρόντος, όλα τα έσοδα από τις πωλήσεις κρατικών περιουσιακών στοιχείων καίγονται στη χοάνη του χρέους.
Για παράδειγμα, τα περίπου 750 εκατ. ευρώ του αναμενόμενου τιμήματος από την πώληση της ΔΕΠΑ Υποδομών θα καταλήξουν στην αποπληρωμή των χρεών. Οπως και εκείνα της σύμβασης παραχώρησης της Αττικής Οδού που θα ακολουθήσει, ύψους 2,5-3 δισ. ευρώ, στην αποπληρωμή του χρέους θα κατευθυνθούν. Θα ήταν σκόπιμο ένα κομμάτι των εσόδων από τις πωλήσεις δεσμευμένων περιουσιακών στοιχείων να ανακατευθύνεται σε ένα εθνικό επενδυτικό ταμείο, ικανό να δημιουργεί και να προσθέτει αξίες, κατά το παράδειγμα της Σιγκαπούρης.
Είναι απλώς ζήτημα επαναδιαπραγμάτευσης με τους δανειστές. Και εκείνοι έχουν λόγους να στηρίξουν εστίες δημιουργίας νέου πλούτου. Αλλωστε, προϊόντος του χρόνου, όλα εκείνα τα πιεστικά του 2015 που οδήγησαν στην απόλυτη δέσμευση της κρατικής περιουσίας σταδιακά εκλείπουν. Η διοίκηση του Υπερταμείου οφείλει να αναλάβει πρωτοβουλίες.