Στα τέλη του 18ου αιώνα το κίνημα για την κατάργηση της δουλείας καλούσε τους Βρετανούς να αποφεύγουν την κατανάλωση προϊόντων που παρήγαν σκλάβοι. Ηταν το πλέον επιτυχημένο μποϊκοτάζ που είχε οργανωθεί έως τότε, καθώς περίπου 300.000 βρετανικά νοικοκυριά σταμάτησαν να αγοράζουν ζάχαρη. Δίχως να διαθέτουν πρόσβαση στα μέσα μαζικής επικοινωνίας της εποχής (εφημερίδες) και με εντελώς πρωτόγονη κοινωνική δικτύωση (διαπροσωπικές επαφές), οι ακτιβιστές κατάφεραν να αυξήσουν αισθητά την πίεση στην κυβέρνηση και στο βρετανικό κοινοβούλιο για την κατάργηση της δουλείας.
Εκτοτε το μποϊκοτάζ χρησιμοποιήθηκε ουκ ολίγες φορές ως πολιτικό όπλο και ως μέσο διάδοσης ιδεών και πεποιθήσεων. Η καμπάνια «Stop Hate for Profit» («Οχι Αλλη Μισαλλοδοξία στο Ονομα της Κερδοφορίας») είναι η πλέον πρόσφατη προσπάθεια προώθησης ενός «κοινωνικού σκοπού». Οι διοργανωτές της (ομάδες υπεράσπισης των πολιτικών κα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως η Anti-Defamation League, η National Association for the Advancement of Colored People και η Color Of Change) καταλογίζουν στο Facebook ότι κάνει ελάχιστα για να απομακρύνει ρατσιστικό και μισαλλόδοξο περιεχόμενο από το ίδιο και τις πλατφόρμες του (Instagram, WhatsApp).
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.