Από τότε που έφτασε το πρώτο πλοίο μεταφοράς αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου στο λιμάνι Sines της Πορτογαλίας, τον Απρίλιο του 2016, και ως σήμερα οι εισαγωγές αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου στην Ευρωπαϊκή Ενωση αυξήθηκαν από μηδέν σε 2,8 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα.
Και αυτή η τάση πλέον ενισχύεται με κάθε τρόπο καθώς η Ευρωπαϊκή Ενωση επιθυμεί ταυτόχρονα να αποκτήσει εναλλακτικές λύσεις και να μην εξαρτάται αποκλειστικά από εξ Ανατολών αγωγούς αερίου.
Τις επενδύσεις που απαιτούνται για τη μεταφορά του υγροποιημένου φυσικού αερίου στη ναυτιλία πυροδοτούν οι δηλώσεις κορυφής και τα έργα υποδοχής (λιμενικές εγκαταστάσεις και αποθηκευτικοί χώροι) που χτίζονται στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
Στρατηγική συμφωνία
Μοχλό προς την κατεύθυνση αυτή αποτέλεσε η κοινή δήλωση της 25ης Ιουλίου στην Ουάσιγκτον του προέδρου Γιούνκερ και του προέδρου Τραμπ οι οποίοι συμφώνησαν να ενισχύσουν τη στρατηγική συνεργασία ΕΕ – ΗΠΑ σε θέματα ενέργειας. Στο πλαίσιο αυτό, η Ευρωπαϊκή Ενωση θα αυξήσει τις εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου από τις Ηνωμένες Πολιτείες, ώστε να διαφοροποιήσει και να καταστήσει ασφαλέστερο τον ενεργειακό εφοδιασμό της.
Οπως δήλωσε ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, «η αύξηση των εξαγωγών υγροποιημένου φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ, αν οι τιμές τους είναι ανταγωνιστικές, θα μπορούσε να διαδραματίσει αυξανόμενο και στρατηγικό ρόλο στον εφοδιασμό της ΕΕ με φυσικό αέριο». Η ΕΕ έχει συγχρηματοδοτήσει ή δεσμεύτηκε να συγχρηματοδοτήσει έργα υποδομής υγροποιημένου φυσικού αερίου αξίας άνω των 638 εκατομμυρίων ευρώ.
Πέραν των υφισταμένων 150 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων πλεονάζουσας δυναμικότητας στην ΕΕ, η Κομισιόν υποστηρίζει 14 έργα υποδομών υγροποιημένου φυσικού αερίου που θα αυξήσουν τη δυναμικότητα κατά επιπλέον 15 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα έως το 2021 και τα οποία θα μπορούσαν να δεχθούν εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ.
Η παγκόσμια αγορά υγροποιημένου φυσικού αερίου γίνεται όλο και πιο ρευστή και ανταγωνιστική, ενώ μεταξύ του 2017 και του 2023, το παγκόσμιο εμπόριο στον τομέα αναμένεται να αυξηθεί κατά περισσότερο από 100 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα, από 391 σε 505, την ώρα που ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας προβλέπει ότι οι εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου στην Ευρώπη θα αυξηθούν κατά περίπου 20% έως το 2040 σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2016.
Η αύξηση της παραγωγής φυσικού αερίου στις ΗΠΑ και η έναρξη της εξαγωγής υγροποιημένου φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ στην ΕΕ το 2016 βελτίωσαν την ασφάλεια του εφοδιασμού με φυσικό αέριο στην Ευρώπη και παγκοσμίως. Το υγροποιημένο φυσικό αέριο (Liquefied Natural Gas – LNG) έχει τεθεί προσφάτως στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της παγκόσμιας ναυτιλίας. Η BG Group εκτιμά πως η παγκόσμια ζήτηση LNG αναμένεται να έχει αυξηθεί κατά 250% μέχρι το 2030, αλλά ορισμένοι στην αγορά εκτιμούν ότι οι ναυτιλιακές εταιρείες πρέπει να δράσουν λελογισμένα, ώστε να αποτρέψουν την πιθανότητα δημιουργίας υπερβολικής πλεονάζουσας χωρητικότητας στον παγκόσμιο στόλο.
Ο ρόλος της Κίνας
Σε πρόσφατο συνέδριο της Capital Link στην Αθήνα και σε ειδικό πάνελ για τις θαλάσσιες μεταφορές μέσω πλοίων μεταφοράς αερίου, ο κ. Espen Landmark Fjermestad, Shipping Equity Research της Fearnley Securities, ανέφερε πως πέρυσι καταγράφηκε αύξηση της προσφοράς κατά 130 εκατ. τόνους. Η συνολική κατανάλωση αναμένεται να πολλαπλασιαστεί μέχρι τα τέλη του 2030.
Ο κ. Tony Lauritzen, CEO της Dynagas LNG Partners LP, τόνισε ότι είναι δύσκολο να γίνει πρόβλεψη σε νούμερα σε ετήσια βάση. Η Κίνα χτίζει νέους τερματικούς σταθμούς και το φυσικό αέριο αντιστοιχεί στο 6% του ενεργειακού μείγματός της. Η πολιτική μετάβασης από τον άνθρακα στο αέριο αναμένεται να συνεχιστεί, άρα και η ανάπτυξη στην Κίνα. Ο ίδιος εκτίμησε ότι δεν θα υπάρξει ανατροπή στο LNG μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, δεδομένου ότι πολλοί αγοραστές από τις ΗΠΑ δεν είναι αμερικανικές εταιρείες, ενώ «βλέπει» ένα μείγμα κερδοσκοπικών παραγγελιών και σταθερών συμβολαίων.
Ο κ. Σταύρος Χατζηγρηγόρης, CEO της Maran Gas Maritime Inc., τόνισε μεταξύ άλλων ότι ο παγκόσμιος πληθυσμός αυξάνεται, άρα η ζήτηση για LNG θα ενισχυθεί. «Υπάρχουν 2 κίνδυνοι: πρώτον, η επιστροφή στην πυρηνική ενέργεια, εφόσον και ο Τράμπ δεν έχει πει τίποτα ακόμη σχετικά με αυτό. Ο δεύτερος είναι το πιθανά προβλήματα με το σχιστολιθικό αέριο. Με ρωτήσατε εάν οι τιμές του αερίου είναι ανταγωνιστικές προς τον άνθρακα και τις ανανεώσιμες. Συνεπώς, οι τιμές συνδέονται με τη δυναμικότητα που θα προστεθεί στο δίκτυο τα επόμενα χρόνια».