Το θετικό κλίμα που έχει δημιουργηθεί για τα ομόλογα της ευρωπαϊκής περιφέρειας και το γεγονός ότι ολοκληρώθηκε η ψήφιση της συμφωνίας των Πρεσπών που περιορίζει το πολιτικό ρίσκο, αλλά και η κινητικότητα στο μέτωπο των σχεδίων για τον περιορισμό των «κόκκινων» δανείων, φέρνουν πιο κοντά τη νέα έξοδο της Ελλάδας στις αγορές, κάτι που αποτυπώθηκε την Παρασκευή στην αποκλιμάκωση των αποδόσεων των 10ετών ομολόγων στο 4,097% και του 5ετούς ομολόγου στο 3,056%.
Οι primary dealers ανέφεραν πως η χώρα ύστερα από ένα μεγάλο διάλειμμα από τις αγορές είναι καλύτερα να επανέλθει με ένα 5ετές ομόλογο. Ετσι τις επόμενες δύο εβδομάδες αναμένεται να ανοίξει το βιβλίο προσφορών για την έκδοση 5ετούς ομολόγου με στόχο, σύμφωνα με εκτιμήσεις της αγοράς, την άντληση 1,5-3,5 δισ. ευρώ και με επιτόκιο στην περιοχή του 3,6%-3,7%. Τα υψηλά επιτόκια (π.χ. 3,8% του ΔΝΤ, 4,7% του 5ετούς που λήγει τον Απρίλιο του 2019, 6% της ΕΚΤ λήξεως Ιουνίου 2019) επιτρέπουν τέτοιες κινήσεις
Καλή η συγκυρία
Το μεγαλύτερο μέρος των συναλλαγών στην ΗΔΑΤ τις τελευταίες ημέρες αφορούσε τους 5ετείς τίτλους, καθώς «προετοιμάζεται» το έδαφος για τη νέα έκδοση. Εξάλλου το ίδιο είχε παρατηρηθεί και κατά την έκδοση του 7ετούς ομολόγου τον Φεβρουάριο του 2018, όπου και τότε είχε γίνει ράλι των τιμών στους 7ετείς τίτλους – οι οποίοι έκτοτε δεν τα πήγαν πάντως και τόσο καλά.
Καθώς η Ισπανία πούλησε 10ετές ομόλογο μαζεύοντας προσφορές 47 δισ. ευρώ για μια έκδοση αξίας 10 δισ. ευρώ και η Ιταλία πούλησε ομόλογα 16 ετών, ορισμένοι διαχειριστές hedge funds που αγόρασαν πρόσφατα ιταλικά ομόλογα θεωρούν ότι η συγκυρία είναι καλή για την Ελλάδα, ελπίζοντας πάντως σε μια πριμοδότηση 30 μονάδων βάσης για να μπουν στη νέα 5ετή έκδοση.
Την ερχόμενη Τρίτη, πάντως, η Γερμανία σχεδιάζει την έκδοση 2ετών ομολόγων με στόχο την άντληση 5 δισ. ευρώ, ενώ την Τετάρτη η Ιταλία θα βγει στις αγορές με την έκδοση ομολόγων μεσαίας και μεγάλης διάρκειας λήξεων και η Γερμανία θα επιστρέψει με στόχο την άντληση 3 δισ. ευρώ με την έκδοση 10ετούς ομολόγου. Η Αυστρία μπορεί επίσης να προχωρήσει στην πώληση 10ετούς κοινοπρακτικού ομολόγου.
Επαφή με τις αγορές
Αυτό σημαίνει πως οι 21 βασικοί διαπραγματευτές (primary dealers) των ελληνικών ομολόγων (Alpha Bank, Banca IMI SPA, Barcleys, BNP Paribas, Citigroup, Commerzbank, Credit Suisse, Deutsche Bank, Εθνική, Eurobank, Goldman Sachs, HSBC, JP Morgan, Merrill Lynch, Morgan Stanley, Natwest Markets, Nomura, Societe Generale, Πειραιώς, UBS και Unicredit) θα πρέπει να αξιολογήσουν όλα τα δεδομένα ώστε να αποφανθούν για τη χρονική στιγμή που θα ανοίξει το βιβλίο προσφορών.
Πηγές κοντά στη νέα έκδοση σημείωναν πως η χώρα θα πρέπει να βγαίνει σε τακτά διαστήματα στις αγορές ώστε να «χτίσει» σταδιακά την επαφή της με τους επενδυτές, καθώς μετά το (αναγκαίο) «κούρεμα» των ομολόγων του PSI οι αγορές θα παραμείνουν εξαιρετικά επιφυλακτικές για μεγάλο διάστημα με τη χώρα. Η Ελλάδα επρόκειτο εξάλλου να προχωρήσει στην έκδοση 10ετούς ομολόγου πέρυσι το καλοκαίρι, με τη Rothschilds να ενημερώνει σχετικά αρκετούς επενδυτές, αλλά αναγκάστηκε να την αναβάλει λόγω των διακυμάνσεων στις αγορές εξαιτίας και της κρίσης στην Ιταλία.
Πηγές κοντά στον ΟΔΔΗΧ (Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους) σημειώνουν πως το «μαξιλαράκι ασφαλείας» επαρκεί για 4 χρόνια και το διάστημα αυτό θα πρέπει να το εκμεταλλευτεί η Ελλάδα ώστε να αποκαταστήσει τη σχέση της με τις αγορές και να γίνει σταδιακά μια κανονική χώρα. Παρά το «μαξιλάρι», οι κινήσεις της χώρας θα πρέπει να είναι προσεκτικές. Το «ακριβό» π.χ. χρέος του ΔΝΤ ύψους 3,8 δισ. ευρώ θα μπορούσε να αποπληρωθεί μετά την προσφυγή στις αγορές, ώστε να δοθεί και το κατάλληλο σινιάλο στους επενδυτές.
Η βιωσιμότητα
Σε κάθε περίπτωση, με το 80% του δημόσιου χρέους να βρίσκεται στα χέρια των επίσημων πιστωτών, οι σχέσεις της Αθήνας με τους ευρωπαίους πιστωτές θα καθορίσουν τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους. Η προθυμία τους να στηρίξουν την Ελλάδα – η οποία βέβαια δεν θα πρέπει να αντιστρέψει τη μεταρρυθμιστική ατζέντα – θα παραμείνει καθοριστική για την αξιολόγηση της ικανότητας της χώρας να ανταποκριθεί στις μελλοντικές χρηματοοικονομικές της υποχρεώσεις.
Η κόπωση των μεταρρυθμίσεων και οι εξωτερικοί κίνδυνοι θα μπορούσαν να μετριάσουν τις προσπάθειες της Ελλάδας, επηρεάζοντας την ανάπτυξη η οποία εκτιμάται στο 2,4% το 2019 από 2,1% το 2018, παρατηρούσε π.χ. το ΔΝΤ. Να σημειωθεί ότι σήμερα τα ελληνικά ομόλογα βρίσκονται σε μη επενδυτική διαβάθμιση, με την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας να απέχει, βάσει της καλύτερης αξιολόγησης από τη Fitch, κατά 4 βαθμίδες από την επενδυτική βαθμίδα.