Η πολιτική σκηνή έχει εισέλθει σε ρυθμούς ευρωεκλογών και κατά τα φαινόμενα στον μήνα που απομένει μέχρι το άνοιγμα της κάλπης θα περισσέψουν οι εντάσεις και οι συγκρούσεις.
Ωστόσο, παρά την κρισιμότητά τους, η ελληνική οικονομία μοιάζει να κινείται απερίσπαστη στους δικούς της ρυθμούς, που σε μεγάλο βαθμό ορίζονται από τα διατηρούμενα, παραδόξως επί μακρόν, ισχυρά κύματα κατανάλωσης.
Οι γιορτές του Πάσχα επιβεβαίωσαν του λόγου το αληθές.
Η μαζική έξοδος στην ύπαιθρο χώρα σε συνδυασμό με το συνεχώς ενισχυόμενο ανοιξιάτικο τουριστικό κύμα τροφοδότησαν στον μέγιστο βαθμό τις συγγενείς προς τον τουρισμό δραστηριότητες, διαμορφώνοντας αισθήματα αισιοδοξίας στους επαγγελματίες του κλάδου και ικανοποίηση στην πολλαπλώς πιεζόμενη κυβέρνηση από τα αναπτυσσόμενα αιτήματα των ασθενέστερων τάξεων, που δεν βλέπουν να φτάνει σε αυτές το αναμενόμενο μέρισμα ανάπτυξης.
Η ζήτηση
Οι επιφανέστεροι των οικονομολόγων παρατηρούν ότι η εσωτερική και εξωτερική ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών στην Ελλάδα επιδεικνύει μοναδικές αντοχές, παρά την ατμόσφαιρα ύφεσης που αναδύεται από την υπόλοιπη Ευρώπη. Η οποία, κατ’ αυτούς, πέραν των ελλειμμάτων ανταγωνισμού εξαιτίας της ολιγοπωλιακής συγκρότησης των αγορών, εξηγεί και τη βραδύτητα υποχώρησης των τιμών και την επιμονή των πληθωριστικών πιέσεων.
Επισημαίνουν ιδιαιτέρως τις επιδόσεις τόσο του τομέα των υπηρεσιών, των τροφίμων και των λοιπών μεταποιητικών αγαθών. Ειδικά για τον τουρισμό σημειώνουν ότι το προηγούμενο εορταστικό διάστημα έδωσε δείγματα περαιτέρω αύξησης του εφετινού τουριστικού κύματος σε σχέση με το αντίστοιχο περυσινό.
Ηδη η ανοιξιάτικη περίοδος δημιουργεί βάσιμες ελπίδες ότι η εφετινή τουριστική κίνηση μπορεί να υπερτερεί έως και 20% της περυσινής. Είναι τέτοια η ένταση του αναμενόμενου τουριστικού ρεύματος που πολλοί προορισμοί αντιμετωπίζουν την απειλή του υπερτουρισμού, που αναπόφευκτα οδηγεί σε υποβάθμιση του τουριστικού προϊόντος και των προσφερόμενων υπηρεσιών.
Γεγονός που ήδη οδηγεί τους τοπικούς παράγοντες δημοφιλών τουριστικών τόπων σε αλλαγή τιμολογιακής πολιτικής προκειμένου να αντιμετωπίσουν μεσοπρόθεσμα τις δυσμενείς συνέπειες του φαινομένου.
Τιμές στα ύψη
Πληροφορίες αναφέρουν ότι ήδη στη Σαντορίνη, στην Πάρο και αλλού οι τιμές των ξενοδοχείων και των λοιπών καταλυμάτων για τους βασικούς θερινούς μήνες έχουν εκτιναχθεί στα ύψη, σε μια προσπάθεια να ελεγχθεί το φαινόμενο του υπερτουρισμού. Επιπλέον οι τουριστικοί επιχειρηματίες των δημοφιλέστερων τουριστικών προορισμών διαφοροποιούν σημαντικά, με εκπτώσεις έως και 50%, τις τιμές φιλοξενίας εκτός των θερμών θερινών μηνών με σκοπό την επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου. Κάτι που έχει επιτευχθεί σε μεγάλο βαθμό στη Σαντορίνη, η οποία ήδη έχει καταφέρει σχεδόν δωδεκάμηνη λειτουργία.
Αντίστοιχες πολιτικές διαφοροποίησης των τιμών κατά περιόδους στη διάρκεια του χρόνου έχουν εφαρμόσει και άλλοι δημοφιλείς προορισμοί στην Ευρώπη. Οι περιπτώσεις της Βαρκελώνης, της Φλωρεντίας, της Τοσκάνης και άλλων περιοχών είναι χαρακτηριστικές, με σκοπό ακριβώς τη διάχυση των παρεχόμενων υπηρεσιών σε δωδεκάμηνη βάση και την αντιμετώπιση των δυσμενέστατων συνεπειών του υπερτουρισμού.
Αλλά δεν είναι μόνο ο τουρισμός που τροφοδοτεί τη ζωογόνο για την ελληνική οικονομία διατηρούμενη υψηλή ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών. Και η παραοικονομία επίσης παραμένει υπολογίσιμη παρά την ψηφιοποίηση των συναλλαγών και τον συστηματικότερο έλεγχο που μπορούν να ασκούν μέσω αυτής οι φορολογικές αρχές.
Νεότερες εκτιμήσεις της Τράπεζας Ελλάδος αναφέρουν ότι οι παραοικονομικές δραστηριότητες υπερβαίνουν το 20% του ΑΕΠ, πράγμα που σημαίνει ότι μπορούν να δημιουργούν εισοδήματα υψηλότερα των 50 δισ. ευρώ ετησίως.
Επιδόσεις
Οπως και να έχει, τα τελευταία χρόνια η ελληνική οικονομία απολαμβάνει έναν συνδυασμό ιδιαίτερων αναπτυξιακών συνθηκών, που μπορεί να μην επιτυγχάνει τα διεκδικούμενα άλματα προόδου, αλλά καταφέρνει επιδόσεις οι οποίες την κρατούν ζωντανή και επιτρέπουν στην κυβέρνηση να επαίρεται ότι κινείται με υπερδιπλάσιους ρυθμούς του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Το κοινωνικό πρόβλημα της χώρας, ωστόσο, έγκειται κυρίως στο γεγονός ότι η επιτυγχανόμενη ανάπτυξη μέσω του τουρισμού, της άνθησης της αγοράς των ακινήτων και των εξαγωγικών επιδόσεων ορισμένων παραγωγικών και μεταποιητικών κλάδων δεν αρκεί για να διαχυθεί επιπρόσθετο εισόδημα στο σύνολο της κοινωνίας.
Η αύξηση των μισθών είναι βραδεία, για τις συντάξεις καλύτερα να μη μιλάμε, η ανεργία επίσης επιμένει να διατηρείται πάνω από το 10%, η αύξηση των τιμών στα ακίνητα και στα ενοίκια των κατοικιών εμποδίζει τα νεότερα νοικοκυριά να αποκτήσουν αξιοπρεπή στέγη και μόνο ένα ισχυρό επενδυτικό αναπτυξιακό άλμα θα μπορούσε να προσφέρει σοβαρές δυνατότητες ευημερίας για την πλειονότητα των Ελλήνων. Εως τότε θα ζήσουμε με τις μεγάλες αντιφάσεις και το πλήθος των ανισοτήτων της περιόδου.
Χαρακτηριστικό είναι το αδιέξοδο της στέγασης των νέων ζευγαριών. Αν υποθέσουμε ότι ένα ζευγάρι νέων εργαζομένων χρειάζεται τουλάχιστον έναν χρόνο προετοιμασίας για να επιλέξει ακίνητο της αρεσκείας του, είναι βέβαιο πως όταν φτάσει στο σημείο να προβεί σε πράξη αγοραπωλησίας οι συνθήκες θα έχουν δραματικά αλλάξει. Οι ίδιοι ως εργαζόμενοι θα έχουν αυξήσει τα εισοδήματά τους κοντά στο 4%, αλλά η τιμή του ακινήτου που είχαν διαλέξει θα έχει επαυξηθεί πολλαπλάσια, κατά τουλάχιστον 15%. Προφανώς ο όποιος προγραμματισμός σε τέτοιες συνθήκες καταρρέει.
Προκύπτει το ευρύτερο έλλειμμα και διαρθρωτικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας, φανερώνεται στις επικρατούσες πιστωτικές συνθήκες. Αν εξαιρέσει κανείς τις μεγαλύτερες των επιχειρήσεων που χρηματοδοτούνται με σχετική άνεση από τις τράπεζες, οι υπόλοιπες οντότητες, ιδιαιτέρως οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, δεν περνάνε εύκολα την πόρτα των τραπεζών.
Τα κριτήρια είναι αυστηρότερα και τα επιτόκια απαγορευτικά. Ετσι εξηγείται ότι οι αποπληρωμές στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων είναι υψηλότερες των νέων χορηγήσεων και για αυτό η πιστωτική επέκταση στους προαναφερόμενους τομείς διατηρείται αρνητική σε τούτους τους καιρούς της υπερδιπλάσιας ανάπτυξης του μέσου ευρωπαϊκού όρου. Στις τράπεζες αντιλαμβάνονται το βάρος υποχρηματοδότησης ορισμένων τομέων της οικονομίας και αναζητούν τρόπους υπέρβασής του.
Τα επιτόκια
Ελπίζουν ότι με την αναμενόμενη τον Ιούνιο έναρξη της μείωσης των επιτοκίων θα διαμορφωθούν σχετικά καλύτερες συνθήκες. Αν και πλέον αμφισβητείται η ένταση της επερχόμενης μείωσης του κόστους του χρήματος. Η ανάσχεση της μείωσης του πληθωρισμού στην Αμερική και οι όποιες αναστολές της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ δεν αφήνουν αδιάφορη την ηγεσία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Πληροφορίες αναφέρουν ότι οι μειώσεις των ευρωπαϊκών επιτοκίων δεν θα είναι τέσσερις στη διάρκεια του 2024 παρά πιθανώς μόλις δύο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη θετική επίδρασή τους στα ευρωπαϊκά οικονομικά πράγματα.
Ο οικονομικός σύμβουλος της Alpha Bank, κ. Π. Καπόπουλος, επιμένει ότι για την αναδιάρθρωση του παραγωγικού μοντέλου και το διεκδικούμενο αναπτυξιακό άλμα επιβάλλεται η εμπλοκή περισσότερων προσώπων σε επιχειρηματικές πρωτοβουλίες και δραστηριότητες. Και για την επίτευξή του, πέραν των όποιων κινήτρων που πρέπει να προσφερθούν ιδιαιτέρως σε νέους, σκόπιμο είναι να καλλιεργηθεί σχετική επιχειρηματική κουλτούρα στην ελληνική κοινωνία.
Οπως χαρακτηριστικά σημειώνει, είναι προβληματικό π.χ. απόφοιτοι του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, του πιο διακεκριμένου ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος της χώρας, να μην επιχειρούν ή, καλύτερα, να αποφεύγουν την επιλογή δημιουργίας νέων επιχειρηματικών σχημάτων, παρότι διαθέτουν τη γνώση, τις ιδέες και την πειθαρχία για κάτι τέτοιο. Το ότι προτιμούν να απασχοληθούν σε τρίτους είναι κυρίως ζήτημα κουλτούρας, που επιβάλλεται να αλλάξει αν θέλουμε πραγματικά να αλλάξει το παραγωγικό υπόδειγμα της χώρας. Και η πολιτεία επιβάλλεται να κάνει τα πάντα προς αυτή την κατεύθυνση.