Τρία «κλειδιά» για την επίτευξη των στόχων του κρατικού προϋπολογισμού του 2025 που ψηφίστηκε την περασμένη Κυριακή αναμένεται να χρησιμοποιήσει το υπουργείο Οικονομικών σε μία προσπάθεια αφενός να μην κινδυνεύσει η δημοσιονομική σταθερότητα, αφετέρου να εξασφαλίσει τα απαραίτητα έσοδα προκειμένου να υλοποιήσει το σχέδιο για μείωση της φορολογίας σε μισθωτούς, συνταξιούχους, επαγγελματίες και αγρότες.

Από την άλλη, τα αυξημένα έσοδα από «φόρους» κατά 2,5 δισ. ευρώ μέσα στο επόμενο έτος «τρομάζουν» τους φορολογουμένους καθώς βλέπουν ότι για μία ακόμη χρονιά οι έμμεσοι φόροι θα κυριαρχήσουν στις τσέπες τους και οι όποιες αλλαγές γίνουν στη φορολογία αυτές θα αφορούν τα εισοδήματα του 2026 και του 2027.

Υπεραπόδοση

Το πρώτο και πιο σημαντικό «κλειδί» είναι η αποτελεσματικότητα του φοροελεγκτικού μηχανισμού στον αγώνα κατά της φοροδιαφυγής. Η αλήθεια είναι ότι με βάση και τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, η υπεραπόδοση των εσόδων οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στο γεγονός ότι ελεύθεροι επαγγελματίες και επιχειρήσεις δηλώνουν κέρδη περισσότερα σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια λόγω της εφαρμογής των νέων ηλεκτρονικών εργαλείων που εφαρμόζει η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων περιορίζοντας σημαντικά τη φοροδιαφυγή και τη φοροαποφυγή.

Οπως αναφέρει χαρακτηριστικά στο «Βήμα της Κυριακής» αρμόδιος παράγοντας του υπουργείου Οικονομικών «μπορεί η ανάπτυξη που εμφανίζει η ελληνική οικονομία να βοηθάει να αυξηθεί ο τζίρος των επιχειρήσεων, όμως η πραγματική αιτία που εμφανίζει πολύ σημαντικός αριθμός επαγγελματιών αυξημένα κέρδη οφείλεται κυρίως στα νέα μέτρα που εφαρμόζονται για την περιστολή της φοροδιαφυγής».

Η καθολική χρήση ηλεκτρονικών εφαρμογών σε όλο το φάσμα της οικονομικής δραστηριότητας αλλά και το γεγονός ότι πλέον καμία δαπάνη δεν θα αναγνωρίζεται αν δεν περνάει μέσα από το σύστημα MyData έχουν οδηγήσεις μικρές και μεγάλες ατομικές και άλλες επιχειρήσεις να ζητούν τιμολόγιο ακόμη και για μία κόλλα χαρτί.

Αντίστοιχα, αυτό ακριβώς το γεγονός είναι που οδηγεί τις συναλλασσόμενες εταιρείες και τους επαγγελματίες να εμφανίζουν στην Εφορία τα πραγματικά τους εισοδήματα τα οποία είναι πολύ υψηλότερα σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια που η φοροδιαφυγή παρέμενε το αγαπημένο σπορ χιλιάδων πολιτών και επιχειρήσεων.

Πάντως, μολονότι δεν υπάρχει ιδιαίτερη αναφορά στην εισηγητική έκθεση των 228 σελίδων του κρατικού προϋπολογισμού στους φοροελεγκτικούς στόχους και στα νέα εργαλεία που θα χρησιμοποιήσει η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), είναι ξεκάθαρο ότι η αποτελεσματικότητα στην περιστολή της φοροδιαφυγής θα ανοίξει το «παράθυρο» για νέες φοροελαφρύνσεις και γιατί όχι για νέες σημαντικές αλλαγές στα τεκμήρια των επαγγελματιών που πλέον σε μεγάλο βαθμό τα πραγματικά κέρδη τους υπερκαλύπτουν τον τεκμαρτό και πολλές φορές άδικο υπολογισμό των καθαρών κερδών.

Η αποτελεσματικότητα στο κυνήγι πάταξης της φοροδιαφυγής θα αποτυπωθεί άμεσα στα έσοδα του προϋπολογισμού και ήδη οι πρόσθετες εισπράξεις φόρων που προβλέπει ο νέος προϋπολογισμός δείχνουν ότι το υπουργείο Οικονομικών «ποντάρει» πάρα πολύ στην περιστολή της φοροδιαφυγής για να ανακοινώσει στα τέλη της ερχόμενης χρονικά σημαντικές φοροελαφρύνσεις.

Οι πόλεμοι

Από την άλλη, δεύτερο «κλειδί» και βασικός πυλώνας για την επίτευξη των στόχων είναι να περιοριστούν στο ελάχιστο οι επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία από τις αβεβαιότητες που διέπουν το διεθνές περιβάλλον και συγκεκριμένα από την έκβαση του πολέμου στην Ουκρανία, την αντιμετώπιση των εντάσεων και των πολέμων στη Μέση Ανατολή και τα νέα δεδομένα σε Γερμανία και Γαλλία που ενώ μέχρι πρόσφατα ήταν οι πιο ισχυρές και υγιείς οικονομίες της ευρωζώνης, πλέον δείχνουν να κλυδωνίζονται μετά και τις τελευταίες πολιτικές εξελίξεις. Επίσης, σημαντικός παράγοντας για την ομαλή εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2025 είναι οι διεθνείς τιμές των καυσίμων και γενικότερά της ενέργειας να κινηθούν σε λογικά πλαίσια καθώς μια νέα εκτίναξη των τιμών μόνο αρνητικά αποτελέσματα θα έχει.

Ειδικότερα, όπως αναφέρει και η εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού, η επίταση των συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή αυξάνει σημαντικά την αβεβαιότητα στις αγορές πετρελαίου.

Καθοδικές πιέσεις στις τιμές πετρελαίου εκτιμάται ότι θα ασκηθούν από τη μειωμένη ζήτηση πετρελαίου και τη σταδιακή αύξηση της παραγωγής τόσο στις χώρες OPEC όσο και στις χώρες εκτός OPEC. Σύμφωνα με τις οικονομικές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Νοεμβρίου 2024, η μέση τιμή πετρελαίου Brent από 82,5 δολάρια το βαρέλι το 2023 αναμένεται να μειωθεί κατά 2,1% το 2024 και περαιτέρω κατά 9,4% το 2025 και να διαμορφωθεί σε 80,7 και 73,1 δολάρια το βαρέλι τα έτη 2024 και 2025, αντίστοιχα.

Ωστόσο, όπως παραδέχονται οι συντάκτες της εισηγητικής έκθεσης, οι εν λόγω προβλέψεις ενέχουν σημαντικό βαθμό αβεβαιότητας με βάση τις πρόσφατες γεωπολιτικές εξελίξεις στην Ουκρανία αλλά και την πιθανότητα περαιτέρω εξάπλωσης του πολέμου στη Μέση Ανατολή. Αν συμβεί κάτι τέτοιο, διεθνείς αναλυτές προσδιορίζουν την τιμή του πετρελαίου πολύ πάνω από τα 100 δολάρια το βαρέλι. Μια παγίδα που κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει.

Τα εισοδήματα

Το τρίτο «κλειδί» είναι η επίτευξη των στόχων για ανοδικούς ρυθμούς ανάπτυξης, αναπροσαρμογή των εισοδημάτων μέσω αυξήσεων σε μισθούς και συντάξεις, πλήρη απορρόφηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης και άλλων κοινοτικών προγραμμάτων.

Αισιοδοξία για ανάπτυξη, επενδύσεις, φόρους και έσοδα

Ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας αναμένεται να ανέλθει σε 2,2% το 2024 και 2,3% το 2025 με το ΑΕΠ σε ονομαστικούς όρους να αυξάνεται το 2025 σε σύγκριση με φέτος κατά 10 δισ. ευρώ, ενώ ο πληθωρισμός θα μειωθεί το 2025 στο 2,1%, από 2,7% που εκτιμάται ότι θα κλείσει εφέτος. Την ίδια στιγμή, οι επενδύσεις αναμένεται να αυξηθούν κατά 6,7% το 2024 και 8,4% το 2025 και το ποσοστό ανεργίας να μειωθεί από 10,3% το 2024 σε 9,7% το 2025.

Οσον αφορά τα έσοδα από φόρους εισοδήματος φυσικών προσώπων, το υπουργείο Οικονομικών αναμένεται να εισπράξει 25,2 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 1 δισ. ευρώ ή 4,1% έναντι του 2024, ενώ ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων προβλέπεται να διαμορφωθεί στο ποσό των 15,24 δισ. ευρώ, αυξημένος κατά 881 εκατ. ευρώ ή 6,1% έναντι του 2024, ως απόρροια της μεγέθυνσης της οικονομίας και της αναμενόμενης νέας αύξησης του κατώτατου μισθού.

Ο φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων προβλέπεται να ανέλθει στο ποσό των 7,97 δισ. ευρώ, αυξημένος κατά 120 εκατ. ευρώ ή 1,5% έναντι του 2024. Τέλος, ουσιαστικά αμετάβλητα θα είναι τα έσοδα από τον ΕΝΦΙΑ, ενώ τα έσοδα από ΦΠΑ και ΕΦΚ προβλέπεται να ανέλθουν σε 38 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 1,6 δισ. ευρώ ή 4,4% έναντι του 2024.