Οι επαναλαμβανόμενες αυξήσεις των βασικών επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες, σχεδόν παντού στον κόσμο, προς αντιμετώπιση της πληθωριστικής έξαρσης προβληματίζουν εντόνως τους οικονομικούς αναλυτές. Δεν είναι λίγοι εκείνοι επίσης που αμφισβητούν όχι μόνο την αποτελεσματικότητα, αλλά και την ορθότητα της «νομισματικής σύσφιξης» που επέλεξαν μαζικά οι κεντρικές τράπεζες για τον έλεγχο του πληθωριστικού φαινομένου.
Ακόμη και εντός της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας εγείρονται αμφιβολίες αν το καταλληλότερο φάρμακο για τον υπέρμετρο πληθωρισμό, στις παρούσες συνθήκες πολεμικής και ενεργειακής κρίσης, είναι όντως η επιταχυνόμενη και κλιμακούμενη αύξηση των επιτοκίων. Διερωτώνται επιπλέον ποιο είναι το όριο. Μέχρι ποίου σημείου μπορεί να ανέλθει το βασικό επιτόκιο της ECB προκειμένου να φθάσουμε στον διεκδικούμενο έλεγχο του πληθωρισμού;
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γ. Στουρνάρας δεν κρύβει ότι μετά την εκτίναξη του βασικού επιτοκίου της ECB στο 2% προγραμματίζονται άλλες δύο αυξήσεις επιτοκίων, μία τον προσεχή Δεκέμβριο και δεύτερη στα τέλη Φεβρουαρίου με αρχές Μαρτίου του νέου έτους. Ο κ. Στουρνάρας υποθέτει ότι τότε τα επιτόκια της ECB θα έχουν προσεγγίσει το λεγόμενο «ουδέτερο» σημείο, που και τις πληθωριστικές προσδοκίες θα ελέγχει και το ενδεχόμενο της μεγάλης ύφεσης θα περιορίζει.
Ωστόσο η αύξηση των επιτοκίων δεν θα είναι αμελητέα. Μπορεί να μη φθάσει στο 5%, όπως οι αναλυτές προβλέπουν για τις ΗΠΑ, αλλά πιθανότατα να ξεπεράσει και το 3%, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την αύξηση του κόστους του χρήματος. Για να έχει κανείς αίσθηση του επιπρόσθετου βάρους που προκύπτει για τα υπάρχοντα δάνεια αρκεί να γνωρίζει ότι για κάθε μισή μονάδα αύξησης των επιτοκίου η μηνιαία δόση ενός δανείου ύψους 100.000 ευρώ αυξάνεται κατά περίπου 30 ευρώ. Οπότε στην περίπτωση εκτόξευσης του βασικού επιτοκίου στο 3% θα οδηγεί σε επιπρόσθετη μηνιαία επιβάρυνση της τάξεως των 180 ευρώ για έναν που εξυπηρετεί δάνειο 100.000 ευρώ.
Ο κ. Στουρνάρας δεν κρύβει παρά ταύτα ότι και εντός της ECB υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις και απόψεις. Οι εκπρόσωποι των βορειοευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών είναι θορυβημένοι από την εκρηκτική άνοδο των τιμών και κατακυριευμένοι από τα αρνητικά πληθωριστικά σύνδρομα του μεσοπολέμου, επιμένουν σε δραστική αντιμετώπιση του φαινομένου ακόμη και αν η περιοριστική νομισματική πολιτική οδηγήσει σε ύφεση την Ευρώπη. Ο ίδιος πιστεύει ακράδαντα ότι δεν αρκεί η χρησιμοποίηση της νομισματικής πολιτικής για τον έλεγχο του πληθωρισμού. Παρά επιμένει ότι απαιτείται συνδυασμός και συντονισμός πολιτικών. Συγκεκριμένα μιλάει για έλεγχο των ενεργειακής αγοράς με πλαφόν και περιορισμό της επίπτωσης των τιμών του φυσικού αερίου στην τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος, για συγκράτηση της δημοσιονομικής επέκτασης ώστε να ελεγχθούν οι πληθωριστικές προσδοκίες και για ελεγχόμενη χρήση της νομισματικής πολιτικής ώστε να μη φθάσουμε στον παραλογισμό της ύφεσης. Και βεβαίως να γίνουν περισσότερα ώστε να τελειώσει ο πόλεμος μια ώρα αρχύτερα. Οσο ο πόλεμος συνεχίζεται και η ειρήνευση αργεί, τόσο η αβεβαιότητα θα αυξάνεται και οι οικονομίες θα πληγώνονται.