Χαμηλές πτήσεις της οικονομίας για τρία συναπτά έτη μετά το Brexit πρέπει να περιμένουν οι Βρετανοί, εφόσον μάλιστα όλα πάνε κατ’ ευχήν. Αν δηλαδή ολοκληρωθούν με επιτυχία οι διαπραγματεύσεις με τις Βρυξέλλες, αν η αποχώρηση από την Ευρωπαϊκή Ενωση γίνει ομαλά και απολύτως συντεταγμένα, αν αμφότερα τα μέρη συμφωνήσουν σε όλες τις λεπτομέρειες και φυσικά αν δεν υπάρξουν απρόοπτα. Σε αντίθετη περίπτωση, «οι συνθήκες θα είναι σημαντικά δυσχερέστερες».
Τις εκτιμήσεις αυτές έκανε το ΕΥ Item Club, μια ανεξάρτητη βρετανική εταιρεία οικονομικών μελετών και προβλέψεων που χρηματοδοτείται από την εταιρεία συμβούλων ΕΥ (Ernst & Young). Το Item Club προέβλεψε ανάπτυξη της βρετανικής οικονομίας κατά 1,3% εφέτος και 1,5% το 2019, κατεβάζοντας τον πήχη συγκριτικά με τις προ τριμήνου προβλέψεις του για ανάπτυξη 1,4% και 1,6% αντίστοιχα για τη συγκεκριμένη διετία.
Αν οι προβλέψεις των βρετανών ειδικών επαληθευθούν, το 2018 θα είναι η χειρότερη χρονιά σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη της βρετανικής οικονομίας από το ξέσπασμα της χρηματοοικονομικής κρίσης. «Οι αβεβαιότητες που μοιραία συνοδεύουν τον χρόνο πριν και μετά την έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ καθιστούν ανήσυχους τόσο τον κόσμο των επιχειρήσεων όσο και τους καταναλωτές» εξήγησε ο επικεφαλής οικονομικός σύμβουλος της EY Item Club Χάουαρντ Αρτσερ.
Το παιχνίδι με τα επιτόκια
Στη φθινοπωρινή έκθεσή της η EY Item Club αναθεώρησε επίσης παλαιότερη εκτίμησή της ότι η Τράπεζα της Αγγλίας θα προχωρήσει σε δύο αυξήσεις επιτοκίων εφέτος και δύο το 2019. Μετά την τελευταία αύξηση του βασικού επιτοκίου της στερλίνας από το 0,5% στο 0,75% τον περασμένο Αύγουστο, το βρετανικό think tank θεώρησε ότι την επόμενη χρονιά ο Μάικ Κάρνι και το επιτελείο του θα προχωρήσουν μόνο μία φορά (τον Αύγουστο του 2019 συγκεκριμένα) σε νέα αύξηση των επιτοκίων.
«Διπλή» αύξηση πιθανότατα θα έχουμε το 2020. «Η EY Item Club υποψιάζεται ότι η Τράπεζα της Αγγλίας θα περιμένει βάσιμες ενδείξεις ότι η βρετανική οικονομία θα σταθεί σταθερά στα πόδια της μετά το Brexit του προσεχούς Μαρτίου προτού αποφασίσει νέο περιορισμό της ρευστότητας» δήλωσε ο Χάουαρντ Αρτσερ.
Να λάβουν τα μέτρα τους
Εν τω μεταξύ συστάσεις προς τις βρετανικές επιχειρήσεις να λάβουν τα μέτρα τους για κάθε ενδεχόμενο διατύπωσε ο συνάδελφος του Αρτσερ, επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΥ Μαρκ Γκρέγκορι: «Η βρετανική οικονομία πρόκειται να βιώσει την εμπειρία μιας περιόδου χαμηλής οικονομικής ανάπτυξης που θα διαρκέσει τουλάχιστον μια τριετία. Οι επιχειρήσεις πρέπει να το αναγνωρίσουν αυτό και να προσαρμοστούν αναλόγως. Θα έπρεπε επίσης να μελετήσουν και το ενδεχόμενο μιας απότομης κάμψης της οικονομίας που θα συμβεί στην περίπτωση ενός άτακτου Brexit και να προετοιμαστούν και για αυτό το σενάριο».
Ο Γκρέγκορι εξήγησε ότι μια «συνετή προσέγγιση» του πιο αρνητικού σεναρίου εκ μέρους των επιχειρήσεων θα ήταν να προχωρήσουν σε μέτρηση της ισχύος και της ευρωστίας τους. Κυρίως να σκεφθούν αν διαθέτουν τη ρευστότητα κεφαλαίων για να αντιμετωπίσουν μια μικρή χρονική περίοδο σοβαρής οικονομικής αναταραχής, την οποία θα διαδεχθούν τρία ή τέσσερα τρίμηνα ύφεσης.
«Ακόμα κι αν η διαδικασία του Brexit κυλήσει ομαλά, τα κυκλικά ρίσκα για τη βρετανική οικονομία είναι αναπόφευκτα και ως εκ τούτου οι ασκήσεις επί χάρτου δεν παύουν να έχουν αξία. Τώρα είναι η στιγμή για κάθε βρετανική επιχείρηση να αρχίσει να σκέφτεται για το μέλλον της μετά το έτος 2020» πρόσθεσε ο Γκρέγκορι.