Την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2%, επέλεξε η κυβέρνηση για την τρέχουσα χρονιά, προκειμένου να σηματοδοτήσει αφενός τη θετική της διάθεση απέναντι στην αύξηση των αμοιβών των εργαζομένων και αφετέρου τις ιδιαίτερες συνθήκες που εξακολουθούν να ισχύουν στην αγορά εργασίας εξαιτίας της κρίσης που προκάλεσε η πανδημία. Σύμφωνα με απολύτως διασταυρωμένες πληροφορίες του «Βήματος της Κυριακής», ο υπουργός Εργασίας κ. Κωστής Χατζηδάκης θα εισηγηθεί στην αυριανή (Δευτέρα 26 Ιουλίου) συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου αυτό το «συγκρατημένο ποσοστό αύξησης των κατώτατων αμοιβών», παρά το γεγονός ότι το τελικό πόρισμα του ΚΕΠΕ «συνιστούσε σταθερότητα του κατώτατου μισθού εν αναμονή των εξελίξεων μέχρι το τέλος του έτους». Με την αύξηση του 2% ο νέος κατώτατος μισθός διαμορφώνεται στα 663 ευρώ – από τα 650 ευρώ -, δηλαδή αύξηση 13 ευρώ, και το κατώτατο ημερομίσθιο φθάνει τα 29,62 ευρώ – από 29,04 ευρώ -, με αύξηση 0,58 ευρώ. Για αποφυγή δυσμενών επιπτώσεων Πάντως, η έκθεση του ΚΕΠΕ που έχει στα χέρια του ο υπουργός Εργασίας αναφερόταν και στο ενδεχόμενο «συμβολικής αύξησης του κατώτατου μισθού» σημειώνοντας ότι κάτι τέτοιο «ίσως να είχε θετικές επιπτώσεις στην εσωτερική ζήτηση οδηγώντας σε ταχύτερη ομαλοποίηση της οικονομικής δραστηριότητας». Καθοριστική σημασία στην τελική απόφαση της κυβέρνησης είχε η εκτίμηση της Τράπεζας της Ελλάδος αλλά και άλλων οικονομικών φορέων ότι «η αύξηση του εργατικού κόστους μπορεί να λειτουργήσει καταλυτικά για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις», που ήδη αδυνατούν να σηκώσουν το βάρος της κρίσης που προκάλεσε η πανδημία. Για τον λόγο αυτόν επελέγη η συγκρατημένη αύξηση, προς αποφυγή δυσμενών επιπτώσεων στις παραγωγικές επιχειρήσεις. Πάντως το σύνολο των εργοδοτικών οργανώσεων προέκριναν το πάγωμα του μισθού και μόνο η ΓΣΕΕ ζητούσε την επαναφορά του στα 751 ευρώ. Κυβερνητικά στελέχη προσδιορίζουν τα χρονικά περιθώρια για ουσιαστική βελτίωση των επιπέδων του κατώτατου μισθού γύρω στο φθινόπωρο του 2022 ή στις αρχές του 2023. Τον Φεβρουάριο του 2022 και όταν θα έχουν φανεί τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης της οικονομίας, θα εκκινήσει – εκ νέου – η διαδικασία αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού, προκειμένου το καλοκαίρι του 2022 να ολοκληρωθεί και να συμφωνηθεί «μια ουσιαστική βελτίωση», η οποία θα ανταποκρίνεται στην «αυξημένη δυναμική της οικονομίας και στην ανάκαμψη της αγοράς». Ο νέος αυτός μισθός θα ισχύσει είτε το δεύτερο εξάμηνο του 2022 είτε στις αρχές του 2023. «Του χρόνου θα υπάρχουν περισσότερες δυνατότητες και επιλογές» σημειώνουν χαρακτηριστικά στο υπουργείο Εργασίας. Τι υποστηρίζουν οι κοινωνικοί εταίροι Ιδιαίτερα αρνητικοί στη χορήγηση οποιασδήποτε αύξησης είναι οι κοινωνικοί εταίροι, οι οποίοι στην πλειονότητά τους επικαλούνται την αρνητική συγκυρία – λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας – και εκτιμούν πως δεν υπάρχουν περιθώρια αύξησης στον κατώτατο μισθό. Μάλιστα υπογραμμίζουν πως ανάλογο ενδεχόμενο θα επιδεινώσει περαιτέρω την – ήδη – αρνητική εικόνα της αγοράς, θα οδηγήσει σε αύξηση των απολύσεων, ενώ θα επιτείνει τα «λουκέτα» σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Στις προτάσεις του ο ΣΕΒ ζητά αντί αύξησης περαιτέρω μείωση των εισφορών (μείωση του μη μισθολογικού κόστους) ενώ ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος ζητά αντί αυξήσεων «φορολογικές ελαφρύνσεις των χαμηλόμισθων και άλλα μέτρα τα οποία θα βελτιώνουν το εισόδημά τους». Η ΓΣΕΕ είναι η μόνη που ζητά αναπροσαρμογή του μισθού στα 751 ευρώ και αντικρούει την πρόταση για μείωση του μη μισθολογικού κόστους που οδηγεί σε απώλειες εσόδων σε φορείς κοινωνικής ασφάλισης οι οποίες θα πρέπει με κάποιον τρόπο να αναπληρωθούν. Αυξήσεις σε 200.000 νέους συνταξιούχους Την Τρίτη 27 Ιουλίου ξεκινά η πρώτη φάση χορήγησης των αναδρομικών σε συνταξιούχους με 30 και πλέον έτη ασφάλισης, η οποία θα ολοκληρωθεί στα τέλη Σεπτεμβρίου. Στο μεταξύ, θέμα χρόνου είναι η έκδοση της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας που οδηγεί σε νέο γύρο αναδρομικών ύψους 2,5 δισ. ευρώ. Πρόκειται για τις μειώσεις των επικουρικών συντάξεων που έγιναν την περίοδο των μνημονίων, όπως και την κατάργηση των δώρων (Χριστουγέννων, Πάσχα) τα οποία αναλογούν στην περίοδο από Ιούνιο 2015 έως Μάιο 2016. Αναλυτικά, τα αναδρομικά των περίπου 200.000 συνταξιούχων που έχουν ασφαλιστεί πάνω από 30 έτη θα ξεκινήσουν να δίνονται την ερχόμενη Τρίτη. Η καταβολή θα αρχίσει με τους συνταξιούχους του ιδιωτικού τομέα που υπέβαλαν αίτημα συνταξιοδότησης μετά τις 13 Μαΐου 2016. Αρχικώς οι πληρωμές ήταν προγραμματισμένες να γίνουν στις 30 Ιουνίου, αλλά μετατέθηκαν έναν μήνα αργότερα λόγω προβλημάτων στην επεξεργασία των σχετικών στοιχείων. Την Πέμπτη 29 Ιουλίου θα δοθούν (μαζί με τη σύνταξη του Αυγούστου) τα αναδρομικά στους συνταξιούχους του δημόσιου τομέα, οι οποίοι – σημειωτέον – έλαβαν στο τέλος του Ιουνίου τη σύνταξη του τρέχοντος μηνός αυξημένη με βάση τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης. Τώρα θα λάβουν και τα αναδρομικά από την ψήφιση του νόμου και εντεύθεν. Οι λεγόμενοι «παλαιοί» συνταξιούχοι, δηλαδή όσοι συνταξιοδοτήθηκαν προ του Μαΐου του 2016, θα λάβουν τις μηνιαίες αυξήσεις και τα αναδρομικά στο τέλος του Σεπτεμβρίου. Πρόκειται για περίπου 150.000 συνταξιούχους. Απαραίτητη προϋπόθεση για να λάβουν αυξήσεις οι συνταξιούχοι αυτής της κατηγορίας είναι αφενός να έχουν συμπληρώσει περισσότερα από 30 χρόνια ασφάλισης και αφετέρου να μη διατηρούν μεγάλη προσωπική διαφορά. Το ποσό των αναδρομικών που θα προκύψει θα συμψηφιστεί με την προσωπική διαφορά και εφόσον υπάρχει υπόλοιπο θα δοθεί στον δικαιούχο. Στους συνταξιούχους που η προσωπική διαφορά είναι μεγαλύτερη της αύξησης δεν θα δοθούν αναδρομικά παρά μόνο θα μειωθεί αντιστοίχως το τμήμα της προσωπικής τους διαφοράς. Νέος γύρος 2,5 δισ. με απόφαση του ΣτΕ Στο μεταξύ, αναμένεται από ώρα σε ώρα η έκδοση της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας που οδηγεί σε νέο γύρο αναδρομικών ύψους 2,5 δισ. ευρώ, τα οποία αφορούν τα δώρα και τις μειώσεις επικουρικών της περιόδου από Ιούνιο 2015 έως Μάιο 2016. Ηδη το ΣτΕ έχει αποφανθεί θετικά υπέρ της καταβολής των δώρων από το 2015, αλλά προέβλεψε ότι η απόφαση αυτή δεν θα έχει αναδρομική ισχύ και θα εφαρμόζεται από την ημέρα δημοσίευσής της (7ος του 2015) και μέχρι τον Μάιο του 2016, οπότε και δημοσιεύτηκε ο νέος τρόπος υπολογισμού των συντάξεων με τον νόμο 4387/16 (νόμος Κατρούγκαλου). Ωστόσο η κυβέρνηση δεν κατέβαλε και τα δώρα, όπως ρητά προέβλεπε η απόφαση του ΣτΕ του 2019, και επέστρεψε μόνο περικοπές σε κύριες συντάξεις για το επίμαχο διάστημα (Ιούνιος 2015 – Μάιος 2016). Ακολούθησαν νέες προσφυγές στο ΣτΕ από οργανώσεις συνταξιούχων και τώρα αναμένεται η απόφαση της πιλοτικής δίκης του προηγούμενου Ιανουαρίου που θα κρίνει τον νέο γύρο αναδρομικών. Δυνητικά τα νέα αναδρομικά του 11μήνου Ιούνιος 2015 – Μάιος 2016 θα μπορούσαν να φτάσουν σε ύψος τα 2,5 δισ. ευρώ, ανάλογα με το εύρος της απόφασης και τις παραγραφές. Οι διεκδικήσεις αφορούν 723 εκατ. για τα αναδρομικά των επικουρικών και 1,875 δισ. ευρώ για τα δώρα δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.