Εδώ και περίπου μισό αιώνα, χρηματοοικονομικοί οργανισμοί και εταιρείες ανά τον κόσμο προβαίνουν σε συναλλαγές τιτλοποιήσεων (securitizations).
Πώς όμως ορίζεται μία συναλλαγή τιτλοποίησης και ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά της; Με απλά λόγια, πρόκειται για την ομαδοποίηση ομοειδών στοιχείων του ενεργητικού μιας οντότητας και τη χρηματοδότηση της απόκτησης αυτών από μία τρίτη εταιρεία, μέσω της έκδοσης ομολογιών, των οποίων η αποπληρωμή καλύπτεται (asset-backed) από τις ταμειακές ροές που θα γεννήσουν τα ίδια αυτά στοιχεία ενεργητικού.
Για να πραγματοποιηθεί μία τέτοια συναλλαγή, απαιτείται συμμετοχή διαφόρων μερών, όπως ο εκδότης των ομολογιών, ο οργανισμός που μεταβιβάζει τα περιουσιακά στοιχεία προς τιτλοποίηση, οι επενδυτές που αγοράζουν τις ομολογίες, η εταιρεία που αναλαμβάνει τη διαδικασία εξυπηρέτησης των τιτλοποιημένων στοιχείων ενεργητικού, οι ανάδοχοι της συναλλαγής καθώς και οι ελεγκτικοί οίκοι που αναλαμβάνουν την έκδoση επιστολής υποστήριξης (Comfort Letter).
Κάνοντας μία σύντομη ιστορική αναδρομή, η πρώτη τιτλοποίηση πραγματοποιήθηκε στις ΗΠΑ τη δεκαετία του ’70, όταν η αμερικανική κυβέρνηση, αναζητώντας τρόπους να κάνει πιο προσιτή την αγορά πρώτης κατοικίας από τον μέσο αμερικανό πολίτη, εξέδωσε την πρώτη ομολογία με εξασφάλιση πακέτο στεγαστικών δανείων. Από τότε, η συγκεκριμένη αγορά έχει γιγαντωθεί, αφού μόνο στην ευρωπαϊκή αγορά, τα στοιχεία ενεργητικού που τιτλοποιήθηκαν το προηγούμενο έτος είναι της τάξης των 230 δισ. ευρώ.
Δράττοντας κάποια από τα οφέλη που χαρακτηρίζουν αυτές τις συναλλαγές, τα ελληνικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν ιστορικά πραγματοποιήσει σωρεία τιτλοποιήσεων δανειακών χαρτοφυλακίων, ως εργαλείο βελτίωσης της ρευστότητάς τους και απομόχλευσης των ισολογισμών τους από τα κόκκινα (μη εξυπηρετούμενα) δάνεια («NPLs»).
Εκτός όμως από οφέλη, οι συναλλαγές τιτλοποιήσεων συνοδεύονται και από ορισμένους κινδύνους που μπορεί να φέρει η χρηματοοικονομική μόχλευση κακής ποιότητας στοιχείων ενεργητικού. Για αυτό άλλωστε έχουν κατά καιρούς κατηγορηθεί έντονα για την πρόκληση προβλημάτων μακροοικονομικής φύσεως, με χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό της ύφεσης της διετίας 2007-2008 μέσω της δημιουργίας φούσκας στην κατηγορία ακινήτων στην αμερικανική οικονομία, η οποία αργότερα επεκτάθηκε σε όλον τον πλανήτη.
Ως μία ακόμα σημαντική εξέλιξη στο οικοσύστημα των τιτλοποιήσεων, καινοτόμοι οργανισμοί ευθυγραμμισμένοι με το πνεύμα της εποχής, έχουν καταφέρει να «παντρέψουν» τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης με τον χρηματοοικονομικό μηχανισμό των τιτλοποιήσεων, προβαίνοντας σε πραγματοποίηση συναλλαγών «Πράσινης Τιτλοποίησης» («Green Securitization»). Παρόλο που η δημιουργία του πλαισίου που ορίζει τη λειτουργία αυτών είναι ακόμα εν εξελίξει από τις κανονιστικές αρχές, είθισται σήμερα μία τιτλοποίηση να χαρακτηρίζεται «πράσινη» όταν είτε οι εξασφαλίσεις των τιτλοποιημένων δανείων αφορούν «πράσινα» στοιχεία ενεργητικού, είτε οι πρόσοδοι των ομολογιών θα επενδυθούν σε «πράσινα» έργα, είτε τέλος όταν τα τιτλοποιημένα δάνεια χρησιμοποιούνται για «πράσινους» σκοπούς.
Συνοψίζοντας, οι τιτλοποιήσεις ως εργαλείο χρηματοοικονομικής μόχλευσης, ανακεφαλαιοποίησης, άντλησης ρευστότητας και μεταφοράς πιστωτικού κινδύνου, έχουν παίξει τον τελευταίο μισό αιώνα σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη αλλά και στην ύφεση των παγκόσμιων χρηματαγορών. Η προσεκτική χρήση αυτών, εμπλουτισμένων ή μη με στοιχεία βιώσιμης ανάπτυξης, μπορεί να αποτελέσει το εφαλτήριο για την επίτευξη οικονομικών στόχων που τίθενται τόσο σε εταιρικό όσο και σε κρατικό επίπεδο. Πόσο μάλλον, σε μακροοικονομικές συνθήκες έντονου πληθωρισμού και υψηλών επιτοκίων (ακριβού χρήματος), όπως οι σημερινές.
*Ο κ. Κωνσταντίνος Κακολύρης είναι FCCA, Partner, Audit & Assurance, Deloitte Ελλάδος