Στην τελική ευθεία εισέρχεται η διαδικασία για την αύξηση του κατώτατου μισθού και κατάργηση του υποκατώτατου μισθού για νέους κάτω των 25 ετών από τον Ιανουάριο του 2019. Το ύψος της αύξησης εκτιμάται ότι θα κυμανθεί από 3,5% έως 4%, ενώ στο τραπέζι έχει τεθεί και η υπεραισιόδοξη πρόταση του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) για αύξηση 10%.
Η κυβέρνηση, μετά την αποτροπή των περικοπών των συντάξεων, αναμένεται εντός δεύτερου δεκαπενθημέρου του Ιανουαρίου να ολοκληρώσει το πακέτο των προεκλογικών παροχών με την ανακοίνωση της αύξησης του κατώτατου μισθού και την ταυτόχρονη κατάργηση του λεγόμενου υποκατώτατου μισθού για τους νέους κάτω των 25 ετών.
Η συζήτηση για το θέμα αυτό βρίσκεται στο επίπεδο των τεχνοκρατών, δηλαδή στους εμπειρογνώμονες που θα καταρτίσουν το πόρισμα διαβούλευσης, το οποίο θα κατατεθεί στην υπουργό Εργασίας, κυρία Εφη Αχτσιόγλου έως το τέλος του έτους. Η υπουργός θα λάβει εντός του Ιανουαρίου την τελική απόφαση για τις αυξήσεις, την οποία θα εισηγηθεί προς το Υπουργικό Συμβούλιο.
Το πόρισμα των εμπειρογνωμόνων – το οποίο δεν έχει δεσμευτικό χαρακτήρα – θα καταγράφει τις προτάσεις των κοινωνικών εταίρων, ενώ θα λαμβάνει υπ’ όψιν την κατάσταση της οικονομίας με τους βασικούς της δείκτες, όπως είναι οι προοπτικές της οικονομίας για ανάπτυξη, η παραγωγικότητα, η ανταγωνιστικότητα, η απασχόληση, το ποσοστό της ανεργίας, τα εισοδήματα και οι μισθοί.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις οικονομικών παραγόντων, η αύξηση που αναμένεται να δοθεί από τον Ιανουάριο του 2019 δεν θα ξεπερνά τα 20 έως 25 ευρώ μηνιαίως – ήτοι 3,5% ως 4%. Δηλαδή ο νέος κατώτατος μισθός υπολογίζεται να διαμορφωθεί στις αρχές του 2019 στα 606 έως 610 ευρώ από τα 586 ευρώ που είναι σήμερα. Η αύξηση θα είναι υψηλότερη για τους νέους κάτω των 25 ετών, αφού αναμένεται να καταργηθεί ο λεγόμενος υποκατώτατος μισθός που ισχύει από το 2012 και φθάνει τα 511 ευρώ. Το συγκεκριμένο ύψος των αυξήσεων – κατά τους οικονομικούς παράγοντες – προκύπτει από τις υφιστάμενες δυνατότητες της εθνικής οικονομίας.
Στις πλέον αισιόδοξες εισηγήσεις που κατατέθηκαν στις διαβουλεύσεις καταγράφεται αυτή του ΚΕΠΕ που προτείνει δύο «σενάρια αυξήσεων», είτε εφάπαξ αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 10% το 2019 (645 ευρώ τον μήνα από 586,08 ευρώ σήμερα), είτε αύξηση κατά 2% ανά τρίμηνο στο διάστημα 2019-2020.
Πάντως η κυβέρνηση έχει ανακοινώσει μέτρα στήριξης για τους εργοδότες που απασχολούν νέους κάτω των 25 ετών, οι οποίοι θα κληθούν να χορηγήσουν υψηλότερες αυξήσεις σε όσους σήμερα αμείβονται με τον υποκατώτατο μισθό ο οποίος καταργείται.
Οι εργοδότες αυτής της κατηγορίας θα καταβάλουν συνολικές ασφαλιστικές εισφορές μειωμένες κατά 50% το 2019 και θα απαλλάσσονται πλήρως (μείωση 100%) της απόδοσης εισφορών για τους συγκεκριμένους μισθωτούς από το 2020.
Πρέπει να σημειωθεί ότι από τη συγκεκριμένη διαδικασία καθορισμού του νέου κατώτατου μισθού απέχει η ΓΣΕΕ, ζητώντας από την κυβέρνηση να επαναφέρει με νόμο τον κατώτατο μισθό στα 751 ευρώ, δηλαδή στα επίπεδα που ήταν πριν από τη μείωσή του – με νόμο – το 2012, και ακολούθως να ισχύσουν – και πάλι – οι συλλογικές διαπραγματεύσεις εργοδοτών και εργαζομένων, προκειμένου να διαμορφώνονται ελεύθερα οι κατώτατες αμοιβές μέσω της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας.
Οι εργοδότες
Σοβαρές επιφυλάξεις για τυχόν «υπέρμετρη» αύξηση του κατώτατου μισθού διατυπώνει ο ΣΕΒ, εκτιμώντας ότι «οι υπερβολικές αυξήσεις στον κατώτατο μισθό» θα έχουν αρνητικές συνέπειες στην οικονομία και στην εξέλιξη της ανεργίας. Μάλιστα, παράγοντες του Συνδέσμου πιστεύουν ότι η όποια αύξηση στους μισθούς θα πρέπει να συνδυαστεί με μείωση των εισφορών και της φορολογίας των χαμηλόμισθων.
Θετικότερη είναι η στάση των υπόλοιπων εργοδοτικών οργανώσεων, δηλαδή των εμπόρων (ΕΣΕΕ) και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΓΣΕΒΕΕ). Οι έμποροι τάσσονται υπέρ της σταδιακής αύξησης του κατώτατου μισθού, ώστε το 2022 να ανέλθει στα 751 ευρώ, ενώ ζητούν ταυτοχρόνως τον εξορθολογισμό των εισφορών των ελεύθερων επαγγελματιών και τη μείωση των εισφορών για επικουρική ασφάλιση κατά 1%.
Υπέρ της αύξησης του κατώτατου μισθού, με την προϋπόθεση ότι αυτή θα συνοδεύεται με συμπληρωματικά μέτρα, όπως τη μείωση της φορολόγησης, τάσσεται και η ΓΣΕΒΕΕ. Η οργάνωση εκτιμά πως η αύξηση του κατώτατου μισθού θα πρέπει να συνοδεύεται από την αύξηση του αφορολογήτου για τους μισθωτούς, τη μείωση του ΦΠΑ στα είδη διατροφής και στα επισιτιστικά επαγγέλματα και τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους των επιχειρήσεων.