Την Κυριακή το βράδυ στη συζήτηση του προϋπολογισμού για το 2025 ο Πρωθυπουργός αναμένεται, ανάμεσα στα πολλά άλλα, να τοποθετηθεί και στο θέμα των τραπεζών, που εσχάτως, υπό το βάρος των νέων πολιτικών συνθηκών, εισέβαλε δυναμικά στο προσκήνιο.

Οι τράπεζες το τελευταίο διάστημα βρέθηκαν στο κέντρο του πολιτικού ενδιαφέροντος αρχικώς από τους κύκλους των διεθνών επενδυτών που ήθελαν να διασφαλίσουν ότι δεν θα επιβληθούν έκτακτες φορολογίες και δεν θα διαταραχθούν οι προοπτικές κερδοφορίας που ενδιαφέρουν τους νέους μετόχους, οι οποίοι παρεμπιπτόντως έχουν ήδη αρχίσει να απολαμβάνουν ικανοποιητικά μερίσματα για τις τοποθετήσεις τους στις άλλοτε προβληματικές ελληνικές τράπεζες.

Παρεμβάσεις

Ο κ. Μητσοτάκης, που προσφάτως δέχθηκε σχετικές οχλήσεις στο συνέδριο της Morgan Stanley στο Λονδίνο, δήλωσε ότι δεν είναι στις προθέσεις της κυβέρνησης η επιβολή έκτακτης φορολογίας στα κέρδη των τραπεζών, αφήνοντας ωστόσο να εννοηθεί ότι θα υπάρξουν άλλες παρεμβάσεις με σκοπό την ένταση του ανταγωνισμού, τον περιορισμό των υψηλών προμηθειών και την επαύξηση των πιστώσεων προς τους μικρομεσαίους και την αγορά στέγης.

Μετά τις αναφορές του Πρωθυπουργού τη σκυτάλη πήρε το αναβαπτισμένο με τον τίτλο και τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης ΠαΣοΚ, το οποίο κατέθεσε στη Βουλή τροπολογία για την επιβολή φόρου 5% επί των τραπεζικών κερδών, τα οποία πηγάζουν από τη διατηρούμενη μεγάλη διαφορά μεταξύ επιτοκίων χορηγήσεων και καταθέσεων.

Η κυβέρνηση αντέδρασε στην πρωτοβουλία του κ. Ανδρουλάκη, τον κατηγόρησε για λαϊκισμό, επισπεύδοντας όμως ταυτόχρονα τις πρωτοβουλίες για τον περιορισμό των υψηλών προμηθειών και την ενίσχυση του ανταγωνισμού μεταξύ των πιστωτικών ιδρυμάτων, ειδικά στο θέμα των στεγαστικών δανείων και στη διάθεση ακινήτων που παραμένουν δεσμευμένα και ανεκμετάλλευτα από τις τράπεζες και τους servicers με σκοπό τον έλεγχο των αυξητικών τάσεων στην αγορά ακινήτων. Περιττό να σημειώσουμε ότι στο τρίτο τρίμηνο του 2024 οι τιμές των ακινήτων συνέχισαν να κινούνται ανοδικά, αυξανόμενες κατά 7,8%.

Η χρυσή τομή

Κάπως έτσι προαναγγέλθηκαν οι αναμενόμενες σήμερα σχετικές εξαγγελίες του κ. Μητσοτάκη κατά τη συζήτηση επί του προϋπολογισμού στη Βουλή. Η πίεση, πολιτική και κοινωνική, είναι αναμφίβολα σημαντική και οδηγεί την κυβέρνηση σε εσπευσμένες κινήσεις. Κυβερνητικές πηγές μετέδιδαν τις προηγούμενες μέρες ότι τα μέτρα θα είναι πολλά προς διάφορες κατευθύνσεις και σκοπός είναι να ορίζονται από μια «χρυσή τομή» μεταξύ της διατήρησης της υγείας των τραπεζών, αλλά και των αναγκών της οικονομίας και της κοινωνίας.

Κατά τις πληροφορίες ο κ. Μητσοτάκης θα εξαγγείλει σήμερα και ο υπουργός Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης θα εξειδικεύσει αύριο, μέτρα για μείωση έως και 50% των προμηθειών που επιβάλλουν οι τράπεζες σε πλήθος καθημερινών συναλλαγών, κυρίως πληρωμών μέσω πάγιων εντολών, καθώς και πράξεων από τράπεζα σε τράπεζα, όπως και για έκδοση πιστωτικών καρτών ή παραχώρηση στοιχείων προς φορολογική και άλλες χρήσεις.

Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες ο κ. Μητσοτάκης θα προτρέψει τις τράπεζες να μειώσουν τις μεγάλες διαφορές μεταξύ επιτοκίων χορηγήσεων και καταθέσεων, μέσω της αύξησης κυρίως των επιτοκίων καταθέσεων και δη εκείνων της προθεσμίας.

Να σημειωθεί ότι εδώ και χρόνια, παρά την προηγούμενη αύξηση των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, τα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα διατηρούσαν σχεδόν μηδενικά τα επίπεδα των επιτοκίων ταμιευτηρίου και στα όρια της μιας και μιάμισης μονάδας για εκείνα των προθεσμιακών καταθέσεων. Οι διοικήσεις τους στις συνεχείς οχλήσεις των καταθετών απαντούσαν ότι δεν χρεώνουν έξοδα διαχείρισης των καταθετικών λογαριασμών όπως πράττουν οι ευρωπαϊκές τράπεζες και έτσι δεν μπορούν να προσφέρουν καλύτερα επιτόκια.

Οι μεγάλες διαφορές

Το ερώτημα ωστόσο που τίθεται είναι πώς θα υπερνικηθούν οι μεγάλες διαφορές, από τις υψηλότερες στην Ευρώπη, μεταξύ επιτοκίων χορηγήσεων και καταθέσεων και πώς θα επιβληθούν τα όποια μέτρα στις τράπεζες; Να σημειωθεί ότι οι πρωθυπουργικές αναφορές στην ένταση του ανταγωνισμού δεν υποστηρίζονται από τα μικρότερα πιστωτικά ιδρύματα, όπως και οι ψηφιακές, οι λεγόμενες Finthec, δεν διαθέτουν τις δυνάμεις ούτε το εύρος προκειμένου να ανταγωνιστούν επί ίσοις όροις τις συστημικές τράπεζες και να επιδράσουν καθοριστικά στην αγορά.

Για τη χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων επίσης οι τράπεζες υποστηρίζουν ότι οι ευρωπαϊκοί πιστωτικοί κανόνες είναι ιδιαιτέρως αυστηροί και εμποδίζουν τη χρηματοδότηση μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων με αδιαφανείς ισολογισμούς και αμφίβολης ποιότητας οικονομικά στοιχεία, όπως λένε. Οι ίδιες πάντως υποστηρίζουν ότι ο ανταγωνισμός για τη χρηματοδότηση των υγιών μικρομεσαίων είναι έντονος και όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank Φωκίων Καραβίας, «οι τράπεζες σκοτώνονται μεταξύ τους για την αναζήτηση και χρηματοδότηση των υγιών και αξιόπιστων μικρομεσαίων επιχειρήσεων».

Το πρόβλημα

Προηγούμενες προτάσεις να προικοδοτηθεί με κεφάλαια η συσταθείσα τα προηγούμενα χρόνια Ελληνική Επενδυτική Τράπεζα και να αφιερωθεί στη χρηματοδότηση των μικρομεσαίων δεν έτυχαν ιδιαίτερης προσοχής. Οπως και να έχει, δυσεπίλυτο παραμένει το πρόβλημα της χρηματοδότησης του μεγάλου πλήθους των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.

Οι περισσότερες νιώθουν αποκλεισμένες από το πιστωτικό σύστημα, στις περισσότερες των περιπτώσεων λειτουργούν αυτοχρηματοδοτούμενες, αντιμετωπίζοντας συχνά προβλήματα ρευστότητας, με αποτέλεσμα να μην έχουν πολλές ευκαιρίες συγκέντρωσης των απαιτούμενων για επενδύσεις κεφαλαίων και έτσι να μένουν πίσω, να μην μπορούν να παρακολουθήσουν τις τάσεις των αγορών και σταδιακά να χάνουν το όποιο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, υποχωρώντας τεχνολογικά και παραγωγικά.

Επί όλων αυτών προφανώς δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις και μένει να δούμε τι θα παρουσιάσει ο κ. Μητσοτάκης. Οπως και δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις στο θέμα της στέγασης. Τελευταίως κυβερνητικοί παράγοντες αναδεικνύουν το ζήτημα των ακινήτων που έχουν περιέλθει στα χέρια των τραπεζών και μένουν αναξιοποίητα και αδρανή. Ο αριθμός τους ανέρχεται σε περίπου 20.000 και οι κυβερνώντες καλούν τις τράπεζες να τα διαθέσουν μαζικά με σκοπό να αυξηθεί η προσφορά και να υποχωρήσουν οι τιμές των ακινήτων.

Τα «ατακτοποίητα»

Οταν ωστόσο ερωτώνται οι τραπεζίτες γιατί δεν προσπαθούν κάτι τέτοιο, εξηγούν ότι τα αναφερόμενα 20.000 ακίνητα δεν είναι όλα οικιστικά. Πολλά είναι οικόπεδα, αγροτεμάχια, βιομηχανικά κτίσματα και αποθήκες, που δεν προσφέρονται για οικιστική χρήση. Και όσα είναι κατοικίες συνοδεύονται από πλήθος προβλημάτων και παραβάσεων, είναι δηλαδή «ατακτοποίητα», όπως λένε, και χρειάζεται πολύς χρόνος και χρήμα προκειμένου να καταστούν εμπορεύσιμα και άμεσα διαθέσιμα.

Οσο για τις χορηγήσεις νέων στεγαστικών δανείων, δεν κρύβουν ότι η ζήτησή τους παραμένει υποτονική, ως αποτέλεσμα τόσο της αδυναμίας των νέων νοικοκυριών, λόγω της ακρίβειας και του κόστους της οικογενειακής ζωής, να συγκεντρώσουν σε εύλογο χρόνο αξιοπρεπή βάση αποταμιεύσεων που θα τους επιτρέψει να διεκδικήσουν τις απαιτούμενες πιστώσεις για την αγορά ακινήτου, όσο και του γεγονότος ότι η αύξηση τιμών στα διαμερίσματα «τρέχει» ταχύτερα των αποταμιεύσεων, με αποτέλεσμα να αποκαρδιώνονται και να χάνουν το τρένο.

Προσοδοφόρες δουλειές

Από την άλλη και οι τράπεζες δεν ενεργούν όπως πρέπει και επιβάλλει ο ρόλος τους στην οικονομία. Προτιμούν τα σίγουρα και απλά, τις μεγάλες και προσοδοφόρες δουλειές, παρά την καθημερινή και δύσκολη δουλειά με τα πολλά και τα μικρά. Και βεβαίως δείχνουν πιο έτοιμες να φροντίσουν τους μετόχους και τα στελέχη τους παρά την πολυπληθή δοκιμαζόμενη και επισφαλή για αυτούς πελατεία τους.

Υπάρχει χωρίς αμφιβολία σοβαρό ηθικό θέμα που κλονίζει την εμπιστοσύνη των πολιτών. Την ίδια στιγμή και η σπουδή εξαγγελιών από την πλευρά της κυβέρνησης για τις τράπεζες δεν δηλώνει επαρκή επεξεργασία, παρά ανταπόκριση στην πολιτική και κοινωνική πίεση. Θα έλεγε κανείς ότι ο καταγγελλόμενος λαϊκισμός συνοδεύει τις κυβερνητικές πράξεις, όπως μαρτυρεί και αποχώρηση του Αλεξ Πατέλη από τη θέση του πρωθυπουργικού οικονομικού συμβούλου.

Οπως λέγεται, ο άνθρωπος που επέμενε στην ταχεία αποκρατικοποίηση των τραπεζών προκειμένου να αποκατασταθούν ανταγωνιστικές συνθήκες στην εγχώρια τραπεζική αγορά, αντιμετωπίζει τη σπουδή της κυβέρνησης ως υποχώρηση απέναντι στον υφέρποντα και εντός του κυβερνώντος κόμματος λαϊκισμό…