Οι ευρωπαϊκές χρηματοπιστωτικές αγορές, στον απόηχο των πρόωρων βουλευτικών εκλογών στη Γαλλία, προετοιμάζονται για αναταράξεις, εκτιμούν κορυφαίοι οικονομολόγοι διεθνών οίκων, δεξαμενών σκέψης και αναλυτές της αγοράς, καθώς σε όλα τα σενάρια της επόμενης ημέρας θεωρείται δύσκολη, αν όχι απίθανη, η αναγκαία δημοσιονομική προσαρμογή της γαλλικής οικονομίας, οδηγώντας ενδεχομένως τη χώρα σε δημοσιονομική κρίση.

Με το 50% των γαλλικών ομολόγων, όμως, να βρίσκεται στα χέρια ξένων επενδυτών, πιθανή δημοσιονομική αστάθεια θα εντείνει τις ανησυχίες για μη βιώσιμη πορεία του γαλλικού χρέους, την ώρα που η πολιτική αναταραχή αλλά και οποιαδήποτε υπενθύμιση της κρίσης χρέους της ζώνης του ευρώ της προηγούμενης 10ετίας αποτελούν σήμα κινδύνου για τους επενδυτές, παρατηρεί η Allianz Global Investors, εκτιμώντας πως αν δεν υπάρξουν κινήσεις ώστε τα οικονομικά της Γαλλίας να μπουν σε κάποια τάξη, αναμένεται νέα έκρηξη στα spreads των ομολόγων, με πιθανές επιπτώσεις και σε άλλες χώρες της ευρωζώνης.

Εξυγίανση

Και ενώ επανέρχεται τον Σεπτέμβριο σε λειτουργία το δημοσιονομικό πλαίσιο της ΕΕ που είχε ανασταλεί στην αρχή της πανδημίας, η Γαλλία βρίσκεται πλέον στο κλαμπ των επτά χωρών τις οποίες η Κομισιόν πρότεινε για τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος και θα πρέπει έως τις 20 Σεπτεμβρίου να καταθέσει το δικό της προγράμματα εξυγίανσης των δημόσιων οικονομικών της. Σύμφωνα με το Bruegel, η Γαλλία, με δημοσιονομικό έλλειμμα 5,5% του ΑΕΠ, θα πρέπει να ακολουθήσει δημοσιονομική εξυγίανση 0,5% ως 0,8% του ΑΕΠ ετησίως, τουλάχιστον για τα επόμενα τέσσερα χρόνια.

Οι δαπάνες όμως που υπόσχεται η ακροδεξιά Εθνική Συσπείρωση οδηγούν το δημοσιονομικό έλλειμμα αρκετά πάνω από το 6% του ΑΕΠ και αυτές του αριστερού συνασπισμού πάνω από το 8% του ΑΕΠ, εκτιμά η ABN Amro, σημειώνοντας πως πιθανή δημοσιονομική αστάθεια θα εντείνει τις ανησυχίες και μια μη βιώσιμη πορεία του δημόσιου χρέους της Γαλλίας, ενώ, με βάση όλα τα πιθανά σενάρια, το δημοσιονομικό έλλειμμα είναι απίθανο να επιστρέψει στον στόχο του 3% του ΑΕΠ έως το 2027, κάτι που ενδεχομένως οι οίκοι αξιολόγησης να μην αφήσουν αναπάντητο.

Στην πραγματικότητα πάντως, όπως αναφέρεται, οι δημοσιονομικές αμαρτίες της Γαλλίας χρονολογούνται πολύ πριν από τον Μακρόν, καθώς η χώρα εμφανίζει δημοσιονομικό έλλειμμα μεγαλύτερο του 3% του ΑΕΠ στα περισσότερα από τα 25 χρόνια από την έναρξη ισχύος των κανόνων αυτών.

Πλεονάσματα

Από την άλλη πλευρά, αν τα πράγματα ξεφύγουν, ορισμένοι φοβούνται μήπως η κρίση περάσει τις Αλπεις, καθώς η Ιταλία έχει μεγαλύτερο χρέος από τη Γαλλία. Ο Οτμαρ Ισινγκ, ο πρώτος επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ και ένας από τους αρχιτέκτονες του ευρώ, ανέφερε πως το χρέος της Ιταλίας και της Γαλλίας αποτελεί «δαμόκλειο σπάθη» που κρέμεται πάνω από τη Νομισματική Ενωση. «Μπορείς να τη συγκρατήσεις, αλλά όχι για πάντα» σημείωσε.

Η S&P Global Ratings εκτίμησε πως Γαλλία και Ιταλία θα πρέπει να επιτύχουν πρωτογενή πλεονάσματα πάνω από 2% του ΑΕΠ για να σταθεροποιήσουν το χρέος, κάτι που μοιάζει σήμερα απίθανο, εκτιμώντας μάλιστα πως οι αγορές μπορούν να πιέσουν ταχύτερα και πιο αποτελεσματικά τις κυβερνήσεις και να προχωρήσουν στην ανάληψη δημοσιονομικών μέτρων σε σχέση με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.

Φυσικά μετά τη χρεοκοπία της Ελλάδας δημιουργήθηκε ένα νέο εργαλείο-«μπαζούκας», το οποίο δεν έχει ακόμη αξιοποιηθεί, το Transmission Protection Instrument (TPI), με το οποίο μπορούν να πραγματοποιούνται αγορές στη δευτερογενή αγορά τίτλων από εκδότριες χώρες που αντιμετωπίζουν επιδείνωση των συνθηκών χρηματοδότησης. Για χώρες όμως που βρίσκονται σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος, το εργαλείο αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί εφόσον αυτές συμμορφώνονται με τους όρους του δημοσιονομικού πλαισίου, προχωρώντας στην αναγκαία δημοσιονομική προσαρμογή.

Σχεδόν σε όλα τα σενάρια των γαλλικών εκλογών αυτό δεν δείχνει να διασφαλίζεται. Υπάρχει πάντα το ενδεχόμενο βέβαια η ΕΚΤ να επινοήσει κάτι νέο ώστε να καλύψει τα δρώμενα στη Γαλλία, αλλά, όπως ανέφερε η Berenberg, «αν μια χώρα μπορεί να αγνοεί τους κανόνες και η ΕΚΤ σπεύδει να τη βοηθήσει, τότε θα αυξηθούν οι αμφιβολίες για τη μελλοντική αξία του ευρώ αλλά και τη μελλοντική συνοχή της ευρωζώνης».

Σύμφωνα με την ING, σε μια εποχή που η Ευρώπη και τα εθνικά κοινοβούλια αντιμετωπίζουν μια αυξανόμενη στροφή προς τα λαϊκιστικά κόμματα, τα οποία έχουν συχνά πολύ ακριβά οικονομικά προγράμματα, οι ανακοινώσεις για τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος από την Κομισιόν θα μπορούσαν να ενισχύσουν τις πολιτικές εντάσεις.

Οι νέοι κανόνες

Το δημοσιονομικό πλαίσιο της ΕΕ, που αποτελεί προσπάθεια να συντονίσει τις δημοσιονομικές θέσεις των χωρών-μελών, πρόκειται να επανέλθει σε λειτουργία τον Σεπτέμβριο, ενώ οι νέοι αναθεωρημένοι κανόνες προβλέπουν πως χώρες με υπερβολικό χρέος θα πρέπει να το μειώνουν κατά μέσο όρο 1% ετησίως εάν το χρέος τους υπερβαίνει το 90% του ΑΕΠ και κατά 0,5% ετησίως κατά μέσο όρο εάν είναι μεταξύ 60% και 90%. Εάν το έλλειμμα μιας χώρας υπερβαίνει το 3% του ΑΕΠ, θα πρέπει να μειώνεται κατά τη διάρκεια περιόδων ανάπτυξης για να φτάσει το 1,5% και να δημιουργεί περιθώριο δαπανών για δύσκολες οικονομικές συνθήκες.

Είναι σχεδόν απίθανο ότι η επόμενη κυβέρνηση στη Γαλλία, που θα είναι υπεύθυνη για την κατάρτιση του προϋπολογισμού και για το 2025, θα συμμορφωθεί με τις υπαγορεύσεις των νέων δημοσιονομικών κανόνων, την ώρα που το φαβορί (Rassemblement National) για να κερδίσει υπόσχεται πακτωλό δαπανών. Οι αγορές άκουσαν πάντως αρχικά τη Μαρίν Λεπέν να υπόσχεται πως δεν θα τινάξει στο αέρα τον προϋπολογισμό και αύξησαν τα spreads (διαφορά απόδοσης σε σχέση με τα γερμανικά) των 10ετών ομολόγων από τις 45 στις 70-80 μονάδες βάσης, αλλά αν τα πράγματα ξεφύγουν αναμένεται, σύμφωνα με τους αναλυτές, μια κίνηση προς 100-120 μονάδες βάσης, όταν στην κρίση χρέους το 2011 είχαν φθάσει στις 190-200 μονάδες βάσης (στις 560 μονάδες βάσης στην Ιταλία).

Η Ελλάδα

Η επιστροφή των δημοσιονομικών κανόνων από τον Σεπτέμβριο επηρεάζει και την Ελλάδα, ενώ οι στόχοι που εστάλησαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στη χώρα με βάση το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο προβλέπουν μέγιστη επιτρεπόμενη ετήσια αύξηση καθαρών πρωτογενών δαπανών στην περιοχή του 3% (κατά μέσο όρο) ετησίως για την περίοδο 2025-2028. Τα όρια θα οριστικοποιηθούν στη διαπραγμάτευση που θα γίνει ως τον Σεπτέμβριο, αλλά δεν θα αναθεωρηθούν για όλη τη διάρκεια του 4ετούς μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού προγράμματος.

Παράλληλα, η Ελλάδα επιφορτίζεται με την υποχρέωση να διατηρεί την ίδια περίοδο και το δημοσιονομικό της έλλειμμα κάτω από 1,5% του ΑΕΠ, ώστε η πορεία του χρέους να παραμείνει σταθερά σε πτωτική τροχιά, ενώ στόχος είναι πέρα από την ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ και την ονομαστική μείωση του χρέους η διατήρηση πρωτογενών πλεονασμάτων πάνω από το 2% του ΑΕΠ, που θα μπορούσαν, σύμφωνα με αναλυτές οίκων αξιολόγησης, να οδηγήσουν το δημόσιο χρέος της Ελλάδας στην περιοχή του 100% του ΑΕΠ ως το 2032, που λήγει και η περίοδος χάριτος για τα μνημονιακά δάνεια.

Τα σενάρια της επόμενης μέρας

Οι αγορές μπορούν να αναγκάσουν τα κόμματα να «ψαλιδίσουν» τις προεκλογικές τους υποσχέσεις
Καθώς την Κυριακή στον πρώτο γύρο, σύμφωνα με τις αναλύσεις κορυφαίων οίκων, κανένας υποψήφιος δεν αναμένεται να καταφέρει να συγκεντρώσει την απόλυτη πλειοψηφία (πάνω από το 50% των ψήφων με τουλάχιστον 25% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων), στον δεύτερο γύρο θα βρεθούν τόσο οι δύο πρώτοι όσο και οποιοσδήποτε υποψήφιος έχει συγκεντρώσει ποσοστό άνω του 12,5% των ψήφων.

Δημοσκοπήσεις

Οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις των Harris Interactive, Ifop, Elabe, Ipsos, Odoxa, OpinionWay και Cluster δείχνουν ότι η ακροδεξιά Εθνική Συσπείρωση θα συγκεντρώσει το 35,4% των ψήφων έναντι 28,1% του αριστερού συνασπισμού Νέο Λαϊκό Μέτωπο, ενώ το κόμμα της φιλελεύθερης Αναγέννησης του Μακρόν το 20,8%.

Μια πρόσφατη δημοσκόπηση για τον δεύτερο γύρο έδειξε ότι σε εκλογικές περιφέρειες που θα είναι υποψήφιοι του RN έναντι του NFP θα κέρδιζαν (41% έναντι 33%), αλλά θα έχαναν έναντι υποψηφίων του συνασπισμού Ensemble – Μακρόν (37% έναντι 40%). Το πιο πιθανό σενάριο, υποστηρίζουν αρκετοί διεθνείς οίκοι, είναι αυτό της κυβέρνησης μειοψηφίας υπό την ηγεσία του RN ή του NFP, με περιορισμένη νομοθετική εξουσία, ή ενός κατακερματισμένου κοινοβουλίου που οδηγεί σε πολιτικό αδιέξοδο.

Τρία μπλοκ

Μετά τους δύο γύρους των εκλογών θα έχουμε τρία μπλοκ στο κοινοβούλιο – κανένα με απόλυτη πλειοψηφία, αλλά με τη δύναμη του Μακρόν να υποχωρεί ενισχύοντας το πολιτικό αδιέξοδο.

Σε περίπτωση πάντως αριστερής ή ακροδεξιάς πλειοψηφίας, η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να επιλέξει μεταξύ της κρίσης ή της πολύ αποδυναμωμένης εφαρμογής του αρχικού προγράμματος.

Για τον CEO του Euronext NV Στεφάν Μπουζνά, οι επενδυτές δεν θα πρέπει να ανησυχούν, επειδή ούτε η Ακροδεξιά αλλά ούτε και η αριστερή συμμαχία θα μπορέσουν να εφαρμόσουν τις πολιτικές τους, καθώς οι αγορές μπορούν να αναγκάσουν τα κόμματα να «ψαλιδίσουν» τις προεκλογικές τους υποσχέσεις.

Μια νίκη του γαλλικού Εθνικού Συνασπισμού με σχετική πλειοψηφία είναι το πιθανότερο σενάριο, με τους αναλυτές να υποστηρίζουν πως η Μαρίν Λεπέν, η οποία έχει θέσει ως στόχο να εκλεγεί πρόεδρος το 2027, έχει κάθε λόγο να αποφύγει έναν πανικό στις αγορές, όπως συνέβη στην περίπτωση της Λιζ Τρας στη Μ. Βρετανία, επιλέγοντας σενάρια ήπιας προσαρμογής, στο πρότυπο της ανόδου της Μελόνι στην εξουσία στην Ιταλία.