Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μίλησε για αύξηση των μισθών εντός της νέας κυβερνητικής τετραετίας. Οι μισθοί αυξάνονται όταν αυξάνεται
(α) το επίπεδο τιμών,
(β) η παραγωγικότητα εργασίας και
(γ) η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ, οι πραγματικοί μισθοί στην Ελλάδα, οι οποίοι λαμβάνουν υπόψη το επίπεδο τιμών, μειώθηκαν κατά 0,3% το 2021 και, ακόμα χειρότερα, κατά 6,1% το 2022. Οι παλαιότεροι σίγουρα θυμούνται την πολιτική Αυτόματης Τιμαριθμικής Αναπροσαρμογής (ΑΤΑ) του Ανδρέα Παπανδρέου από το 1982 και μετά. Τότε, λοιπόν, οι μισθοί ακολούθησαν το επίπεδο τιμών. Πολιτική η οποία οδήγησε σε μισθολογικές αυξήσεις υπεράνω των δυνατοτήτων της οικονομίας με αποτέλεσμα, ελλείψει αύξησης της παραγωγικότητας, απλώς να ανατροφοδοτείται ο πληθωρισμός της εποχής. Χρειάστηκε λοιπόν διπλή υποτίμηση της Δραχμής (το 1983 και το 1985) σε μια απέλπιδα προσπάθεια ανάκαμψης της ανταγωνιστικότητάς μας.
Πως, λοιπόν, θα αυξηθούν οι μισθοί ανεξάρτητα από τις εκάστοτε εξελίξεις στο επίπεδο τιμών; Μέσω της βελτίωσης της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας. Χρειάζονται, λοιπόν, επενδύσεις και, ακόμα ειδικότερα, άμεσες επενδύσεις από το εξωτερικό. Και τούτο επειδή πρόσφατες μελέτες της διεθνούς βιβλιογραφίας καταλήγουν στα εξής εντυπωσιακά συμπεράσματα: Πρώτον, οι επιχειρήσεις από το εξωτερικό, οι οποίες αποφασίζουν επενδύσεις στην εγχώρια οικονομία, δαπανούν, σε σχέση με τις εγχώριες επιχειρήσεις, πέντε φορές παραπάνω σε προγράμματα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης (Research and Development). Δεύτερον, οι επιχειρήσεις από το εξωτερικό είναι μεταξύ 20% και 50% περισσότερο παραγωγικές σε σχέση με τις εγχώριες επιχειρήσεις. Τρίτον, η τεχνολογία των επιχειρήσεων από το εξωτερικό μεταδίδεται (δημιουργεί, στα αγγλικά, spillover effects) και στις εγχώριες επιχειρήσεις σε χρονικό διάστημα μεταξύ ενός και τεσσάρων ετών με αποτέλεσμα την αύξηση της παραγωγικότητας και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας στο σύνολο της οικονομίας! Ειδικότερα, κάθε αύξηση της παρουσίας των αλλοδαπών επιχειρήσεων στην εγχώρια οικονομία κατά 20% οδηγεί σε αύξηση της εγχώριας παραγωγικότητας κατά 1%.
Από ιστορική άποψη, η Ελλάδα δεν τα πάει και τόσο καλά στην προσέλκυση άμεσων επενδύσεων από το εξωτερικό. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, αυτές αντιστοιχούσαν στο 20% του ελληνικού ΑΕΠ (στοιχεία για το 2021) ενώ, στο σύνολο του ΟΟΣΑ, το αντίστοιχο ποσοστό ήταν υπερδιπλάσιο, στο 51% (στοιχεία για το 2022). Για να αυξήσουμε τις άμεσες επενδύσεις από το εξωτερικό χρειαζόμαστε διαρθρωτικές αλλαγές όπως, για παράδειγμα, πολιτικές επιτάχυνσης της ψηφιοποίησης του ελληνικού κράτους αλλά και πιο γρήγορη και πιο αποτελεσματική απονομή δικαιοσύνης. Τέτοιου είδους διαρθρωτικές αλλαγές λαμβάνονται υπόψη από τους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης και δημιουργούν, όπως ανέφερα σε πρόσφατη μελέτη μου στο Journal of International Money and Finance, βάσιμες προσδοκίες για επιστροφή της χώρας μας στην επενδυτική βαθμίδα. Ετσι, λοιπόν, θα πεισθούν οι «καχύποπτοι» διεθνείς επενδυτές προκειμένου να φέρουν τα κεφάλαιά τους στη χώρα μας με αποτέλεσμα ισχυρότερη παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα και, σε τελική ανάλυση, αύξηση των μισθών!
Ο κ. Κώστας Μήλας είναι καθηγητής Χρηματοοικονομικών στο University of Liverpool.