Η τυπική έξοδος από τα μνημόνια μπορεί να καλλιεργεί συγκρατημένη έστω αισιοδοξία για ένα αναπτυξιακό ξεκίνημα, όπου η ιδιωτική πρωτοβουλία καλείται να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο. Ομως έχουμε πάρει τα αναγκαία μαθήματα από την οκταετή δοκιμασία τής παρ’ ολίγον χρεοκοπίας αλλά και την προηγηθείσα πανδαισία με δανεικά, για την οποία λίγο έως πολύ είμαστε όλοι συνυπεύθυνοι; Δεν έχω πεισθεί. Αντίθετα, οι πολλοί εξακολουθούν να παριστάνουν ότι δεν ήξεραν και ότι εν αγνοία τους ανέχονταν την καταλήστευση του προϋπολογισμού (δηλαδή των όσων πλήρωναν οι φορολογούμενοι).
Το ότι δεν υπάρχουν λεφτά, το ότι είμαστε κατάχρεοι και βρισκόμαστε στα πρόθυρα της χρεοκοπίας δεν είχε κουραστεί η πένα του γράφοντος να τονίζει από τη δεκαετία του ’80, οπότε ικανοποιήθηκαν και έκτοτε ικανοποιούνται όλα τα αιτήματα των τάξεων που μπορούν να ασκήσουν πίεση στα κυβερνητικά κόμματα και από τον τρόμο του πολιτικού κόστους που ασκεί ο εκθεμελιωτικός λαϊκισμός της Αριστεράς και των περισσότερων ΜΜΕ, όπως και οι εκβιασμοί των συνδικαλιστών του μονοπωλιακού δημόσιου τομέα. Μια αναδρομή στο παρελθόν μπορεί να πείσει και τους πιο δύσπιστους. Αντιγράφω από κύριο άρθρο της «Εστίας» το οποίο δημοσιεύθηκε στις 16 Νοεμβρίου 1929:
«Είναι αναμφισβήτητον ότι το ελληνικόν κράτος κατά τα τελευταία αυτά έτη κινδυνεύει να εξουθενωθεί τελείως και να υποκύψει προ των ελληνικών «μπουλουκιών». Κάθε ομάς ανθρώπων, συνδεόμενων από κοινά συμφέροντα και μόνον, συγκροτεί μίαν οργάνωσιν, εξασφαλίζει μερικούς δημοσιογραφικούς ή κοινοβουλευτικούς υποστηρικτάς και υπαγορεύει έπειτα τας θελήσεις της εις το κράτος. Αλλοίμονον δε εις εκείνον, υπουργόν, δημόσιον λειτουργόν, ή δημοσιογράφον, ο οποίος θα ετόλμα, όχι μόνον να αντιταχθεί, αλλά και να μην υποστηρίξη τας αξιώσεις, αι οποίαι προεβάλλοντο. Η δύναμις των ομάδων εις την Ελλάδα έχει καταστεί καταπληκτική. Και αι παραδοξότεραι των αξιώσεων κατορθώνουν να εμφανίζονται ως δίκαιαι και να αναγνωρίζονται αμέσως από το πανικόβλητον κράτος. Εάν τυχόν η αξίωσις είναι περισσότερον του δέοντος εξωφρενική, εάν η κυβέρνησις καταλαμβάνεται υπό δισταγμών και προτάσσει αντιρρήσεις, αρκεί μία θορυβώδης διαδήλωσις εις τους δρόμους, διά να εγκαταλειφθούν αμέσως αι αντιρρήσεις και να συνθηκολογήσει το κράτος.
Υπό τοιαύτας συνθήκας, ολόκληρος σχεδόν ο πληθυσμός της Ελλάδος μεταβάλλεται εις μπουλούκια, τα οποία συγκροτούμενα εις επιτροπάς, εκτελεστικά συμβούλια, γενικάς συνελεύσεις, ή συνομοσπονδίας περιέρχονται τα υπουργικά και δημοσιογραφικά γραφεία διά την επιδίωξιν μιας αποζημιώσεως, ενός ειδικού φόρου ενισχυτικού της οργανώσεώς των, ενός νέου δανείου, ενός οικοδομικού συνεταιρισμού. Ποίος Ελλην θα ηρνείτο να αποτελέσει μέλος μιας τοιαύτης οργανώσεως, όταν ως ανταμοιβήν διά τας ολίγας ώρας της αναμονής εις τους υπουργικούς προθαλάμους θα ελάμβανε παρά του κράτους ένα προνόμιον, μίαν καλήν αποζημίωσιν, μίαν σύνταξιν, ή ένα ωραίον οικόπεδον;
Τα αποτελέσματα της τρομεράς αυτής συνήθειας είναι δύο ειδών: πρώτον, ότι το ελληνικόν κράτος χρεώνεται έως τον λαιμόν διά να κατορθώσει να αντεπεξέλθει εις όλας αυτάς τας αξιώσεις και να ικανοποιήσει όλας αυτάς τας ορέξεις, επιβαρύνει συνεχώς τον προϋπολογισμόν του με μεγάλα κονδύλια και υπερφορτώνει την αγοράν της χώρας κατά τρόπον μοιραίως δημιουργούντα οικονομικής κρίσιν. Αφετέρου οι πολίται, κακοσυνηθίζοντες από την εξαιρετικήν αυτήν υποχωρητικότητα του κράτους, εγκαταλείπουν τας παραγωγικάς των εργασίας διά να επιδίδονται εις την ολιγότερον κοπιαστικήν και περισσότερο κερδοφόρον εργασίαν της αναμονής εις τα πολιτικά γραφεία και τους υπουργικούς προθαλάμους. Υπάρχουν ήδη μυριάδες ελλήνων που ζουν μόνον από κρατικάς επιχορηγήσεις, αποζημιώσεις και επιδόματα».
Μπορεί αυτά να συνέβαιναν το 1929, αλλά η περιγραφή αποδίδει και την πραγματικότητα έως και σήμερα. Η κατάρα της απομύζησης του κράτους από τους εκβιάζοντες και από τους υποκύπτοντες πολιτικούς μας είναι καταφανώς διαχρονική. Ας σημειωθεί ότι το άρθρο αυτό της «Εστίας» εγράφη λόγω εκβιασμού σε βάρος της κυβερνήσεως από λεμβούχους και εισπράκτορες, αλλά ο τότε πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος αρνήθηκε να υποκύψει. Τις επόμενες εκλογές τις έχασε ο εθνάρχης και οδηγηθήκαμε βαθμιαία στη δικτατορία Μεταξά.
Τι επιφυλάσσει μετά την έξοδο από τα μνημόνια η ποικιλότροπα διατρανούμενη φιλεργατική πολιτική από την αγέλαστη υπουργό Εργασίας κυρία Αχτσιόγλου για τους καλούμενους να δώσουν την αναπτυξιακή μάχη επιχειρηματίες; Οι κυβερνητικές επαγγελίες υπέρ δήθεν των εργαζομένων, αλλά στην πραγματικότητα υπέρ των επαγγελματιών συνδικαλιστών, όπου κυριαρχεί η αριστερή αντιμονοπωλιακή ανοητολογία, μάλλον αποθαρρύνει την επιχειρηματική διακινδύνευση, ενώ η εμφανής απέχθεια προς το ξένο κεφάλαιο – παρά τις περί του αντιθέτου διακηρύξεις – αποδυναμώνει κάθε σχετικό ενδιαφέρον και συρρικνώνει απελπιστικά τις σχετικές προσδοκίες. Και φυσικά η κάθε είδους συνδικαλιστική πρωτοπορία, που λόγω αριστερής διακυβέρνησης σήμερα διστάζει για δυναμικές διεκδικήσεις, ακονίζει τα μαχαίρια για τη μετεκλογική περίοδο, όπου η διαδοχή της σημερινής κυβέρνησης θα αντιμετωπίσει την έκρηξη των σήμερα κάπως καταπιεσμένων συνδικαλιστών, που θα δώσουν ενθουσιωδώς τα ρέστα τους παραλύοντας κάθε ομαλή λειτουργία της οικονομίας και της κοινωνίας μας, καθώς μάλιστα θα απολέσουν τις θέσεις εξουσίας, που κατά χιλιάδες έχουν επανδρώσει. Και δεν βλέπω να απασχολεί καθόλου το πρόβλημα την ευπλοούσα προς την εξουσία Νέα Δημοκρατία, η οποία θα αντιμετωπίσει πιθανότατα σχετική ανώμαλη προσγείωση από την πρώτη μέρα διακυβέρνησης.