Λίγες ημέρες αφότου η κυβέρνηση Μέρκελ συμφώνησε να χορηγήσει στη Lufthansa επείγουσα βοήθεια 9 δισ. ευρώ, ο σχεδόν κρατικοποιημένος γερμανικός αερομεταφορέας προανήγγειλε την επανέναρξη δρομολογίων στη γραμμή Φρανκφούρτη – Σανγκάη που είχε διακοπεί από πέρυσι. Οπως εκτιμά ο Μάθιου Κάρνιτσνιγκ στο «Politico», η κίνηση συμβολίζει την «προτεραιότητα της Γερμανίας να αποκαταστήσει και πάλι τους εμπορικούς δεσμούς της με την Κίνα, καθώς οι δύο χώρες αφήνουν πίσω τους τα χειρότερα της πανδημίας».
Ο ανταποκριτής του αμερικανικού περιοδικού στο Βερολίνο πιστεύει ότι η Γερμανία αναθεωρεί τη μακροχρόνια σχέση της με τις ΗΠΑ που δοκιμάζεται από διμερείς εντάσεις σε θέματα ασφάλειας και εμπορίου. Η Κίνα είναι εξάλλου η μεγαλύτερη (εκτός ευρωπαϊκού μπλοκ) εμπορική εταίρος της Γερμανίας. Και η γερμανική κυβέρνηση είναι πιο επιφυλακτική συγκριτικά με την αμερικανική και τη βρετανική σε ό,τι αφορά την καταδίκη του Πεκίνου για τη μυστικοπάθειά του για την προέλευση του κορωνοϊού και, πιο πρόσφατα, για τις αυταρχικές επεμβάσεις στο Χονγκ Κονγκ.
Την περασμένη εβδομάδα η Ανγκελα Μέρκελ εμμέσως απέρριψε την επιβολή κυρώσεων κατά του Πεκίνου για την καταστολή στο Χονγκ Κονγκ. «Οι δεσμοί της Γερμανίας με την Κίνα είναι στρατηγικής σημασίας» είπε. Επί των ημερών της εξάλλου (από το 2005 που ανέλαβε την Καγκελαρία δηλαδή) η αξία των ετήσιων εμπορικών συναλλαγών της Γερμανίας με την Κίνα πενταπλασιάστηκε, για να φτάσει στις παρυφές των 100 δισ. ευρώ πέρυσι.
«Είναι αδύνατον να υποκατασταθεί η Κίνα με κάποια άλλη αγορά εισαγωγής γερμανικών αυτοκινήτων και άλλων βιομηχανικών αγαθών» γράφει το «Politico». Οι εξαγωγές της Γερμανίας στην Κίνα εκτινάχθηκαν μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, όταν η ζήτηση στις ΗΠΑ για γερμανικά προϊόντα κατέρρευσε. Οι εσωστρεφείς πολιτικές του Τραμπ εμπόδισαν την αποκατάσταση του εμπορίου στα προ κρίσης επίπεδα.