Ο ελληνικής καταγωγής Jamie Dimon-Παπαδημητρίου, όπως ήταν το όνομα του παππού του, ως διευθύνων σύμβουλος της JPMorgan βρέθηκε εκ νέου (μετά τη διάσωση της Bear Stearns πριν από 15 χρόνια) στο επίκεντρο μιας από τις πιο σημαντικές διασώσεις τραπεζών των ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια, εδραιώνοντας τη φήμη του ως ενός από τους ισχυρότερους τραπεζίτες της Wall Street, καθώς τις πρώτες πρωινές ώρες της περασμένης Δευτέρας συμφώνησε να αφαιρέσει τη μεσαίου μεγέθους First Republic Bank από τη Federal Deposit Insurance Corp.
Οι προτεραιότητες
Ολες οι καταθέσεις αναλήφθηκαν από την JPMorgan, γεγονός που σήμαινε ότι η αμερικανική κυβέρνηση δεν χρειάστηκε να προστατεύσει τις καταθέσεις πάνω από το όριο εγγύησης των 250.000 δολαρίων. Ταυτόχρονα, η JPMorgan εξασφάλισε μια συμφωνία επιμερισμού των ζημιών με τις ομοσπονδιακές ρυθμιστικές αρχές για να αποφύγει οποιοδήποτε πλήγμα από τα πιο προβληματικά δάνεια στα βιβλία της First Republic, που αποτέλεσε το τρίτο μεγάλο θύμα της μεγαλύτερης μετά το 2008 τραπεζικής κρίσης στις ΗΠΑ.
Η First Republic, με έδρα το Σαν Φρανσίσκο, κρεμόταν από μια κλωστή εδώ και εβδομάδες, από τότε που η κατάρρευση της Silicon Valley Bank στις 10 Μαρτίου έστρεψε την προσοχή στις τράπεζες που στηρίζονταν σε χαμηλού κόστους, ανασφάλιστες καταθέσεις και είχαν εκτεταμένες απώλειες από περιουσιακά στοιχεία μακράς διάρκειας λόγω της αύξησης των επιτοκίων.
Κεντρικό πρόσωπο
Η μοίρα της First Republic σφραγίστηκε την περασμένη Δευτέρα, όταν ανακοίνωσε πως οι πελάτες της είχαν αποσύρει καταθέσεις άνω των 100 δισ. δολαρίων το πρώτο τρίμηνο του έτους. Καθ’ όλη τη διάρκεια της τραπεζικής αναταραχής, κορυφαίοι αξιωματούχοι των ΗΠΑ προσπάθησαν σύμφωνα με τους «FT» να επιμείνουν σε μερικές βασικές προτεραιότητες: αποφυγή μετάδοσης της κρίσης στην αμερικανική οικονομία, ελαχιστοποίηση του κινδύνου για τους φορολογουμένους και προστασία των καταθετών και όχι των μετόχων ή των ομολογιούχων.
Ο Dimon και η JPMorgan, η οποία ενεργούσε ως τραπεζίτης της First Republic, συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις για την εξεύρεση τρόπου ανάληψης της προβληματικής τράπεζας και την αποφυγή της αναγκαστικής εκκαθάρισής της. Πρόσωπο που συμμετείχε στη διαπραγμάτευση δήλωσε ότι κατέστη σαφές ότι ο Dimon αναδεικνυόταν σε κεντρικό πρόσωπο σε οποιοδήποτε σχέδιο που αποσκοπούσε στη διασφάλιση των καταθέσεων των καταθετών.
Και καθώς η JPMorgan αναδείχθηκε ως επικρατέστερη κατά τη διάρκεια του περασμένου Σαββατοκύριακου, ένα πρόσωπο που γνώριζε τις διαπραγματεύσεις δήλωσε ότι ο Dimon ήταν σε «απευθείας γραμμή» με τον Μπάιντεν μέσω των επαφών του στην Ουάσιγκτον.
Συνολικά, σύμφωνα με τους «FT», η κατάσχεση και η εξαγορά της First Republic δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Μέχρι το μεσημέρι της περασμένης Κυριακής, δύο τράπεζες που θεωρούνταν ενδιαφερόμενες, η Bank of America και η US Bancorp, αποσύρθηκαν από τη διαδικασία υποβολής προσφορών. Ετσι έμειναν τρεις – η JPMorgan, η PNC και η Citizens – στο παιχνίδι.
Αφού οι αρχικές προσφορές κρίθηκαν ανεπαρκείς, η FDIC ζήτησε από τις τράπεζες να υποβάλουν εκ νέου τις προσφορές τους αργότερα μέσα στην ημέρα, προκαλώντας την ολονύχτια βιασύνη για την οριστικοποίηση της λύσης. Λίγο μετά τις 3:20 π.μ. ώρα Ουάσιγκτον τη Δευτέρα, η FDIC δήλωσε ότι είχε επιτευχθεί συμφωνία.
Φόβοι για περαιτέρω διασπορά της κρίσης
Οι βαθύτερες αιτίες της τραπεζικής αναταραχής
Υστερα από μία εβδομάδα κατάρρευσης, απόρροια και των «ανοιχτών θέσεων» των επενδυτών στις αγορές παραγώγων, οι μετοχές των περιφερειακών τραπεζών των ΗΠΑ «γύρισαν» την Παρασκευή, με τις Αρχές να είναι έτοιμες να απαλλάξουν τις πιο μικρές τράπεζες από το να δώσουν επιπλέον χρήματα για την αναπλήρωση του βασικού Ταμείου Ασφάλισης Καταθέσεων της κυβέρνησης (Federal Deposit Insurance Corp. – FDIC) και αντ’ αυτού να επιβαρύνουν τις μεγαλύτερες τράπεζες με μεγάλο μέρος του λογαριασμού.
Σύμφωνα με το Bloomberg, η FDIC θα δημοσιοποιήσει σύντομα την πρότασή της για την αναπλήρωση του Ταμείου Ασφάλισης Καταθέσεων, το οποίο εξαντλήθηκε εν μέρει από τις χρεοκοπίες της Silicon Valley Bank και της Signature Bank.
Μεταξύ των traders και των επενδυτών, πάντως, παραμένουν οι φόβοι για περαιτέρω διασπορά της κρίσης στις περιφερειακές τράπεζες των Ηνωμένων Πολιτειών, στον απόηχο των καταρρεύσεων – χρεοκοπιών των Silvergate, Silicon Valley Bank, Signature και First Republic, με τις PacWest, Western Alliance και First Horizon να βρίσκονται στο μάτι του κυκλώνα.
Ποιες είναι όμως οι βαθύτερες αιτίες των πιέσεων στο τραπεζικό σύστημα; Για την Allianz Global Investors, η απάντηση στην ερώτηση αυτή μας επιστρέφει στο κίνητρο για ποσοτική χαλάρωση, όπως αυτό ξεκίνησε από τον πρόεδρο της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) κατά το 2009 Μπεν Μπερνάνκι.
Η στρατηγική
Στο πλαίσιο ενός σταθερά αδύναμου πληθωρισμού, η στρατηγική υιοθετήθηκε συνολικά από τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες ως μια στρατηγική που έπρεπε να χρησιμοποιηθεί κάθε φορά που εμφανιζόταν ένα οικονομικό σοκ.
Αυτό αποδείχθηκε όμως σοβαρό σφάλμα κατά την πανδημία της COVID-19, διότι, σε μεγάλη αντίθεση με το 2008, η ζήτηση χρήματος αυξήθηκε, καθώς οι κυβερνήσεις και ακόμη κι ο ιδιωτικός τομέας έσπευσαν να βρουν λύσεις στην κρίση, προκαλώντας μια πίεση στους περιορισμένους πόρους της πραγματικής οικονομίας.
Από εκεί ήρθε ο πληθωρισμός και, με κάποια καθυστέρηση, μια βιαστική ενέργεια από τις κεντρικές τράπεζες να αυξήσουν τα επιτόκια (οι 10 μεγαλύτερες κεντρικές τράπεζες της Δύσης τα αύξησαν συνολικά κατά 3.490 μονάδες βάσης) ενισχύοντας τις πιέσεις στο τραπεζικό σύστημα, καθώς οι καταθέτες που αποφεύγουν το ρίσκο ανέδειξαν τις αδυναμίες στη διαχείριση ρίσκου ή πολλαπλασίασαν την ανησυχία των επενδυτών για την αφερεγγυότητα των επιχειρήσεων.
Αυτές οι πιέσεις ήταν πιο έντονες μεταξύ μικρότερων τραπεζών στις ΗΠΑ (γνωστές και ως περιφερειακές τράπεζες), εν μέρει λόγω της άρσης των ρυθμίσεων του κλάδου η οποία πραγματοποιήθηκε από τον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ. Ετσι, δεν είναι «τυχαίο» ότι τα χρηματοπιστωτικά «ατυχήματα» έχουν πολλαπλασιαστεί στους τελευταίους έξι μήνες, καθώς φταίνε απλά οι μεγάλες καθυστερήσεις νομισματικής πολιτικής, οι οποίες έχουν αρχίσει να επιδρούν.